Σχετικά άρθρα
ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΠΕΠΠΑΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μιχάλης Ταμπούκας | |||
Δευτέρα, 23 Απρίλιος 2012 19:14 | |||
Σοφοκλής Πέππας
11 Οκτωβρίου 1948 – 25 Μαρτίου 2012
Τον περασμένο μήνα, Δευτέρα 26 Μαρτίου του 2012, αποχαιρετήσαμε έναν από τους σπουδαιότερους Έλληνες ηθοποιούς κι έναν πολύ αγαπημένο άνθρωπο και φίλο. Τον Σοφοκλή Πέππα. Όταν λειτούργησε το κινητό μου μετά τη φόρτιση την Κυριακή, ανήμερα του Ευαγγελισμού, το μεσημεριανό τηλεφώνημα για το θάνατό του το πρωί, με βρήκε το μεσημέρι σε λεωφορείο στην Ιπποκράτους. Δεν μπορώ να περιγράψω τα συναισθήματα που ένιωσα. Η περιπέτεια της υγείας του με τον καρκίνο των πνευμόνων είχε ξεκινήσει από χρόνια και τον τελευταίο καιρό είχε καταπονηθεί αρκετά. Όμως, όχι μόνο δεν τον κατέβαλλε η ασθένεια, αλλά αντιθέτως μ’ όλο του το είναι, σκηνοθετούσε την «Δολοφονία του Μαρά» του Πήτερ Βάις, που στάθηκε και αφορμή για να συνεργαστούμε ξανά μετά από χρόνια. Είχαμε γνωριστεί το 1993 και συνεργαστήκαμε για πρώτη φορά στον «Φάουστ» του Γκαίτε στο Παλιό Πανεπιστήμιο στην Πλάκα σε σκηνοθεσία Γιάννη Καλατζόπουλου, όπου εγώ έπαιζα ως «γερο–χωρικός» κι αυτός υποδυόταν τον Μεφιστοφελή με τις μοναδικές ποιότητες της ερμηνευτικής του μέθεξης. Απ’ την πρώτη στιγμή, η επαφή μας ήταν απολύτως χαρακτηριστική της επικοινωνίας του Σοφοκλή με όποιον γνώριζε. Άμεσος, έντιμος, ειλικρινής, πληθωρικός και εγκάρδιος, πάντα γεμάτος με αγάπη που αγκάλιαζε τους πάντες. Όλους όσους τον γνωρίσαμε και μας λείπει. Ξεκινώντας από την πολυαγαπημένη του οικογένεια με τη σύζυγο, τις δύο κόρες του και τα δύο εγγονάκια που του χάρισαν και τα οποία ήταν η μεγάλη του αδυναμία όπως είναι φυσικό, αλλά και προς στον καθένα που τον είχε γνωρίσει ή είχε δουλέψει μαζί του. Στη συνέχεια ξανασυναντηθήκαμε στην τηλεοπτική σειρά του Αντώνη Τέμπου «Το Χρήμα στο Λαιμό σας», σε γύρισμα στη διάρκεια κάποιας άδειας από την στρατιωτική μου θητεία και στη συνέχεια το Μάιο του 1997, κατά την άδεια απολύσεως πλέον, στη μικρού μήκους ταινία «Εσύ» της Παρασκευής–Αλίκης Πήτερσον. Ποια να πρωτοθυμηθώ από τις ερμηνείες του; Και πώς θα μπορούσα άλλωστε να κάνω κάτι τέτοιο; Στο βιογραφικό του σε προγράμματα παραστάσεων, σημείωνε απλώς ότι «έχει παίξει στο θέατρο, τον κινηματογράφο και την τηλεόραση»! Θα έπαιρνε χώρο να σημειώσει κανείς τις δουλειές του, τους ρόλους που ερμήνευσε, όπου ξεχείλιζε το ταλέντο του ενώ περίσσευαν η αληθινή ταπεινοφροσύνη του κι η ουσιαστική του σεμνότητα. Θα αναφέρω ελάχιστες παραστάσεις, ενδεικτικά μόνο: Τον Δαρείο στους «Πέρσες», σε σκηνοθεσία Λευτέρη Βογιατζή στο Εθνικό Θέατρο και μερικά χρόνια αργότερα σε σκηνοθεσία Σταύρου Τσακίρη στο ΔΗ.ΠΕ.ΘΕ. Λάρισας και τις εξαιρετικές ερμηνείες του «Οθέλλου» σε σκηνοθεσία Νικαίτης Κοντούρη και του «Θείου Βάνια» σε σκηνοθεσία Γιώργου Μιχαηλίδη, για την οποία τιμήθηκε με το Βραβείο «Αιμίλιος Βεάκης». Στον κινηματογράφο, είχε τιμηθεί το 2004 με το Βραβείο Α΄ Αντρικού Ρόλου στο Διεθνές Φεστιβάλ Καΐρου για την ερμηνεία του στην ταινία «Η Σκόνη που Πέφτει» του Τάσου Ψαρρά. Τα επόμενα χρόνια συναντιόμασταν κατά καιρούς, κυρίως σε παραστάσεις του. Τους τελευταίους μήνες, με τη συνεργασία μας είχαμε έρθει ακόμη πιο κοντά. Θα μπορούσα ίσως να πω ότι η πιο σκληρή μάχη που έδινε αυτό το τελευταίο διάστημα, τουλάχιστον όπως το έβλεπε εκείνος, μ’ όλο το σθένος, το μεράκι, τη γνώση και το πάθος που τον διέκριναν και μας μετέδιδε, ήταν με τις αντιξοότητες που όλοι μας θέλαμε να αντιπαρέλθουμε για να ανεβάσουμε την παράσταση. Όλοι οι συντελεστές, ήταν σπουδαίοι καλλιτέχνες και λατρεμένοι φίλοι του, ανάμεσα τους και πολλοί νέοι κι αξιόλογοι ηθοποιοί, ως επί το πλείστον πρώην μαθητές του. Τελικά σταματήσαμε πριν από λίγο καιρό, με την σκέψη ν’ ανεβεί το έργο την επόμενη σεζόν στις καλύτερες δυνατές συνθήκες. Η γλυκύτητα, το ήθος, η κοφτερή διαύγεια και το αστείρευτο χιούμορ που τον χαρακτήριζαν μέχρι την τελευταία στιγμή, μας προσφέρονταν αφειδώς μαζί με την ανεξάντλητη αγάπη του. Την τελευταία φορά που είχαμε ειδωθεί -δύο εβδομάδες πριν από το θάνατό του-, τού έδωσα μία φωτογραφία μας από τον «Φάουστ» και συγκινήθηκε. Τώρα που την ξαναβλέπω, συγκινούμαι κι εγώ και δη πολύ περισσότερο. Ό,τι και να πω είναι λιγότερο από λίγο. Ώρα σου καλή, αγαπημένε και ανεκτίμητε Σοφοκλή… Σου είμαστε ευγνώμονες για όλη την αγάπη που μοιραστήκαμε μαζί σου κι η οποία απλώς δεν περιγράφεται.
|