Ο πρίγκιπας των Αθηνών με τους λεπτούς τρόπους, την γοητευτική παρουσία και την τέλεια εμφάνιση, η πιο συναρπαστική φωνή του Ελληνικού ραδιοφώνου, ο συγγραφέας του Πανωλεθρίαμβου κι άλλων δύο αυτοβιογραφικών βιβλίων, ο πληθωρικός ηθοποιός που απέκτησε φανατικούς οπαδούς και που κάθε εμφάνισή του στο σινεμά και στο θέατρο γίνεται cult, ο bon viveur με τους άψογους τρόπους, το αδυσώπητο χιούμορ και τον λεπτό σαρκασμό, φέτος συναντήθηκε με τον πιο αγαπημένο και μυστηριώδη Έλληνα ποιητή, τον συγγενή του ψυχικά και συνονόματό του Κωνσταντίνο Καβάφη. Η συνέντευξη είναι εφ’ όλης της ύλης αν και δεν καλύπτει όλο του το ιστορικό. Κάτι τέτοιο άλλωστε θα ήταν αδύνατο…
Πως νοιώθετε ξανά στη σκηνή; Πάρα πολύ ωραία. Μάλλον δεν ξεχνιέται αυτό. Κι άμα μπαίνεις και στην περιπέτεια να κολυμπήσεις σε τέτοιου είδους νερά όπως είναι τα Αλεξανδρινά…
Δύσκολα νερά. Ναι είναι δύσκολα αλλά και πάρα πολύ γοητευτικά δεδομένης και της αινιγματικότητας της συγκεκριμένης φυσιογνωμίας , του Κ.Φ. Καβάφη…
Φ τι είναι; Το όνομα της μητέρας του νομίζω ήταν Φωτιάδη. Μετά το έκανε Κ. Π. Καβάφης . Τα πρώτα του χρόνια υπέγραφε με αυτό. Επίσης ισχυριζότανε για κάποια ποιήματά του που τα αποκήρυξε μετά, ότι κάποιος μακρινός του ξάδελφος τα έγραφε. Μπορεί κάλλιστα να λέει κάποιος πως «όχι δεν είμαι εγώ είναι ο άλλος». Είναι πολύ όμορφο να παίζεις με το alter ego. Κι ο Πεσσόα τόχει κάνει κατ’ επανάληψιν αυτό κι η Κάρεν Μπλίξεν έγραφε με ψευδώνυμο κι ένα σωρό άλλοι εν πάση περιπτώσει. Έχει ενδιαφέρον αυτό πάντα. Ετεροπροσωπία.
Πάνω στη σκηνή ξανά λοιπόν. Ναι. Είναι πάρα πολύ ωραίο δεδομένης και της ανταπόκρισης εκ μέρους του κόσμου γιατί το να κάνεις παράσταση προ κενών καθισμάτων δεν είναι και το καλύτερο. Οι παραστάσεις ανεβαίνουν για να συμμετέχουν οι άνθρωποι , να δυσαρεστούνται ή να ευχαριστούνται , να φεύγουν με κάποια αύρα από την παράσταση. Αυτό έχει ένα ενδιαφέρον. Επίσης ξέρεις αυτό που έχει πολύ ενδιαφέρον είναι πως το κοινό είναι ετερόκλητο. Ο κόσμος δεν ανήκει σ’ ένα συγκεκριμένο γκέτο. Δεν έρχονται μόνο άνθρωποι οι οποίοι είναι μεταφραστές ή επιμελητές γραμμάτων, άνθρωποι που φιλοδοξούν να βραβευτούν από ακαδημίες γραμμάτων και τεχνών… Όχι.
Και είδα στο κοινό επίσης ανθρώπους διαφορετικών ηλικιών. Βεβαίως. Ένα βράδυ που έβγαινα από το θέατρο είδα μια παρέα νεαρών που ήταν έτοιμοι να καβαλήσουν τις μηχανές οι οποίοι μου είπαν: Σας ευχαριστούμε. Μου έδωσαν την εντύπωση ότι προέρχονταν από κάποιο γκέτο πολύ συγκεκριμένο κι ο λόγος του ευχαριστώ τους ήταν ας πούμε: σας ευχαριστούμε που μπήκατε στην περιπέτεια να ανεβάσετε στη σκηνή ένα πρόσωπο τόσο ιδιαίτερο, διφορούμενο… Αυτή την εντύπωση μου δώσανε τα παιδιά αυτά. Αλλά όπως και νάχει το θέμα, το κοινό είναι ετερόκλητο. Κυρίες οι οποίες κατάγονται από την Αλεξάνδρεια… κόσμος που κάνει κάτι δουλειές που δεν τις υποψιάζεσαι. Και σου λένε: Α! Αν εκτίμησα έναν άνθρωπο εγώ, ήταν ο Καβάφης. Έχει στόχευση ο Καβάφης. Φαίνεται ότι έχει καταφέρει να απευθύνεται σε ανθρώπους διαφορετικούς κι αυτό είναι πάρα πολύ ενδιαφέρον πραγματικά.
Ναι από τα σχολικά εγχειρίδια μέχρι τις διεθνείς βιβλιοθήκες μπορείς να τον συναντήσεις. Ποιος έχει πάει να δώσει εξετάσεις σε δραματική σχολή και δεν έχει ετοιμάσει ένα ποίημα του Καβάφη;
Εγώ ετοίμασα. Κι εγώ ετοίμασα…
Η αίσθησή μου γι’ αυτόν τον ποιητή είναι ότι είναι ταυτόχρονα σκοτεινός και πολύ φωτεινός. Ότι είναι ένας άνθρωπος που εκτιμάει το γέλιο και της έλλειψη της ψεύτικης σοβαρότητας. Και κάποτε πάλι μπαίνει σε πάρα πολύ βαθιά νερά και μονομαχεί με τον εαυτό του. Έχεις απόλυτο δίκιο, είναι ακριβώς αυτό που περιγράφεις. Δεν έχω να προσθέσω τίποτε. Όταν είναι επαρκής η περιγραφή είναι σαν να προηγήθηκε η ερώτηση και να απάντησες εσύ.
Αυτό δεν είναι και πολύ σωστό από μέρους μου. Όχι είναι ωραίο. Στα πλαίσια του διαλόγου είναι ένα πολύ κανονικό πράγμα. Ναι περί αυτού πρόκειται. Και μεις όταν τον ψάχναμε και κόβαμε και ράβαμε και συγκρίναμε και τόνα και τ’ άλλο και κείμενα και μαρτυρίες, αυτό διαπιστώσαμε. Βλέπεις δεν είναι κι εύκολο να τον προσεγγίσεις, στα ποιήματά του δεν μιλάει για κάτι που εδώ και τώρα έγινε. Κάποτε ένα απόγευμα, κάποτε κάποιο Μάη, κάποτε τα χρόνια εκείνα… Με την μνήμη έχει να κάνει. Και το παρελθόν είναι πολύ πιο ισχυρό από το παρόν. Ενδεχομένως να έχει να κάνει με το γεγονός πως έχασε μητέρα, πατέρα, οκτώ αδέλφια.
Ναι. Παίζει κάποιο ρόλο. Η συντροφιά του κάθε βράδυ στο γραφείο του είναι αυτά τα πρόσωπα. Θα τον είχαν στοιχειώσει υποθέτω. Οπότε πώς να μην μπαινοβγαίνουν στα ποιήματα του πρόσωπα του παρελθόντος είτε βιωματικά είτε αποκυήματα της δικής του φαντασίας. Επίσης είναι πολύ ενδιαφέρουσα αυτή η ειρωνεία και στα ποιήματα του και σε συζητήσεις που είχε με φίλους του… Έχει πάρα πολύ ενδιαφέρον ο τρόπος με τον οποίο διαχειρίζεται τον λόγο , με ένα τρόπο πολύ θεατρικό. Αντίθετα με ότι πιστεύεται δεν ήταν θεατρικός μόνο ο τρόπος που υποδέχονταν ανθρώπους στο δωμάτιο του, που έβαζε τον νεαρό για παράδειγμα να κάθεται απέναντί του. Πέρα από αυτό ήταν θεατρικός και στον τρόπο με τον οποίο εξέφερε τον λόγο. Είχε κάνει εντύπωση και στον Μινωτή αυτό , πόσο θεατρικός ήταν ο Καβάφης όταν μιλούσε. Ε! Το λαμβάνει κανείς αυτό υπ’ όψιν του. Επίσης ένα πράγμα που εμένα μου κάνει εντύπωση είναι η επιλογή του όταν έχει απομονωθεί αφ’ ης στιγμής βίωσε τον θάνατο του αδελφού του με τον οποίο συνεργαζόταν στις μεταφράσεις των ποιημάτων του στα Αγγλικά. Στενή συνεργασία για δέκα-δώδεκα χρόνια. Ένας αδελφός ακόμα πιο κρεπαλιάρης και άσωτος απ’ αυτόν. Αφού απομονώνεται λοιπόν από τον κόσμο και ζει με τις αναμνήσεις , επιλέγει να μείνει πάνω από ένα πορνείο.
Ναι. Η μόνη αλήθεια που μας δόθηκε είναι το κορμί, λέει ο Καμύ. Το να είσαι πάνω από ένα πορνείο και να εισπράττεις τις αναθυμιάσεις της κάβλας του είναι ένα θέμα. Γιατί να μην είναι σε μια φιλήσυχη αστική γειτονιά; Αστός ήταν ο Καβάφης.
Ναι αλλά και σεις αστός ήσασταν αλλά πάντα σας άρεσε να πηγαίνετε σε μέρη όπου διεξάγονταν οι περιπέτειες των σωμάτων.
Φυσικά. Υπάρχει μία έλξη, κάτι σε τραβάει, κάτι παίζεται εκεί πέρα. Κάποια νεαρή πόρνη; Κάποιος νεαρός που έκανε λάθος τον όροφο; Έχει ένα ενδιαφέρον όλο αυτό το πράγμα. Ειλικρινά. Κι όταν υποδύεσαι ένα πρόσωπο στη σκηνή ή στην κάμερα δεν μπορείς να ασχολείσαι με την φιλολογική του πλευρά. Σ’ ενδιαφέρει η σωματικότητα του, σε ενδιαφέρουν τα χούγια του, οι συνήθειές του, το βλέμμα του. Δεν σε ενδιαφέρει τόσο πολύ αν η αντωνυμία στον Καβάφη είναι σημαντική…
Ναι, αυτό είναι… Είναι δουλειά άλλων
Εκείνο το στοιχείο που υπήρξε στην παράσταση έντονο ήταν το μυστήριο , το άλεκτο, αυτό που δεν λέγονταν. Που δεν μπορούσε να ειπωθεί. Υπήρξε στην ερμηνεία αυτό. Τέθηκε επί σκηνής το μυστήριο και γι’ αυτό ήταν ενδιαφέρουσα αυτή η ερμηνεία. Γιατί υπάρχουν πράγματα που λειτουργούν στις παρυφές του μυαλού κι από αυτά ο ποιητής αντλεί ένα απόσταγμα. Κι ούτε ήθελα να τα διαλευκάνω όλα. Δεν ήθελα καθόλου να παίξω τον ρόλο του ντεντέκτιβ. Τα άφησα όλα έτσι, μυστήρια κι αινιγματικά. Ένα από τα πιο γοητευτικά πράγματα που έχω διαπιστώσει όλα αυτά τα χρόνια που πηγαινοέρχομαι εδώ και κει είναι ότι μερικά πράγματα δεν χρειάζεται να εξηγούνται.Κι επειδή οι καλλιτέχνες δεν είναι ούτε κοινωνιολόγοι, ούτε πολιτικοί που υπόσχονται, ούτε μαχόμενη δημοσιογραφία ούτε τίποτε από όλα αυτά τα πράγματα εκείνο που πάντα τους ενδιέφερε και που μ’ αυτό φλερτάρουν και προσφέρουν και στους θεατές, είναι η μαγεία. Αυτό είναι το ζήτημα με το θέατρο και με την τέχνη. Δεν θέλω να διευκρινίσω απολύτως τίποτα. Δεν χρειάζεται να ψάχνεις τι σημαίνει το ένα και τι σημαίνει το άλλο. Τίποτα δεν σημαίνει. Μια κάποια στιγμή συναντήθηκε ο καλλιτέχνης με μία υπέρβαση.
Και δημιούργησε μια ρωγμή στο συλλογικό υποσυνείδητο η οποία μπορεί να έχει ενδιαφέρον. Λέει ο Πόντζο στο «Περιμένοντας τον Γκοντό»: Θα σταματήσετε να με ενοχλείτε με τον καταραμένο τον χρόνο σας; Πότε, πότε, πότε; Μια μέρα γεννήθηκα, μια μέρα μεγάλωσα, μια μέρα πέθανα. Την ίδια στιγμή. Αυτό είναι.
Έχετε παίξει αυτό το έργο. Ναι. Έγινε μία παράσταση με τον Πιατά και μία με τον συγχωρεμένο τον Σαμπάνη. Είχα την τύχη να παίξω δύο φορές αυτό το γενναιόδωρο έργο. Επίσης έχω παίξει το «Τέλος του παιχνιδιού». Και την «Τελευταία μαγνητοταινία του Κραπ» σε πρόβες με τον Σπύρο τον Βραχωρίτη. Αυτό ήταν στα Εγγλέζικα και το προορίζαμε για το φεστιβάλ του Εδιμβούργου. Κάναμε υπέροχες πρόβες, ο Σπύρος είναι εξαιρετικός στο να εντοπίζει και να σου δείχνει μονοπάτια για να βρεθείς εκεί που πρέπει . Κάποια στιγμή εμφανίστηκε η παραγωγός μας και είπε: Δυστυχώς επτώχευσα. Δεν είναι η πρώτη φορά που συμβαίνει σ’ αυτό το χώρο, ειδικά στις μέρες μας…
Συμβαίνει πολύ συχνά. Πείτε μου για μια παλιά, πολυαγαπημένη ταινία. Τα κουρέλια τραγουδούν ακόμα. Πότε άρχισαν όλα;
Όταν αυτός ο κρετίνος ο Πέρι Κόμο τραγούδησε την Γκλεντόρα. Άκου πτώμα να μαθαίνεις. Φυσικά! Νίκος Νικολαΐδης. Ο Νίκος είχε πλήρη έλεγχο πάνω στο κάδρο του, του άρεσε οι ήρωες του να είναι μεγαλύτεροι από την ζωή, πολύ πιο γκράντε και σπουδαίοι , δεν τον ενδιέφερε η διπλανή πόρτα…
Καθόλου. Οι ήρωες του ήταν της ουτοπίας, κάτι αριστοκράτες αντισυμβατικοί. Δεν τους ενδιέφερε καθόλου αν αυτό που έκαναν ανταποκρίνονταν σε κάποια πραγματικότητα. Όλες του οι ταινίες νομίζω είναι αλλού. Αυτό το ενδιαφέρον με τον Νίκο είναι πως δεν έχει καμία σχέση με το εδώ και το τώρα. Ήταν αλλού. Ο περισσότερος κόσμος χωρίς να το έχει πάρει χαμπάρι -και γι’ αυτό φαίνεται και νεώτερος- είναι αλλού. Παλιά, θα θυμάσαι ίσως από φωτογραφίες γνωστών, συγγενών, ότι οι άνθρωποι μετά το στρατιωτικό τους ήταν γέροι. Και ξαφνικά από την δεκαετία του -60 και μετά, σου εκμυστηρεύονται την ηλικία τους και λες: Δεν το πιστεύω! Είσαι τόσων χρονών; Δεν σου φαίνεται. Είναι το πράγμα που ακούω καθημερινά τα τελευταία χρόνια. Γιατί νομίζω ότι κανένας δεν είναι εδώ και τώρα. Είναι αλλού. Σ’ ένα δικό τους κόσμο. Αυτό την λεηλασία του χρόνου κάπως την απαλύνει. Είναι σαν να της έχεις βάλει ένα σιγαστήρα. Υπάρχει εκπυρσοκρότηση αλλά δεν έχει την ίδια εμβέλεια. Περνάει λίγο απαρατήρητη. Εμένα μ’ αρέσει αυτό το ξεγέλασμα.
Πάντα μ’ αρέσανε τα ξεγελάσματα. Κι υπάρχει κι ένας κλασσικός στίχος των Στόουνς . Τον θυμάμαι από τα νιάτα τους που τον τραγουδάγανε. Δεν τα καταφέρανε κι άσχημα κι αυτοί. Time is on my side. Αν σκεφτεί κανείς ότι είναι εβδομηντάρηδες κι ακόμα παίζουν rock end role…Δεν είναι και λίγο… Γυρίζουν όλο τον κόσμο, έχουν κοινό. Και περνάει καλά ακούγοντάς τους.
Κάποτε ερωτευόσουν πολύ νεώτερα σου πλάσματα. Εκτός φυσικά από τις περιπέτειες της σάρκας τις πολύ νυχτερινές. Βεβαίως, έχεις δίκιο. Υπήρχε αυτό. Και νομίζω ότι ακόμα παραμένει η διαφορά της ηλικίας, ξέρεις.
Σταθερή. Ναι σταθερή. Βέβαια έχω κάνει κάποια πρόοδο. Παλαιότερα ήταν γύρω στα εικοσιπέντε το όριο.
Είκοσι με είκοσι-πέντε. Εκεί. Τώρα είναι και τριανταπέντε και σαράντα και τα λοιπά. Ξέρεις δηλαδή νομίζω ότι έχω αρχίσει και καταλαβαίνω πια πως ο κόσμος έχει εξαιρετικά πλάσματα όλων των ηλικιών. Κι όταν μεγαλώνεις που δεν σε πολυαφορά κι η σωματικότητα και παίζουν ρόλο άλλα πράγματα, μια συντροφικότητα, τα παιχνίδια του μυαλού, ένα βλέμμα, ε…υπάρχει χώρος για πάρα πολύ κόσμο πια. Αλλά είναι σε άλλο επίπεδο. Δεν έχει σχέση με τότε που κυνηγούσες και ήξερες και τον λόγο. Τώρα μπορεί να έχει μείνει η κεκτημένη ταχύτητα του να γνωρίσεις ένα πρόσωπο αλλά δεν είσαι σίγουρος ότι ξέρεις και τον λόγο. Γίνεται έτσι κι αλλιώς.
Δεν έχει και τόση σημασία ο λόγος… Μου φαίνεται πως όχι.
Ψάχνουμε όλη μας τη ζωή για την αιτία και στο τέλος το μόνο που μας μένει είναι το αποτέλεσμα. Έτσι κι αλλιώς όλα φθείρονται. Ναι, ναι. Όσο κρατήσει.
Είχες κάνει και Μακρόνησο κάποτε. Εξ αιτίας μιας ταινίας.
Το happy day του Παντελή του Βούλγαρη.
Τι υπέροχη ταινία! Μου άρεσε πάρα πολύ. Ναι, ναι. Και έχει αντέξει στο χρόνο. Ίσως και εξ αιτίας της φωτογραφίας του Γιώργου του Πανουσόπουλου.
Ναι. Παίζει ρόλο στο σινεμά η φωτογραφία. Έβλεπα ένα καλοκαίρι τις ταινίες του Αντωνιόνι κι έχει δίκιο ο Όρσον Ουέλες, είναι σαν να ξεφυλλίζεις ιταλικό Vogue. Ασπρόμαυρες, λιτές… Δεν υπάρχει αυτό που λέμε ερμηνεία αλλά διασώζονται κι έχουν πάντα ενδιαφέρον χάρη στην πολύ στιλάτη φωτογραφία. Έχει κάτι διευθυντές φωτογραφίας που είναι μαιτρ. Να φωτίσουν ένα πρόσωπο, να αποδώσουν την νύχτα, τις φωτοσκιάσεις… Αυτή ήταν και η ταινία που με προσγείωσε στην Ελληνική πραγματικότητα από την Νέα Υόρκη. Το -75.
Δεν είδε την ταινία μέσα από μια προπαγανδιστική οπτική κι αυτό της έδωσε μια διαχρονικότητα. Ναι. Αυτό είναι που την κάνει την ταινία ακόμα και βλέπεται γιατί την εποχή εκείνη που βγήκε η ταινία οι φανατικοί και βαμμένοι λέγανε: Μα τι είναι αυτά, εδώ έχουμε να κάνουμε με μια ιστορία πολύ συγκεκριμένη και τους ενοχλούσε η απόσταση που κράτησε ο Παντελής. Ο οποίος είχε υποστεί τις διώξεις και τις κακουχίες του εξόριστου κι είχε έρθει στη Νέα Υόρκη να συνέλθει . Έτυχε εξαιρετικά θερμής υποδοχής η ταινία του «Το προξενιό της Άννας» στο μουσείο Μοντέρνας Τέχνης και πήρε διθυραμβική κριτική από τους New York Times όπου τον αποκάλεσαν «ο ποιητής της Μεσογείου». Μου είχε κάνει μεγάλη εντύπωση γιατί την ίδια εποχή είχαν προβληθεί οι «Μέρες του -36» του Αγγελόπουλου και δεν τους εντυπωσίασαν καθόλου. Το χαρακτήρισαν γεμάτο πλανολαγνεία και με κάθε άλλο παρά κινηματογραφική γραφή. Αυτή η ομορφιά του κάδρου δεν τους αφορούσε καθόλου. Οι Αμερικάνοι όταν κάνουν πολιτικό θρίλερ σου σηκώνεται η τρίχα. Τότε μου έκανε και την πρόταση ο Βούλγαρης. Μου λέει: Θαρθείς στην Ελλάδα φέτος το καλοκαίρι να κάνουμε μαζί μια ταινία που ετοιμάζω; Του λέω: Ποια ταινία; Μου είπε. Εγώ εκεί τι μπορώ να κάνω; Τον παπά. Εγώ τότε ήμουνα μακριά μαλλιά, μαριχουάνα, σεξ…
Χορός πολύς, ξενύχτια, κλαμπ... Ξέρεις, καμία σχέση με παπά. Εν πάση περιπτώσει ήταν ωραία.
Και μετά κάνατε κι άλλες ταινίες. Με τον Παντελή έχω κάνει επίσης το «Ακροπόλ» και τον «Ελευθέριο Βενιζέλο».
Ο «Δράκουλας των Εξαρχείων»; Σας καθιέρωσε βέβαια ως τον Έλληνα δράκουλα. Είχε πλάκα. Με τον Κοτρώνη κ.λ.π. Εκεί γνώρισα και τον Τζίμη τον Πανούση. Ο Ζερβός… Είχες να κάνεις μ’ έναν άνθρωπο που έπαιζε τον ρόλο του σκηνοθέτη χωρίς την σκηνοθετική απειλή. Ήθελε να είναι με παρέα και να βρίσκεται εκεί και να κάνει πράγματα. Αυτό λίγο είναι;
Μιλήστε μου τώρα για την «Πορνογραφία» του Μάνου Χατζιδάκι. Εξαιρετική. Αλλά μ’ άρεσε κι ο Μάνος τότε που είπε: Κύριοι δεν νομίζω ότι έχουμε τύχη περισσότερη του ενός μηνός. Οι άνθρωποι δεν θέλουν να έρχονται στο θέατρό μας να μας βλέπουν. Ήταν μια σκληρή περίοδος αυριανισμού και πασοκίασης. Στην πρεμιέρα θυμάμαι ότι φωνάζανε συνθήματα εναντίον του. Αυτό ήταν απίστευτο.
Μετά κλείσανε τα καλοριφέρ, ένα βράδυ έγινε η παράσταση με τα φώτα της πρόβας γιατί δεν επέτρεπαν να χρησιμοποιηθούν τα φώτα του θεάτρου. Ναι, ναι όλα αυτά. Γίνανε πράγματα απίστευτα. Αλλά ήταν τόσο ωραίο να δουλεύεις με τον Μάνο. Καταπληκτικό. Μαγικό ήταν αυτό . Ερχότανε στην πρόβα όποτε ήθελε. Εγώ εξίμιση με επτά που είχαμε πει ήμουν εκεί, αυτός ερχόταν κατά τις εννιά… Μια φορά του λέω: Κύριε Χατζιδάκι να σας ρωτήσω κάτι; Τι θα γίνει μ’ αυτό το θέμα του ωραρίου; Ποιο είναι το θέμα του ωραρίου, μου λέει. Λέω: η πρόβα. Λέει: Τι ακριβώς; Ε! του λέω έχουμε πει εξίμιση με επτά κι εσείς έρχεστε στις εννιά. Γιατί, μου λέει, εσύ τι ώρα έρχεσαι; -Ότι ώρα έχουμε πει. –Κάθε μέρα; -Κάθε μέρα. –Άκουσε να σου πω, μου λέει, παιδάκι μου. Όποιος είναι συνεπής στα ραντεβού του, είναι ύποπτος. Κάτι κρύβει. Αυτό δεν το είχα ξανακούσει.
Ούτε γω. (γέλια) Απίστευτο. Απίστευτο. Μάλιστα, ενδιαφέρον! Εντωμεταξύ είναι εντυπωσιακό. Μπορεί να μην κάνεις κάθε σεζόν θέατρο , να κάνεις μετρημένες παραστάσεις. «Εσωτερικαί ειδήσεις», η «Φαύστα», το «Περιμένοντας τον Γκοντό», η «Πορνογραφία»… Μπορεί να είναι μετρημένες στα δάκτυλα. Κι όμως είναι μερικά πράγματα που μπορεί να έχουν λίγο κοινό αλλά πολύ φανατικό. Δεν ξεχνιούνται ποτέ.
Για πείτε μου για μια άλλη παράσταση κι έναν επίσης πολύ χαρακτηριστικό ρόλο του Τσίτσο. Μιλάω για το «La nona» με τον Δημήτρη Πιατά ως Nona και εσάς ως Τσίτσο, που είχε μάλιστα και μεγάλη επιτυχία. Το παίξαμε τρεις σεζόν. Όπου το παίζαμε γίνονταν επιτυχία. Είχαμε λάβει υπ’ όψιν μας τις Αργεντίνικες παραστάσεις και μία Εγγλέζικη εκπληκτική όπου τονίστηκε ο ζόφος. Όσο προχωρούσε το έργο με ένα τρόπο η γριά φούσκωνε και το σκηνικό μίκραινε. Σε έπνιγε. Πολύ εφιαλτικό. Μια παραβολή στα ίσα του τι μπορεί να είναι αυτή η γριά.
Αυτός ο τσαρλατάνος ο Τσίτσο που γράφει υποτίθεται ταγκό; Θα μπορούσε τελικά να γράψει ένα αριστούργημα; Όχι. Κι ούτε τον αφορά. Του αρέσει η ιδέα ότι είναι αρτίστας. Ζει χωρίς να εργάζεται γιατί είναι κατά της εργασίας . Εγώ έχω γνωρίσει πάρα πολλούς ανθρώπους τέτοιους στο Πασαλιμάνι που μεγάλωσα και σε όλη την Ελλάδα. Φοβερούς τεμπελχανάδες οι οποίοι είχαν όλα τα ταλέντα του κόσμου και δεν τους αφορούσε καθόλου να τα ασκήσουν. Ούτε που τους πέρναγε από το μυαλό. Τους άρεσε να περνάνε ημέρες κρασιού και λουλουδιών.
Αλλά καταλήγει στην αυτοκτονία ο Τσίτσο. Φαίνεται, σε μερικές περιπτώσεις δεν υπάρχει άλλος δρόμος.
Έχετε σκεφτεί ποτέ την αυτοκτονία; Όχι. Είχα πολλούς φίλους που φύγανε από αυτό το μάταιο κόσμο με τέτοιο τρόπο . Εγώ είμαι ένας άνθρωπος ο οποίος αντιδρά με βάση κάτι που έχει συμβεί. Όταν δω κάποιον δίπλα μου, ας πούμε να κάνει σκληρά ναρκωτικά και να παρουσιάζει ελεεινή όψη δεν με ενδιαφέρει να μπω στην περιπέτεια. Θέλω να το αποφύγω. Το ίδιο είναι και με αυτό. Έπεσα πάνω σε ανθρώπους που τους είδα την παραμονή, πριν φύγουν από αυτό το μάταιο κόσμο. Λουσμένοι σ’ ένα αδιανόητο, υπερκόσμιο φως που ερχόταν από πολύ μακριά. Και στις δύο περιπτώσεις. Δεν το πίστευα. Μάλιστα τη δεύτερη φορά είπα: Καλά δεν το είδα, δεν ήταν σαφές; Και ναι. Δεν το σκέφτηκα ποτέ. Δεν φλέρταρα καθόλου μ’ αυτή την ιδέα.
Τι θα λέγατε γι’ αυτήν την απίστευτα σνομπ ύπαρξη που λέγεται θεός; Πιστεύω πως αν υπήρχε, θα είχε μαθευτεί.
Θα είχαμε πάρει κάποιες πληροφορίες. (γέλια) Άρα ας αφήσουμε το θέμα ως έχει. Είναι καλό πάντως να φαντάζεται ο καθένας ότι θέλει…
Εγώ πάντως τον φαντάζομαι σαν εσάς. Να κατεβαίνει από τον ουρανό με ένα τέλειο κοστούμι και υπέροχα δερμάτινα μοκασίνια για να πάει να πιει τον καφέ του στο «Φίλιον». Άψογος. Θεός!
Τα ταξίδια στο εξωτερικό; Έκανα πολλά. Για μεγάλο διάστημα όταν ήταν εδώ πέρα καύσωνας πήγαινα στις δροσερές μητροπόλεις. Αγία Πετρούπολη, Βερολίνο, Κοπεγχάγη, Στοκχόλμη…
Έχει όμορφους άντρες στην Αγία Πετρούπολη; Μπα όχι. Μόνο ωραίες γυναίκες. Πάρα πολύ ωραίες οι οποίες κάνουνε βόλτες πάνω-κάτω κοκέτικα και λικνιζόμενες μπας και τους προκύψει κάποια καλύτερη τύχη.
Στη Στοκχόλμη; Είναι πολύ ωραία ράτσα, είναι πανέμορφοι και οι άντρες και οι γυναίκες. Τι ράτσα! Ευγονική έχουν κάνει;
Το Δουβλίνο πως σας φάνηκε; Είναι μία πόλη που την ιστορία της δεν την κρύβει. Εδώ ας πούμε καθόταν κι έπινε καφέ ο Τζόυς με τον Μπέκετ. Στο προαύλιο εδώ ο Όσκαρ Ουάιλντ έκανε φιοριτούρες. Και πάει λέγοντας. Μού έκανε εντύπωση. Και το Εδιμβούργο μ’ άρεσε. Είχα πάει στο φεστιβάλ μια χρονιά. Με μια φίλη μου ιέρεια της τέχνης η οποία με έτρεχε από παράσταση σε παράσταση. Αυτή χώνεψε όλη την αβανγκουάρντια, τον γελαστό κόσμο της πρωτοπορίας, καταπληκτικά! Πολύς κόσμος, πολλοί θεατρικοί χώροι, θέατρα μεγάλης χωρητικότητας… Έχουν παράδοση.
Ποια είναι η πρώτη σας σκέψη όταν ξυπνάτε; Να ξεκινήσω τη μέρα μου με πειθαρχία, απόλυτα οργανωμένος ώστε να φτάσω έτοιμος στο «Εν λευκώ» για την εκπομπή μου στις δέκα με δώδεκα. Είναι το στοίχημά μου να είμαι συνεπής σ’ αυτό το ραντεβού.
Και πριν κοιμηθείτε; Δωδεκάμιση το αργότερο είμαι με ένα βιβλίο στο κομοδίνο πάντα, έτοιμος να βυθιστώ.
Και η νύχτα; Δεν με αφορά πια… Μου έχει τελειώσει. Ωραία ήταν ε, πάρα πολύ ωραία ήτανε πραγματικά γιατί έπεφτες και στο παιχνίδι των μεταμορφώσεων. Τη νύχτα, ειδικά σε μια ξένη πόλη μπορείς να παίξεις ότι ρόλο λαχταρά η ψυχή σου, ότι μπορείς να φανταστείς. Η νύχτα στην Νέα Υόρκη ήταν συναρπαστική. Επικίνδυνη αλλά σέξι. Όταν συναντούσες ένα άγνωστο πρόσωπο ήταν ένα άγνωστο πρόσωπο. Δεν ήξερες τι σε περιμένει. Θυμάμαι κάτι τύπισσες που κυκλοφορούσαν τη νύχτα, ειδικά όταν έριχνε χιόνι… Έλεγα: θα βγω, όταν έχει χιόνι γιατί είμαι σίγουρος ότι τα άτομα που θα κυκλοφορούν απόψε θα είναι ιδιαίτερα και έχουνε βγει κι αυτοί με σκοπό να συναντήσουν σπέσιαλ ανθρώπους. Και πράγματι έτσι συνέβαινε πάντα. Εντυπωσιακό ήτανε. Κόντρα στα στοιχεία της φύσεως.
Για να κλείσουμε πείτε μου ένα κοινό σας σημείο με τον Καβάφη. Το πιο κοινό. Μεταξύ άλλων είναι η απώλεια της μητέρας. Είναι ένα θέμα αυτό. Και μένα η μητέρα μου υπήρξε κάποια φυσιογνωμία. Κι απ’ τα γραπτά του Καβάφη για την μητέρα του φαίνεται ότι του στοίχισε αυτό. Αλλά επειδή είναι ένας άνθρωπος που ξέρει να συμπεριφέρεται χωρίς να το κάνει θέμα, κάνει το δικό του χωρίς να ενοχλεί τον διπλανό του, χωρίς να τον φορτώνει. Αυτό είναι το μότο στο τέλος. Να ζήσεις όπως θέλεις την δική σου τη ζωή χωρίς να φορτώσεις τον άλλον. Η Νέα Υόρκη πάντως στο μαθαίνει αυτό. Να μην νομίζεις πως είσαι το κέντρο του σύμπαντος.
Κάτι που στην Ελλάδα συμβαίνει αντίθετα. Τεράστια «εγώ»… Ε! Βέβαια! Εδώ όλοι είναι το κέντρο του σύμπαντος.
Έχουμε πολλούς βασιλιάδες εδώ! Τώρα με την κρίση όλα αυτά τα «εγώ» που είναι και καραβοτσακισμένα, είναι ακόμα μεγαλύτερα. Νομίζουν βλέπεις πως αδικήθηκαν.
Πόσων χρονών ήσασταν όταν πέθανε η μητέρα σας; Δεκαπέντε. Κι από σύμπτωση ο Καβάφης πέθανε την ημέρα των μυροφόρων κι η μητέρα μου λεγόταν Μυροφόρα. Είναι μερικά πράγματα τόσο περίεργα, ξέρεις…