Σχετικά άρθρα
ΜΗΤΣΟΣ ΚΑΣΟΛΑΣ |
![]() |
![]() |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Παρασκευή, 28 Αύγουστος 2009 16:04 | |||
Το «Επί σκηνής» προσκαλεί τον συγγραφέα Μήτσο Κασόλα σε μια συζήτηση για τον Καββαδία, την περιπέτεια της γραφής, τα δαιμόνια της τέχνης, τον άγιο κόπο των πραγμάτων και τις ψυχές των μυθιστορηματικών ηρώων… Ο Μήτσος Κασόλας αγάπησε ιδιαίτερα τον ποιητή των θαλασσών και μάλιστα ευτύχησε να γνωριστεί προσωπικά μαζί του. Καρποί των συναντήσεών τους ήταν τα βιβλία Νίκος Καββαδίας: Γυναίκα-θάλασσα-ζωή και «Νίκος Καββαδίας –Ο Δαίμονας χόρευε μέσα του». Στην συζήτηση αυτή πλάι στη λίμνη Πλαστήρα, ο συγγραφέας αναφέρεται στην περιπέτεια αυτών των βιβλίων αλλά και στην περιπέτεια των λέξεων γενικότερα. Η λίμνη με τα μαγικά της ξόρκια, ταξίδεψε την μεσημεριάτικη κουβέντα μας σε γαλανούς, υγρούς, μακάριους τόπους της μνήμης και της ανάμνησης… Ας μιλήσουμε για τον ποιητή που αγαπήθηκε από πολλούς, αγάπησε πολύ κι έμεινε πιστός κι άξιος εραστής των μακρυσμένων θαλασσών του… Τον Νίκο Καββαδία ή Κόλια Καββαδία τον γνωρίσαμε όταν έγραψε στα 29 του χρόνια ένα σπουδαίο βιβλίο το Μαραμπού και το εξέδωσε το 1933. Είχε πολύ μεγάλη απήχηση τότε στον κόσμο των γραμμάτων κι από τότε άρχισε να δημιουργείται κι ο μύθος του Καββαδία για τον ποιητή της θάλασσας, για τον ποιητή των ναυτικών, για τον ποιητή των εξωτικών ταξιδιών, για τον ποιητή της σκληρής δουλειάς, της ζωής στα καράβια… Αυτόν τον άνθρωπο και την ποίησή του, τον διάβασα πριν από πάρα πολλά χρόνια. Και στάθηκα τυχερός γιατί γνωριστήκαμε, γίναμε φίλοι και μου εμπιστεύτηκε τις περίφημες, τις παραμυθένιες ιστορίες του στο μαγνητόφωνό μου. Ήταν τον Δεκέμβρη του 1974. Ο Καββαδίας μετά από 47 ημέρες περίπου που έκανα τις μαγνητοφωνήσεις των παραμυθένιων του ιστοριών έφυγε από τον κόσμο. Πέθανε. Στο μεταξύ είχε προλάβει να εκδώσει και το βιβλίο Πούσι το 1947 και την Βάρδια το 1955. Στάθηκα τυχερός που τον γνώρισα και τυχερότερος που μου εμπιστεύθηκε τις αφηγήσεις του τις οποίες μετά από χρόνια τις έκανα βιβλίο με τον τίτλο: Νίκος Καββαδίας: Γυναίκα-θάλασσα-ζωή. Αυτό το βιβλίο στάθηκε αφορμή να γραφτούνε έξι-επτά δοκίμια με βάση το αυτοβιογραφικό υλικό του Καββαδία. Κι απ’ αυτό το βιβλίο προέκυψε η συγγραφή του δεύτερου που βγήκε πρόσφατα από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Τον Απρίλιο του 2009. Πως προέκυψε το δεύτερο βιβλίο για τον ποιητή; Το πρώτο βιβλίο προκάλεσε το ενδιαφέρον πολλών ναυτικών που συνυπηρέτησαν με τον Καββαδία στα ίδια καράβια και ταξιδεύαν για χρόνια. Πολύς κόσμος ναυτικός, είτε ανώτερο είτε κατώτερο προσωπικό δεν γνώριζε ότι ο Καββαδίας ήταν ένας σπουδαίος ποιητής. Το πληροφορήθηκαν μετά από το θάνατό του. Γνώριζαν μόνο τον Κόλια τον ασυρματιστή ο οποίος είχε το χάρισμα να επικοινωνεί γρήγορα με τους ανθρώπους, είχε το χάρισμα να τον αγαπούν οι άλλοι άνθρωποι, να φτιάχνει ωραία ατμόσφαιρα και βεβαίως είχε και το χάρισμα της ειρωνείας και του αυτοσαρκασμού και των πειραγμάτων. Είχε ένα δαίμονα μέσα του, το δαίμονα του γέλιου. Με το που προέκυψε η έκδοση του πρώτου βιβλίου, προέκυψε κι ένα ενδιαφέρον από τους συναυτικούς του Καββαδία που το διάβασαν. Και πολλοί ζήτησαν να τους συναντήσω και να μου πούνε ιστορίες για τον Καββαδία από τον καθημερινό του βίο. Δηλαδή ποιος ήτανε ο Νίκος ο Καββαδίας στην καθημερινή του στάση απέναντι στον εαυτό του, απέναντι στους άλλους, απέναντι στις γυναίκες, απέναντι στα λιμάνια, απέναντι σε φίλους επώνυμους ή μη επώνυμους. Έτσι συνάχθηκε ένα αφηγηματικό υλικό περίπου δεκαπέντε ανθρώπων που τον γνώρισαν οι οποίοι βάζοντας την μνήμη τους να δουλέψει θυμήθηκαν πολλά στοιχεία της καθημερινότητάς του. Και μάλιστα πολλοί τον πείραζαν και τους πείραζε κι αυτός. Έτσι που προέκυπτε κάθε φορά μια ζεστή ατμόσφαιρα ανάμεσά τους κι ο Καββαδίας προτιμούσε αυτόν τον κόσμο της ναυτοσύνης παρά τους επίσημους καλεσμένους κάθε φορά του καπετάνιου στο τραπέζι. Σπάνια πήγαινε σ’ αυτά τα τραπέζια τα επίσημα, προτιμούσε να πηγαίνει στην τραπεζαρία του κατώτερου πληρώματος. Όλος αυτός λοιπόν ο κόσμος, είπαν με αφάνταστη χαρά την άποψή τους για τον άνθρωπο Καββαδία και συγκρότησαν το βιβλίο «Νίκος Καββαδίας –Ο Δαίμονας χόρευε μέσα του», κι αυτό από τις εκδόσεις Καστανιώτη. Το δεύτερο βιβλίο λοιπόν μοιάζει να είναι η αυτοβιογραφία του ποιητή αλλά αφηγούμενη από τους ναυτικούς που τον γνώρισαν. Ενδιαφέρεται σήμερα ο κόσμος για τον ποιητή των θαλασσών; Διάβασαν τα βιβλία με τις μαρτυρίες για τη ζωή του οι Έλληνες αναγνώστες; Και τα δυο βιβλία έχουνε σχετικά αρκετά μεγάλη κυκλοφορία κι αυτό δεικνύει ότι ο ποιητής παρ’ όλο που περάσανε περίπου τριάντα χρόνια από το θάνατό του συνεχίζει να είναι στη μνήμη και στις καρδιές των ανθρώπων και να αποκτά καινούργιους παθιασμένους αναγνώστες. Συνέβαλλαν βεβαίως στο μεταξύ και οι μελοποιήσεις που έγιναν από διάφορους συνθέτες . Η επιδίωξη η δικιά μου ήτανε να γνωρίσω τον Καββαδία στον κόσμο. Ποιος ήταν ο ποιητής πίσω από τα ποιήματά του και πίσω από τις μελοποιήσεις του. Ελπίζω να τα κατάφερα κι ελπίζω να βρεθούνε άλλοι άνθρωποι να κάνουν το ίδιο. Είναι λίγο δύσκολο βέβαια γιατί κι αυτοί πια οι συναυτικοί του μεγαλώσανε πολύ, φύγανε από τη ζωή αλλά κάθε καινούργιο στοιχείο που μπορεί να προσκομιστεί για την μαρτυρία του ανθρώπου Καββαδία θα είναι πολύ καλό. Όλος αυτός ο κόσμος, ο κόσμος του Καββαδία μοιάζει σαν να ανήκει πια σ’ ένα κομμάτι του παρελθόντος, σαν να σηματοδοτεί ένα τέλος εποχής… Το βιβλίο σας προσφέρει στους νέους ανθρώπους μια πρόσβαση για να γνωρίσουν αυτόν τον ξεχασμένο κόσμο… Δεν ξέρω αν αξιοποίησα απολύτως όλο το αρχειακό υλικό γύρω από τον Καββαδία. Αυτό όλο το υλικό υπάρχει και μπορεί κάποιος αύριο να ενσκήψει με μιαν άλλη ματιά και ενδεχομένως να ανασύρει στην επιφάνεια και πράγματα που εγώ τα θεωρούσα επουσιώδη… Εν πάση περιπτώσει φαίνεται ότι με το να συνεχίζει να διαβάζεται ο Καββαδίας στις μέρες μας έχει μέλλον επιβίωσης ο θρύλος του, η φήμη του, η δόξα του μέσα στον κόσμο. Έχετε γράψει πολλά μυθιστορήματα και κάποια απ’ αυτά έγιναν και πετυχημένες τηλεοπτικές σειρές… Ναι. Και το ότι αυτές οι σειρές δημιουργήθηκαν για κρατικά κανάλια βοήθησε στο να διασωθούν αρκετά στοιχεία από τα δύο μου βιβλία. Το πρώτο που προβλήθηκε το 1996, ήταν ο Πρίγκιπας. Μυθιστόρημα. Ο πρίγκιπας είναι το παρατσούκλι ενός λαϊκού ήρωα που χρωστάει σ’ όλο τον κόσμο και θέλοντας να τελειώνει με τα χρωστούμενά του σκηνοθετεί το θάνατό του ώστε να σβηστούν όλα. Έτσι όταν θα επανέλθει δεν θα χρωστάει σε κανέναν και θα μπορέσει να ζήσει αμέριμνος τη μικρή του ζωή μαζί με την πολυμελή του φαμίλια. Το 1982 επήρε το βιβλίο αυτό το πρώτο Κρατικό Βραβείο μυθιστορήματος. Η Αγγελίνα που επίσης έγινε τηλεοπτική σειρά βγήκε στη δεκαετία του -90, πάλι απ’ τις εκδόσεις Καστανιώτης. Την έκανε τηλεοπτική σειρά ο Τάσος ο Ψαρράς όπως και τον Πρίγκιπα. Τον Πρίγκιπα τον γύρισε με την επιδίωξη να μην κλειστούμε σε χώρους εσωτερικούς αλλά να ανοιχτούμε στα χωράφια, στους αγρούς, στις αγροικίες, στα ποτάμια, εκεί που υποτίθεται έζησε ο φανταστικός μου ήρωας. Τον Πρίγκιπα τον έπαιζε ο Αρμένης, εξαιρετική απόδοση του ρόλου, και συμμετείχαν κι άλλοι πολλοί, ο Ηλίας ο Λογοθέτης κι ακόμα περίπου εκατό ηθοποιοί. Η παραγωγή ήταν φτηνή αλλά ο Πρίγκιπας ήταν επτάψυχος, σώθηκαν πολλές απ’ τις ψυχές του. Οι υπόλοιπες είναι στο βιβλίο και εναπόκειται στον αναγνώστη να έρθει σε επαφή μαζί του για να δει τι κόπηκε, τι ράφτηκε… Το ίδιο ισχύει και για την Αγγελίνα. Όμως δεν είναι μόνο αυτά τα δύο βιβλία… Βεβαίως έχω γράψει αρκετά μυθιστορήματα, σύνολο βιβλίων δεκαοκτώ. Έγραψα ένα εξόχως ερωτικό βιβλίο, το Σάπιο νερό. Επίσης ένα τελευταίο μυθιστόρημα με πλοκή και αστυνομική και με πολλές ανατροπές και μ’ έναν αντισυμβατικό εντελώς για τις μέρες μας χαρακτήρα γυναίκας ερωτευμένης αλλά ασυμβίβαστης. Επίσης το «Τρεις αρραβώνες, πέντε γάμοι, ένα τρένο», που αποτελεί το πρώτο μέρος μιας τριλογίας που την ονομάζω τριλογία του γέλιου. Τα δεύτερο είναι το «Όλα για την αγάπη του Χάρη» και εκκρεμεί να γραφτεί και το τρίτο με τίτλο «Στρατιώτης Κάπας. Διατάξτε». Που σημαίνει αυτό ακριβώς: Ότι είμαι ο στρατιώτης Κάπας και μπορείτε και να με διατάξετε. Τώρα πως καταφέρνει και γίνεται κατά κάποιον τρόπο ο Κάπας βαθμοφόρος χωρίς ποτέ να μπούνε αστέρια στις επωμίδες του για να λειτουργήσει από στρατιώτης ως αξιωματικός, με πολλές κωμικές καταστάσεις, αυτό όταν θα γράψω το βιβλίο, θα το δεις. Θυμίζει καθόλου τον στρατιώτη Σβέικ; Πολύ πιθανόν να θυμίζει αλλά εγώ προσωπικά παρ’ όλο που είναι πασίγνωστο αυτό το μυθιστόρημα, δεν το έχω διαβάσει. Κι θέλω να το διαβάσω αφού γράψω τον στρατιώτη Κάπα για να μην επηρεαστώ. Αν υποτίθεται εκείνος είναι ένας Τσέχος στρατιώτης Σβέικ εγώ θέλω να φτιάξω έναν Έλληνα στρατιώτη. Από πού πηγάζει η επιθυμία σας να γράψετε ένα βιβλίο; Εδώ μοιάζει νάναι εύκολη η ερώτηση, δεν είναι όμως… και δεν είναι και εύκολη η απάντηση. Ας πούμε ότι γράφεις απ’ ανάγκη. Τι ανάγκη; Ας πούμε την ανάγκη της έκφρασης. Και μετά ακολουθεί το ερώτημα τι είναι η έκφραση και τι θέλεις να εκφράσεις. Έχω την εντύπωση πως όσοι γράφουνε κι έχουνε κάποιο ταλέντο εν πάσει περιπτώσει και σέβονται τις λέξεις , ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι είναι ερωτευμένοι με τη ζωή. Απορούν και θαυμάζουν και εκπλήττονται από το φαινόμενο της ζωής, τις συμπεριφορές των ανθρώπων, απ’ την ομορφιά… Αυτά τα επιφωνήματα: Α! τι ωραία που είναι η ζωή, τι ωραία που είναι αυτή η γυναίκα, τι ωραίος που είναι αυτός ο άντρας, τι ωραία που είναι η θάλασσα… ή αχ πως πονώ, πως διψώ, είναι μέσα μας όπως και σε όλους τους ανθρώπους. Σε κάποιους όμως, ας πούμε στους συγγραφείς, είναι πολύ δυνατά και θα πρέπει να τα εκφράσουν. Σε τελευταία ανάλυση ίσως η ανάπτυξη των επιφωνημάτων να γίνεται ένα ποιήμα, να γίνεται ένα μυθιστόρημα, να γίνεται ένα γλυπτό … Η ανάπτυξη των επιφωνημάτων… Όταν τελειώνετε ένα βιβλίο νοιώθετε ότι αποχωρίζεστε τους ήρωες σας; Τους νοσταλγείτε ποτέ; Κι αυτό το ερώτημα είναι σύνθετο. Όταν ζεις με τους ήρωές σου στη διάρκεια ενός μυθιστορήματος και δύο και τρία και τέσσερα χρόνια, καμμιά φορά και πολύ περισσότερα, σ’ αυτές τις σκιές που συνέλαβες με το γράψιμο και με τα χρόνια τους δίνεις σάρκα και οστά. Μόνο που δεν ψηφίζουν. Θωρώ τους ήρωές μου, τουλάχιστον τους κεντρικούς ήρωές μου, πρόσωπα υπαρκτά. Τα βλέπω εγώ και κάποια απ’ αυτά τα ζωντανεύουν μέσα τους κι οι αναγνώστες… Ποιος θα μας πει πως ένα φανταστικό πρόσωπο του Ντοστογιέφσκι , ο πρίγκιπας Μνίσκιν ή η πόρνη η Σόνια δεν υπάρχουν… Πως είναι τα αποκυήματα της φαντασίας του… Ποιος θα μας πει για τους ήρωες του «Πόλεμος και Ειρήνη» ή για τον Άμλετ; Τον Άμλετ δεν τον κουβεντιάζουμε καν ως μία κατασκευή του μυαλού του Σαίξπηρ… Ο Άμλετ είναι μια ισχυρή προσωπικότητα που κατατρύχεται από αμφιβολίες, που μπορεί να εκπροσωπήσει τη εποχή αλλά και τον σημερινό άνθρωπο με τα διλήμματά της τις αναστολές της. Καμμιά φορά ένα μυθιστόρημα δεν είναι ένας μύθος, μια ιστορία. Είναι η αληθινή ιστορία. Οι ήρωες σου είναι μέσα στον κόσμο. Βλέπεις χιλιάδες ανθρώπους από κάποιον παίρνεις ένα συγκεκριμένο πράγμα, από άλλον, ένα άλλο… Παζλ είναι η συγγραφή. Λοιπόν για τους ήρωες μου… Κοίταξε! Τους νοσταλγώ καμμιά φορά. Σπάνια όμως γυρίζω και ξεφυλλίζω ένα βιβλίο για να διαβάσω μία περιπέτειά τους. Αυτό δεν σημαίνει ότι δεν σκέφτομαι τις περιπέτειές τους. Γιατί κι εγώ μ’ αυτούς μεγάλωσα. Όταν κλείνεσαι σ’ ένα δωμάτιο να γράψεις, συναλλάσσεσαι με τους φανταστικούς ήρωες που δημιουργείς, πολύ περισσότερο κι απ’ τους καθημερινούς σου φίλους, κάνεις πολύ περισσότερο παρέα με τα φαντάσματά σου παρά με τους ζωντανούς γύρω σου.
Απελευθερώνονται ποτέ οι ήρωες από τον δυνάστη-συγγραφέα; Όταν αρχίζουν και παίρνουν σάρκα και οστά οι ήρωες και γίνονται αληθινοί χαρακτήρες, έχεις την εντύπωση ότι λειτουργούν και ερήμην σου. Σκέφτονται, πράττουν, συμπεριφέρονται ως νάναι οι ίδιοι αυτοί πέρα από σένα. Κι όσο περισσότερο ανεξαρτοποιούνται κι αυτονομούνται οι ήρωες σ’ ένα μυθιστόρημα, τόσο και πιο αληθινοί είναι. Γιατί αν ο συγγραφέας είναι πίσω από κάθε τους λεπτομέρεια, πίσω από κάθε ψυχολογική τους κατάσταση και άντε να ερμηνεύσει και αυτήν την συμπεριφορά τους, άντε και την άλλη, δεν φτιάχνει χαρακτήρες, φτιάχνει νευρόσπαστα. Οι αληθινοί χαρακτήρες δεν είναι νευρόσπαστα. Αποκτούν δικιά τους υπόσταση. Πολλές φορές ο συγγραφέας αρχίζοντας να γράφει ένα βιβλίο, μπορεί να έχει κάποιους άξονες, ένα μπούσουλα μέσα του. Αυτό δεν σημαίνει ότι στην πορεία δεν αλλάζουν τα πρόσωπα που συνέλαβε και δεν τον αλλάζουν και τον ίδιο τον συγγραφέα. Ο φανταστικός κόσμος ενίοτε είναι πολύ πιο πραγματικός από τον πραγματικό. Γι’ αυτό κι ο Ντοστογιέφσκι λέει κάπου: Δεν μπορώ να φανταστώ τίποτα πιο φανταστικό απ’ το πραγματικό. Έχετε σκεφτεί ποτέ πως θα θέλατε, ένα μυθιστόρημά σας, βλέποντάς το μετά από κάποια χρόνια, να ήταν διαφορετικό; Όταν γράφεις ένα βιβλίο, προσπαθείς να πιάσεις ένα μεγάλο ποσοστό απ’ αυτό που έχεις σκεφτεί. Το εκατό τοις εκατό δύσκολα το πιάνεις. Όμως όταν έχεις παιδευτεί με το κείμενό σου, έχεις την εντύπωση ότι αυτό που ήθελες να γράψεις, το έγραψες και πια, ησυχάζεις… ηρεμείς… Αλλά το πλήρωμα του χρόνου έρχεται και σου λέει: Εδώ έκανε τρύπες το μυθιστόρημά σου, τρύπες η δραματουργία σου, εδώ ψεύτισε λίγο το πράγμα…Μένουν φυσικά και σελίδες που λες: και σήμερα να τις έγραφα, τις ίδιες αυτές τις σελίδες θα ξανάγραφα. Είναι περιπέτεια η γραφή. Κι οι μεγάλοι συγγραφείς απ’ όσο μπορώ να ξέρω κι απ’ όσο μπορώ να αντιλαμβάνομαι είναι τραγικά πρόσωπα. Θέτουν ερωτήματα για να πάρουν απαντήσεις, για να φτάσουν στις αλήθειες. Αλλά έχει την αίσθηση ένας συγγραφέας με πλατύ μυαλό και ενδεχομένως ιδιοφυής και μεγαλοφυής κάποτε, ότι η αλήθεια βρίσκεται στον πυθμένα ενός άπατου πηγαδιού που λέει κι ο Τένεσση Ουίλιαμς. Τώρα σε κάθε περίπτωση, ο καθένας που γράφει, είναι παιδί της εποχής του. Αν δεν καταλαβαίνει τίποτα απ’ την εποχή του τότε εκφράζει πάλι την εποχή του αλλά εκφράζει ένα κομμάτι της, δημιουργεί κάποια πρόσωπα που δεν έχουν πάρει μυρουδιά σε ποιο κόσμο ζούνε και σε ποιες ημερομηνίες αυτού του κόσμου… Όμως η διαχρονικότητα είναι μια αρετή που σπάει το φράγμα του χρόνου, ελευθερώνει από την φυλακή της «εποχής». Τα μεγάλα έργα αν κερδίζουν αυτό που λέμε διαχρονικότητα είναι διότι πάρα πολύ καλά συνέλαβαν τι ήταν το παρελθόν, τι ήταν το παρόν που ζούσαν και ψυχανεμίστηκαν και το μέλλον. Μέσα από αυτές τις τρεις διαστάσεις, προκύπτουν τα μεγάλα έργα. Διότι και αυτό που λέμε μέλλον πραγματώνεται μέσα στο παρόν χωρίς να αντιλαμβανόμαστε ότι κάποια πράγματα απ’ αυτά μοιάζουν να μας έχουν έρθει από το μέλλον. Κι εμείς μπορούμε και τα εκφράζουμε στο παρόν. Θυμήσου την φάρμα των ζώων που έγραψε ο Όργουελ; Τι ήταν αυτό; Τι ήταν κάποια έργα του Κάφκα; Όταν διαβάζεις τον Κάφκα πριν από την επέλαση του χιτλερισμού και πριν κι από τις περιστάσεις της σύγχρονης εποχής καταλαβαίνεις ότι αυτός μπόρεσε και είδε πολύ νωρίς τα σκότη που έρχονταν στη γη για τους ανθρώπους. Σκεφτήκατε ποτέ ότι ο συγγραφέας μπορεί να έχει το διάβολο μέσα του; Μακάρι να τον έχει. Όχι με την έννοια του σατανά, του διαβόλου, αλλά με την έννοια του δαιμονίου. Του δαιμονίου για το οποίο μιλάει μέσω του Σωκράτη κι ο μεγάλος μας φιλόσοφος Πλάτωνας. Το δαιμόνιο αυτό είναι δαιμόνιο που ρωτάει, δαιμόνιο που θέλει να πάρει τις απαντήσεις του, δαιμόνιο που ποτέ δεν ησυχάζει. Όπως λέει κι ο Σολωμός «Τα στήθια μου κι η θάλασσα ποτέ δεν ησυχάζουν». Τι θα έλεγες στους νέους συγγραφείς που παλεύουν να μπουν σ’ αυτό το χώρο, για την πορεία τους και τους στόχους τους; Δεν θα μπορούσα να σου πω πολλά σ’ αυτό το θέμα. Στην ηλικία μου πια μοιάζω να είμαι ένας άνθρωπος παλιάς κοπής που παρακολουθώ τα τεκταινόμενα της εποχής μου αλλά που διαμόρφωσαν μέσα σ’ αυτά τα χρόνια, κάποιες αναγνωρίσεις αξιών τις οποίες και υπερασπίζονταν οι άνθρωποι και των γραμμάτων και των τεχνών αλλά και οι ανθρώπινες κοινότητες. Τώρα αυτός ο κοινωνικός ιστός μοιάζει να έχει σπάσει και οι αξίες αυτές να βρίσκονται σε παρακμή, να γίνονται απαξίες πια. Κι όταν έχεις τέτοιες παρακμιακές καταστάσεις, πολλές φορές τα θέματα που διαχειρίζονται ένα σωρό νέοι συγγραφείς δεν έχουν σχέση μ’ αυτά που η γενιά μου θεωρούσε ουσιώδη. Βλέπω πως πολλοί νέοι συγγραφείς πια παίρνουν σαν αξίες κάποια επουσιώδη πράγματα τα οποία οι ίδιοι τα θεωρούν σαν αξίες αλλά δεν είναι. Βεβαίως δεν σταματάει ποτέ η γραφή και δεν σταματάνε να υπάρχουν ανήσυχοι άνθρωποι. Κάποιοι από τους νέους μυθιστοριογράφους, συγγραφείς μας, κάποια στιγμή με το πλήρωμα του χρόνου, μέσα από το κοσκίνισμα του χρόνου, θα αφήσουν κάτι καλό, ένα έργο σημαντικό. Γιατί δεν σταματά ο αναγνώστης να θεωρεί ότι ένα βιβλίο που πουλάει καλά, ότι έχει αξία για να κάνει αυτές τις πωλήσεις. Όταν το ψάξεις περισσότερο, χωρίς να σημαίνει ότι δεν υπάρχουν και μπεστ-σέλλερ πολύ ωραία, αποδεικνύεται ότι τα βιβλία αυτά που τα κυνηγάνε όλοι είναι ματαιόδοξη γραφή δεν είναι μία τραγική γραφή. Στέκομαι στα βιβλιοπωλεία, στους πάγκους και ξεφυλλίζω ένα σωρό καινούργια βιβλία και νέων ανθρώπων. Απ’ το οπισθόφυλλο, απ’ τις πρώτες δυο σελίδες, μυρίζεις αν έχει ενδιαφέρον το βιβλίο. Ή σε παίρνει το βιβλίο ή σε διώχνει… Κάποτε δεν ήταν ακριβώς έτσι. Ο αναγνώστης είχε μία ευλάβεια στην ανάγνωση. Και η πληθώρα των βιβλίων που βγαίνουν μοιάζει να είναι ένα μπούμερανγκ. Υπάρχει μια βιασύνη να γραφτούνε πράγματα, να εκδοθούνε βιβλία και δεν περιμένουν το πλήρωμα του χρόνου, να ωριμάσουν αυτά τα βιβλία μέσα τους. Όλοι θέλουν να γράψουν γι’ αυτούς, να βγουν στις τηλεοράσεις, ακόμα κι οι πολιτικοί νάρθουν να μιλήσουνε γι΄αυτούς, οι επιφανείς να τους παρουσιάσουν… ε! ας βγάλουν και δυο και τρία βιβλία κι ας περιμένουν να δούνε τι μπορεί να γίνει κι η θνητή φήμη κι η θνητή δόξα θα έρθουν κι αυτές κάποια στιγμή, κατά κάποιον τρόπο να στεφανώσουν ένα συγγραφέα. Αλλά πρώτα είναι ο άγιος κόπος των πραγμάτων.
Ο Μήτσος Κασόλας, γεννήθηκε το 1936. Σπούδασε κινηματογράφο και θέατρο. Εργάστηκε ως φωτογράφος και οπερατέρ (1961-1967) στο Κινηματογραφικό Τμήμα του Υπουργείου Παιδείας, απ' όπου και τον έδιωξε η Xούντα. Για τρία χρόνια στη Φίνος Φιλμ ήταν βοηθός σκηνοθέτη σε ταινίες του Nτίνου Δημόπουλου. Ασχολείται με τη συγγραφή βιβλίων και σεναρίων, ενώ υπήρξε μέλος γνωμοδοτικών επιτροπών σεναρίων στο Ελληνικό Kέντρο Κινηματογράφου. Παράλληλα άσκησε και το επάγγελμα του δημοσιογράφου -ως μέλος της EΣHEA- από το 1972 έως το 1992, σε πολλές εφημερίδες του κέντρου και της περιφέρειας: Τα Νέα, Αυγή, Οικονομική Πορεία κ.ά. Από το 1964 μέχρι τώρα έχει εκδώσει πέντε ποιητικές συλλογές, ένα χρονικό, ένα δοκίμιο και μια συλλογή μαρτυριών για τον Νίκο Καββαδία και εννιά μυθιστορήματα. Το 1974 πήρε το A΄ Kρατικό Bραβείο για το χρονικό του H άλλη Αμερική και το 1982 τιμήθηκε με το A΄ Kρατικό Bραβείο για το μυθιστόρημά του O Πρίγκιπας, που προβλήθηκε ως τηλεοπτική σειρά είκοσι έξι επεισοδίων στην ET-1, σε σκηνοθεσία του Τάσου Ψαρρά. Το μυθιστόρημά του Αγγελίνα μεταφέρθηκε ως σειρά στη ΝΕΤ, επίσης από τον Τάσο Ψαρρά, με τον τίτλο Ο θησαυρός της Αγγελίνας. Ποιήματά του έχουν μελοποιηθεί από τον Γιάννη Μαρκόπουλο και έχουν ενσωματωθεί στην ταινία του Zυλ Nτασέν Δοκιμή. Αποσπάσματα του βιβλίου του H άλλη Αμερική περιέχονται σε βιβλία της Mέσης Εκπαίδευσης. Mια σειρά από τα έργα του διδάσκονται στο Πανεπιστήμιο Xάρβαρντ (Τμήμα Ξένων Γλωσσών). Επιλογή από το ποιητικό του έργο μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε στην Αμερική με τον τίτλο Harvest το 1971 Εργογραφία
|