Σχετικά άρθρα
CLEANSED |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Πέμπτη, 18 Δεκέμβριος 2014 19:15 |
Cleansed της Sarah Kane
Ίσως θα πρέπει κανείς να αμβλύνει την ικανότητά του να αισθάνεται. Διαφορετικά πάσχει από χρόνια υγεία μέσα σε μια χρόνια ασθενή κοινωνία. Sarah Kane
Η Sarah Kane, μια ιδιοφυής περίπτωση της Βρετανικής δραματουργίας, είναι η κατ’ εξοχήν περίπτωση σύγχρονης μας συγγραφέως που λειτουργεί με συμβολισμούς κι αρχέτυπα. Έχοντας εξοικείωση και όσον αφορά την ορολογία αλλά και όσον αφορά τις μεθόδους της ψυχιατρικής, η νεαρή συγγραφέας δημιούργησε θεατρικά έργα τα οποία «κυριολεκτούν» όχι μόνο όσον αφορά τον λόγο αλλά κι όσον αφορά τις δράσεις. Το παραστασιακό υλικό είναι αλληλένδετα συνδεδεμένο με τους σκηνογραφικούς όρους που έχει θέσει και τις τελετουργικές κινήσεις που έχει ορίσει. Η δυσκολία ενός σκηνοθέτη που θα καταπιαστεί με το έργο της, είναι να διαχειριστεί το υλικό της αφού προηγουμένως έχει εμβαθύνει στις προθέσεις της έτσι ώστε να αποφύγει το σχήμα και να βουτήξει κατευθείαν στη ρίζα του προβληματισμού της ο οποίος κάθε άλλο παρά ανώδυνος είναι. Συχνά ο διάλογος λειτουργεί σαν πρόσχημα ώστε να γεννηθεί η επόμενη σκηνική δράση ή ως μουσική μελωδία, ένα είδος επαναλαμβανόμενης προσευχής που εμβολίζει την κανονικότητα και προκαλεί την έκσταση. Η Σάρα Κέην δεν στοχεύει στην «κοινή» νόηση αλλά αντλεί από την δεξαμενή της συλλογικής γνώσης της ανθρωπότητας, που παραμένει ανερμήνευτη όσο είναι ασυνείδητη. Ανασύρει από τα βάθη της κυτταρικής μνήμης εικόνες, εφιάλτες και σύμβολα για να διαμορφώσει ένα πεδίο δράσης στο οποίο οι πολλαπλές αποχρώσεις των ηρώων θα μπορέσουν να ξεδιπλωθούν εξιστορώντας την ανθρώπινη περιπέτεια μέσα από την ατελή αλλά εξελιγμένη φύση. Χαρακτηριστικό είναι πως η ίδια δεν θεωρεί την κατάθλιψη αρρώστια αλλά μια απολύτως ρεαλιστική θεώρηση του κόσμου. Κάτι που μαζί με την διπλή φύση της ανθρώπινης ύπαρξης, το αρσενικό και το θηλυκό σε σύγκρουση μέσα από ανταγωνισμό, έρωτα και συμφιλίωση, το καλό και το κακό σε διαρκή αντιπαράθεση, την αυτοσυντήρηση και τη θυσία σε μια σχιζοφρενική αναμέτρηση αποτελεί τον ουσιαστικότερο δρόμο για την κάθαρση. Το αριστουργηματικό έργο της, το «Cleansed», το τρίτο κατά σειράν, που γράφτηκε το 1998 και το παρουσίασε για πρώτη φορά στο υπόγειο του Royal Court Theatre του Λονδίνου τον Απρίλιο του ίδιου χρόνου είναι μια αρχιτεκτονική, θρησκευτικής υφής, κατασκευή στην οποία τα πρόσωπα αποτελούν ταυτόχρονα τους πιστούς και τους ιερείς μιας τελετουργίας με στόχο το ξεγύμνωμα των εσωτερικών μηχανισμών της εξουσίας μέσα από το «επείγον» της ερωτικής επιθυμίας η οποία παγιδεύει το υποκείμενο αλλά και το αντικείμενο σε ένα κλειστό πεδίο υπό όρους αυτοκαταστροφής. Οι ήρωες δοκιμάζονται, έγκλειστοι σ’ ένα ίδρυμα που θα μπορούσε να είναι πανεπιστήμιο, στρατόπεδο συγκέντρωσης, φαντασιακή φυλακή, ψυχιατρικό ίδρυμα ή κέντρο αποκατάστασης. Οι τρόφιμοι βρίσκονται εκεί για να «καθαριστούν» μέσα από την εξευτελιστική ψυχική γύμνωσή τους, την απώλεια, τον πόνο, την καύση, τον θάνατο και τον ολοκληρωτικό ευνουχισμό τους. Οφείλουν να παραδοθούν ολοκληρωτικά ή να μεταλλαχτούν. Η μετάβασή τους από το «Εγώ» στο «Εσύ» κι ύστερα στο «Εμείς» θα είναι μια επώδυνη εκπαιδευτική διαδικασία που ο Τίνκερ επιβάλλει σε κείνους και στον εαυτό του αλλά κι οι ίδιοι έχουν συνειδητά ή υποσυνείδητα επιδιώξει. Ο ίδιος θα έρθει αντιμέτωπος όχι μόνο με την ιδιότητά του την οποία παραποιεί διαρκώς αλλά και με την εξάρτησή του από τους υπηκόους του. Είναι ντίλερ, γιατρός, δάσκαλος, ιερέας, ηγέτης, δεσμοφύλακας. Είναι επίσης εραστής και πατέρας. Είναι ο ευεργέτης κι ο βασανιστής τους. Η πολλαπλή φύση της εξουσίας αποκαλύπτεται σταδιακά καθώς οι επιθυμίες των υπηκόων του αποκτούν υπόσταση σαρκική κι οι όροι της «εξανθρώπισης» τους συνυφαίνονται με τις υπερβολές των ερωτικών τους προσδοκιών σε αντιπαράθεση με την ευθύνη της θυσίας. Ο Τίνκερ πραγματοποιεί την επιθυμία του Γκράχαμ για φυγή με μία ένεση ηρωίνης. Ο Καρλ εξομολογείται τον απόλυτο έρωτά του στον δύσπιστο Ροντ αλλά τον προδίδει την κρίσιμη στιγμή όταν έρχεται αντιμέτωπος με το μαρτύριο. Η Γκρέης, η αδελφή του Γκράχαμ κι ερωτευμένη μαζί του έρχεται στο ίδρυμα αναζητώντας τον νεκρό αδελφό της και φοράει τα ρούχα του αποφασισμένη να τον ξαναβρεί και να τον πενθήσει, παίρνοντας την θέση του, αποποιούμενη την ταυτότητά της και εισχωρώντας στην ύπαρξή του, ακόμα και σωματικά ώστε να τον ανασύρει από την ανυπαρξία. Ο νεαρός Ρόμπιν παίρνει τη θέση της και τα ρούχα της επιχειρώντας μια έξοδο από τον αυτοκτονικό εαυτό του καθώς ταυτιζόμενος μαζί της, την ερωτεύεται σα γυναίκα και μάνα. Ο «Γκράχαμ» καθαρός πια και φυσικά νεκρός, εμπνέει στην Γκρέης τον έρωτα ξανά και ξανά μέσα από την επώδυνη αφύπνιση της συνείδησης. Η Γυναίκα του peep-show γίνεται για τον Τίνκερ, η Γκρέης μέσα από μια πράξη αγοροπωλησίας που καταλήγει τελετουργικό θυσίας και επιβάλλει μια τρομακτική αυτογνωσία, επιβάλλοντας στον Τίνκερ μια πράξη που η ίδια η Γκρέης δεν έχει εγκρίνει. Τα ρούχα, οι αρουραίοι, το κουτάλι κι η σύριγγα, τα δακτυλίδια, το παλούκι, τα σοκολατάκια, το λουλούδι από χαρτί, το μαχαίρι, τα μπαστούνια του μπέιζ μπολ, ο πυροβολισμός, οι ασφόδελοι, τα κέρματα, τα βιβλία, τα χαρτιά, το αριθμητήριο κι οι αριθμοί, η φωτιά, το ηλιοτρόπιο, το φως του ήλιου, το χιόνι, η βροχή, όλα λειτουργούν αρχετυπικά, όλα αποτελούν αναπόσπαστη ύλη της δραματουργίας, όλα συνθέτουν το τελικό αποτέλεσμα. Δεν μπορεί να λείπει τίποτα έστω κι αν χρειαστεί για καθαρά τεχνικούς λόγους να βρεθούν πρακτικοί τρόποι ώστε να παρασταθούν ή έστω να αποτελέσουν απλά το υλικό μιας αφήγησης. Οι πράξεις κι οι αντιδράσεις των ηρώων είναι απολύτως συγκεκριμένες, η κάθε απόκλιση από αυτές, υπονομεύει την μαθηματικής ακρίβειας, ροή του έργου, εμποδίζοντας την πλήρη κατανόηση του. Πρόκειται για μια συμπαγή κατασκευή με αλληλεπιδράσεις της μίας σκηνής επί της άλλης, διαρκή χρήση των επαναλαμβανόμενων μοτίβων και συνεχείς αντανακλάσεις και παραλλαγές των δράσεων. Οι ήρωες είναι πολυσήμαντοι, φέρουν όλοι εξ ίσου την εξουσιαστική φύση και την επιλογή της υποταγής, δεν καταπιέζονται από ένα πρόσωπο αλλά από το ίδιο το δομικό υλικό τους, καταφέρνουν μέσα από την δική τους διπλή ιδιότητα να συνεισφέρουν και στην καταστολή τους και στην ανατροπή της. Παγιδευμένοι όχι μόνο σε «τόπο» αλλά και σε «χρόνο» και σε «φύση», στη φύση τους, ορίζουν και ορίζονται αποκλειστικά και μόνο από τις επιθυμίες τους και την διάψευσή της. Ο συνδυασμός ηδονής και πόνου επιτρέπει όχι μόνο την βιωματική, σωματική πρόσληψη του συναισθήματος αλλά και την σταδιακή μεταποίησή του σε μηχανισμό αυτογνωσίας. Μια κοινή για όλους κάθοδος στην κόλαση προς αναζήτηση ενός αόρατου παράδεισου, που απαιτεί την κάθαρση, τον εξαγνισμό στην πυρά, την συνειδητή παραίτηση, για να αναδυθεί από την αφάνεια. Η σκηνοθέτης προσπάθησε να διαχειριστεί το ανυπότακτο υλικό της και επιδίωξε να το ορίσει υπό νέες συνθήκες, τηρώντας τις βασικές δομές αλλά αποφεύγοντας ορισμένους σκοπέλους οι οποίοι πιθανώς να της ήταν δύσκολα διαχειρίσιμοι. Χρησιμοποίησε μια σειρά από ευρήματα τα οποία έχουν ενδιαφέρον αλλά δεν ανταποκρίνονται πλήρως στο υλικό του έργου με αποτέλεσμα να συσκοτίζουν αντί να κάνουν πιο διαυγείς τις συνθήκες. Η Κέην όπως έχει πει και η ίδια θέλει να είναι σαφής και να μην παρεξηγείται. Το επιτυγχάνει στην εντέλεια αλλά η παραμικρή παρέκκλιση από τις σκηνικές της οδηγίες, δημιουργεί ρωγμή κι επιτρέπει στην ασάφεια να εισχωρήσει, υπονομεύοντας την κρυστάλλινη καθαρότητα του έργου. Οι ηθοποιοί επιχείρησαν να συνδυάσουν τον λόγο με μια υπερβολική αλλά σπαρακτική σωματικότητα, μέσα κι από τα σκηνοθετικά ευρήματα, διατηρώντας επί το πλείστον μια στοιχειώδη επάρκεια όσον αφορά τις απαιτήσεις του κάθε ρόλου αλλά χωρίς να έχουν κατακτήσει το σύνολο των αποχρώσεων και τις εσωτερικές δυναμικές του. Δεν κατέφυγαν σε σχήματα ούτε επιχείρησαν να εικονοποιήσουν τα συναισθήματα αλλά δεν μπόρεσαν εκτός από κάποιες ευτυχείς στιγμές και να μετακινηθούν από το πεδίο της ερμηνευτικής απόδοσης στο εσωτερικό τοπίο της υποβολής και της πλήρους αξιοποίησης του «ανείπωτου». Με άλλα λόγια, μίλησαν το έργο, το κίνησαν, το υπηρέτησαν αλλά δεν το μετάγγισαν. Ωστόσο πρόκειται για μια παράσταση η οποία παρουσιάζει ενδιαφέρον κι αξίζει τον κόπο να την παρακολουθήσουν οι θαυμαστές της Κέην κι όχι μόνο. Ενδιαφέροντα τα κοστούμια κι η σκηνική εγκατάσταση. Αξιόλογη η κινησιολογική διαχείριση κι η αξιοποίηση των μουσικών μοτίβων και των τραγουδιών. Συμπαθητική η μετάφραση αν και θα προτιμήσω αυτήν της Τζένης Μαστοράκη στην παράσταση του Λευτέρη Βογιατζή το 2001. Η φετινή παράσταση στο θέατρο Σημείο είναι μια νέα προσέγγιση της παράστασης, που ανέβηκε με εξαιρετικά θετικές κριτικές και μεγάλη ανταπόκριση από το κοινό τον Φεβρουάριο-Απρίλιο του 2014. Μετάφραση: Εβίτα Τσοκάντα Σκηνοθεσία: Έφη Γούση Τίνκερ: Μιχάλης Οικονόμου Γκράχαμ: Αινείας Τσαμάτης Ρόντ: Περικλής Ασημακόπουλος Κάρλ: Αλέξανδρος Φράγκος Γκρέης: Μάγδα Γκουβέρου Ρόμπιν: Ορέστης Καρύδας Γυναίκα: Έφη Γούση Σκηνικά: Γιώργος Θεοδοσίου Κοστούμια: DIGITARIA – Ελευθερία Αράπογλου Μουσική: Σοφία Κουμπλή Φωτισμοί: Αλέξανδρος Αλεξάνδρου Επιμέλεια κίνησης: Βαγγέλης Τελώνης Βοηθός σκηνοθέτη: Βασιλική Βλαχούλη Βοηθός σκηνογράφου: Ιφιγένεια Παπαμικρουλέα Θέατρο «Σημείο» Χαριλάου Τρικούπη 4 (πίσω από την Πάντειο) Τηλέφωνο: 2109229579, Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από κακόβουλη χρήση. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε την Javascript για να τη δείτε. Παραστάσεις: Δευτέρα και Τρίτη, 21:15 Ως τις 30 Δεκεμβρίου 2014 Εισιτήρια: 12 ευρώ / 8 ευρώ (φοιτητικό, ανεργίας με κάρτα ΟΑΕΔ, ατέλειες) Παραγωγή: L.A. (Life n Art) THEATER |