Σχετικά άρθρα
THE NEW ELECTRIC BALLROOM |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Κυριακή, 02 Μάιος 2010 22:50 |
The new electric ballroom του Enda Walsh
Το έργο Τρεις αδελφές, η Μπρέντα, η Κλάρα κι η πολύ πιο νέα Άντα, μoναχικές και παράξενες, αποκλεισμένες με την δική τους επιθυμία μέσα σ’ ένα σπίτι, κάπου σ’ ένα ιρλανδέζικο χωριουδάκι πλάι στη θάλασσα, αποκλειστικά αφιερωμένο στην αλιεία κι επεξεργασία σαρδέλας. Μια ερωτική ιστορία κάπως θαμπή που συνέβη πριν από σαράντα χρόνια στη δεκαετία του πενήντα. Ένας τραγουδιστής που υπήρξε ποθητός εραστής για όλα τα κορίτσια του χωριού και που οι δύο από τις τρεις αδελφές, η Μπρέντα κι η Κλάρα, είχαν μαζί του μια ανέλπιδη ερωτική περιπέτεια χωρίς όχι μόνο μέλλον αλλά ούτε και παρόν σχεδόν. Μια τελετουργία, καθημερινή, βάναυση αλλά και παρηγορητική που κάθε μέρα αναπαριστά εκείνες τις ελάχιστες στιγμές ευτυχίας, την τρομακτική ανατροπή που διέψευσε κάθε ερωτικό όνειρο και την επιστροφή στην αποπνικτική καθημερινότητα χωρίς ελπίδα διαφυγής. Η μικρότερη αδελφή, η Άντα, παγιδευμένη σ’ αυτό το επαναλαμβανόμενο μοτίβο του οποίου αρέσκεται να έχει τον έλεγχο, αντιλαμβάνεται με τρόμο που διαρκώς αυξάνεται, πως η μοίρα της, προδιαγραμμένη ήδη, ακολουθεί την ίδια πορεία με αυτήν των αδελφών της. Ο ψαράς, ο Πάτσυ, που μπαίνει εντέλει στο σπίτι, καιροφυλακτώντας για τη στιγμή που θα ζευγαρώσει με το κορίτσι αποδεικνύεται πως είναι ο γόνος του τραγουδιστή με την αντίζηλο γυναίκα, ένα σύμβολο της ήττας των πρεσβυτέρων, μια ζωντανή απόδειξη της αδυναμίας τους να ζήσουν έστω και κοινότοπα αλλά μέσα από μία ολοκλήρωση. Το κορίτσι δεν θα καταφέρει να ολοκληρώσει το χορό του, θα παραδοθεί στην εγγενή του αρνητικότητα και θα βυθιστεί στο τίποτα που αέναα έχουν επαναλάβει οι αδελφές του, μια ρουτίνα πια που ενώ μοιάζει να παρηγορεί στην πραγματικότητα διαρρηγνύει τους ιστούς κάθε υγιούς οργανισμού, διεισδυτική σαν την μυρωδιά των ψαριών, σαν μία μεταδοτική νόσος που τρυγάει όνειρα και τα μεταποιεί σε δυστυχή πεπρωμένα. Θα μπορούσε να ήταν μια ιστορία γραμμένη από τον Τσέχωφ ή τον Λόρκα κι οι ηρωίδες να ήταν παγιδευμένες στις απέραντες στέπες της ρώσικης επαρχίας ή σ’ ένα λευκό σπίτι στην Αλάμπρα...Είναι όμως ένα σουρεαλιστικό δράμα, μια θεατρική πράξη που εισχωρεί στο θεατρικό έργο, μια εφιαλτική διαρκής επανάληψη του γνωστού μοτίβου κάτω από τα φώτα μιας ηλεκτρικής αίθουσας χορού που αφυπνίζεται για να στηθεί αυτό το σκηνικό τρόμου χωρίς γεύση, ουσία και θαλπωρή. Το πενιχρό, το ελάχιστο είναι το επίκεντρο αυτού του έργου και γύρω απ’ αυτό, όπως γύρω από την ανάμνηση της γεύσης ενός κέικ σοκολάτας, περιστρέφονται οι ηρωίδες σαν τραυματισμένοι χορευτές ενός προδιαγραμμένου ρέκβιεμ, ομοιώματα σε περιστρεφόμενο μουσικό κουτί που χωρίς πια βούληση ή δύναμη αντίστασης κουρδίζονται για να επαναλάβουν στο διηνεκές, με μηχανικές κινήσεις, την κάποτε ελκυστική κι ελπιδοφόρα αλλά πια ανώφελη, μηχανική χορογραφία τους.
Η παράσταση Ο νεαρός σκηνοθέτης οργάνωσε το δραματουργικό υλικό του με ανατρεπτικό, προκλητικό τρόπο. Αντί να ωθηθεί προς μία ηθογραφική διεκπεραίωση του έργου κινήθηκε στα άκρα των αντοχών του και το μεταποίησε σε ένα δράμα του παράλογου, διαρρηγνύοντας τον ιστό του κι αποκαλύπτοντας δυναμικές που ισορροπούν επικίνδυνα την αφήγηση με την βίωσή της. Τα σύνορα του περίκλειστου κόσμου των γυναικών περιχαρακώθηκαν μέσα από κινήσεις και αντιδράσεις που ορίζουν το αναπότρεπτο και το πένθος της απώλειας των συγκεκριμένων ηρώων. Μικρές αλλά κρίσιμες σκηνικές συμβολικές πράξεις προσέδωσαν στο έργο μια πιο οικουμενική διάσταση, αγγίζοντας το πένθος της θνητότητας και της διάψευσης που καταδυναστεύει την ανθρώπινη φύση πέρα από κάθε χωροχρονικό πλαίσιο. Οι ρυθμοί του ωστόσο δεν είναι ακόμα τόσο συμπαγείς όσο χρειάζεται ώστε να μεταφέρουν την εκρηκτική ένταση που υποβόσκει πίσω από τις επαναλαμβανόμενες δράσεις, στο κοινό και να κρατήσουν ενεργό το ενδιαφέρον του ως το τέλος της παράστασης. Η Θέμις Μπαζάκα υποδύεται την Μπρέντα με υποκριτική δεινότητα, κτίζοντας ένα χαρακτήρα γεμάτο ρωγμές με ακρίβεια και σκηνικό ήθος. Η Ανέζα Παπαδοπούλου πλάθει μια εύθραυστη αλλά και νευρωτική Κλάρα με αδιόρατες προεκτάσεις και δυναμικές εντάσεις. Η Μαρία Πανουργιά ενσαρκώνει την νεαρή Άντα με νεύρο, δυναμισμό και συναισθηματική πληρότητα. Ο Παναγιώτης Εξαρχέας στο ρόλο του Πάτσυ, είναι εκφραστικός χωρίς όμως να εισχωρεί στις αποχρώσεις του ρόλου του ώστε να αναδείξει επαρκώς και τις αντιφάσεις του. Ζωντανός και ρέων ο λόγος της μετάφρασης, λειτουργικοί οι φωτισμοί και απόλυτα συντονισμένη στις δράσεις η μουσική του Blaine Reininger.
Μετάφραση: Γεωργία Ψυχογυιού Σκηνοθεσία: Δημήτρης Καραντζάς Σκηνικά-Κοστούμια: Ιωάννα Τσάμη Μουσική: Blaine Reininger Φωτισμοί: Αλέκος Αναστασίου Επιμέλεια κίνησης: Ζωή Χατζηαντωνίου Δραματουργική επεξεργασία: Τζωρτζίνα Κακουδάκη Βοηθοί σκηνοθέτη: Ελίνα Ρίζου, Γεωργία Ψυχογυιού Φωτογραφίες: Ρενέ Ρεβάχ
Παίζουν: Θέμις Μπαζάκα Ανέζα Παπαδοπούλου Μαρία Πανουργιά Παναγιώτης Εξαρχέας
Θέατρο Χώρα (Μικρή Σκηνή) Αμοργού 20 Κυψέλη Τηλέφωνο: 210 8673945
ΗΜΕΡΕΣ ΚΑΙ ΩΡΕΣ ΠΑΡΑΣΤΑΣΕΩΝ: Τετάρτη έως Σάββατο 9.00 και Κυριακή 7.00 και 9.30
|
Τελευταία Ενημέρωση στις Δευτέρα, 10 Μάιος 2010 20:20 |