Σχετικά άρθρα
Η ΝΥΧΤΑ ΤΗΣ ΙΓΚΟΥΑΝΑ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής |
Παρασκευή, 11 Νοέμβριος 2022 18:36 |
Η νύχτα της Ιγκουάνα του Tennessee Williams Δραματουργία Το έργο «Η νύχτα της ιγκουάνα» δοκιμάστηκε για πρώτη φορά επί σκηνής το 1961 στο Σικάγο. Παρά τις δυσμενείς κριτικές που απέσπασε, η παραγωγή μεταφέρθηκε τον επόμενο χρόνο στο Broadway, όπου η υποδοχή του στη Νέα Υόρκη υπήρξε ενθουσιώδης. Εκεί, ολοκληρώνει 316 παρουσιάσεις και κερδίζει το βραβείο κριτικών της Νέας Υόρκης τέταρτης καλύτερης δραματικής παράστασης, αλλά και το βραβείο καλύτερης γυναικείας ερμηνείας για τη «Χάνα» της Margaret Leighton . Στην Ελλάδα ανεβαίνει για πρώτη φορά το 1964 στο «Θέατρο Τέχνης» από τον Κάρολο Κουν. Θα πρέπει να περάσουν σχεδόν 30 χρόνια για να παρουσιαστεί και πάλι το έργο στην ελληνική σκηνή, αυτή τη φορά το 1991 από το Κ.Θ.Β.Ε. σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά. Στη συνέχεια σκηνοθετήθηκε από τον Αλέξανδρου Κοέν το 2012, ο οποίος αφαίρεσε ένα μεγάλο μέρος του έργου, αναπροσαρμόζοντας τη ροή της δράσης με αποσπάσματα από το ομώνυμο διήγημα. «Η νύχτα της ιγκουάνα» ανέβηκε το 2018 και στην Κύπρο, ενώ το 2020 παραστάθηκε στο θέατρο «Πορεία» Αθηνών. Φέτος, η Ελένη Γκασούκα το σκηνοθετεί για το Κ.Θ.Β.Ε. Έχει διασκευαστεί για δύο κινηματογραφικές ταινίες. Στην πρώτη έκδοση του 1964 πρωταγωνίστησε ο Ρίτσαρντ Μπάρτον, ενώ η σκηνοθεσία ήταν του Τζον Χιούστον. Η παραγωγή αυτή κέρδισε τέσσερις υποψηφιότητες για Όσκαρ. Μια δεύτερη σερβο-κροατική μεταφορά του έργου στον κινηματογράφο, έγινε το 2000 από τον Janusz Kica. Ο συγγραφέας τοποθετεί το έργο στην έναρξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου. Καινούργιοι επισκέπτες έρχονται στο ξενοδοχείο: ο τέως ιερέας και νυν ξεναγός μιας ομάδας θρησκόληπτων καθολικών γυναικών, ο Σάννον, η ζωγράφος Χάνα με τον παππού της και μερικά ακόμη πρόσωπα. Ο Σάννον, η Χάνα και η Μαξίν αποτελούν ένα τρίγωνο, που είναι ο κεντρικός πυρήνας του έργου. Στη «Νύχτα της ιγκουάνα» ο Ουίλιαμς προσφέρει και πάλι την ποιητική του φωνή δημιουργώντας μοναδικούς σε λυρισμό διαλόγους και μονολόγους. Ακόμη και οι σκηνικές του οδηγίες, ιδιαίτερα στην περιγραφή του εξωτικού σκηνικού ή των φυσικών φαινομένων, όπως η επερχόμενη καταιγίδα, οι κραυγές των πουλιών, η θάλασσα, ο άνεμος, η βροχή, αποκαλύπτουν μοναδικές εικόνες , σχεδόν ποιητικές. Οι συμβολισμοί είναι διάχυτοι στο έργο, με βασικότερο αυτόν της ιγκουάνα, η οποία συμβολίζει όλα τα ψυχικά στάδια που βιώνει ο Σάννον: το κυνήγι, την αιχμαλωσία και την απελευθέρωση. Το τέλος του έργου φαίνεται αναπάντεχα θετικό, αφού όλοι απελευθερώνονται από κάτι: η ιγκουάνα από την αιχμαλωσία, ο υπερήλικας Τζόναθαν Κόφιν από το τελευταίο του ποίημα και τη ζωή, η Χάνα από την απόλυτη δέσμευση στον παππού της και ο Σάννον από τις ενοχές του. Τενεσί Ουίλιαμς! Ο «καταραμένος ποιητής» του αμερικανικού θεάτρου, ο καλλιτέχνης που έκανε τη ζωή του θέατρο και τα πάθη τού τραυματισμένου «Εγώ» του ρυθμιστές της σκηνικής του γλώσσας. Ο καλλιτέχνης που, περισσότερο απ' οποιονδήποτε άλλον Αμερικανό δραματικό συγγραφέα, έσπρωξε τον εγχώριο ρεαλισμό πέρα από την καταγραφή της κοινωνικής και πολιτικής πραγματικότητας, προς το συναίσθημα και τον ψυχισμό. Όπως ο Τσέχοφ, ο οποίος επηρέασε σε μεγάλο βαθμό τον Αμερικανό συγγραφέα, ο Ουίλιαμς προσφέρει έναν ύμνο στην ανθρώπινη αντοχή με τη «Νύχτα της ιγκουάνα», αυτή την ιστορία κατάρρευσης και σεξουαλικής υστερίας, που παρουσιάζεται φέτος στη σκηνή της Ε.Μ.Σ από το Κ.Θ.Β.Ε σε μια εμπνευσμένη σκηνοθεσία από την Ελένη Γκατσούκα. Η Παράσταση Η πλοκή του Ουίλιαμς δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να συγκεντρώνει τέσσερις ανόμοιες ψυχές που δεν ξέρουν πού να βρουν καταφύγιο, ώστε να μπορέσουν να ξεπεράσουν τους δαίμονές τους. Ο Σάννον, ο οποίος ηγείται μιας περιοδείας τουριστών στο Μεξικό, σέρνει μαζί του και μια αρνητική υστεροφημία, από τότε που κυκλοφόρησε η είδηση ότι αποπλάνησε ένα 16χρονο κορίτσι σε λεωφορείο, όντας ιερωμένος. Όπως απεικονίζεται, ωστόσο, δεν είναι καθόλου ο τυπικός, ξεπεσμένος τέως κληρικός. Κατά την ιδιαίτατη ερμηνεία του ηθοποιού Γιώργου Κολοβού, αυτός ο Σάννον είναι πολύ πιο πάνω, επειδή αυτοδραματοποιείται και πλησιάζει τη γυναικεία ψυχολογία, κατά διαστήματα. Θα μπορούσε να είναι ο αδερφός της Μπλάνς Ντυμπουά. Η θηλυκή, θα λέγαμε, ευαισθησία του υπογραμμίζει τον πανικό του και προσδίδει μια χαρακιά, σαν από ξυράφι, στον απεγνωσμένο του ψυχισμό. Η Άννυ Τσολακίδου παίζει εύστοχα τη δοτική και ηθική Χάνα, η οποία σκιτσάρει τους τουρίστες για τα προς το ζην και, επίσης, μαζεύει φιλοδωρήματα, όταν ο Κόφιν, ο παππούς της, ο γηραιότερος ποιητής, απαγγέλλει τους στίχους του για το πλήθος, επ’ αμοιβή. Αλλά οι τουρίστες κάποια στιγμή φεύγουν και η υγεία του παππού κλονίζεται. Η Χάνα φτάνει στο ξενοδοχείο «Costa Verde» κρατώντας τον γηραιό άντρα στην αγκαλιά της, σαν μωρό. Η είσοδος και μόνο, είναι πολιτικό πραξικόπημα. Η αγάπη της για τον γέροντα Κόφιν είναι μια σπάνιαπράξηπροσφοράς σε αυτό το ασυμβίβαστο σύμπαν. Όταν εκείνος πεθαίνει, η ψυχική της δύναμη καταρρέει, αν και κάνει τα πάντα για να μην το δείξει. Η ερμηνεία της Τσολακίδου -- υπέροχη στη λιτότητα της, γενναία στη σεμνότητά της -- αξιολογείται ως μία από τις καλύτερες, της ηθοποιού. Ο Κώστας Σαντάς, από την πλευρά του, φροντίζει ώστε ο εξαθλιωμένος Κόφιν, να είναι μια πραγματικά μπεκετική φιγούρα, με κούφια μάγουλα, ανοιχτό στόμα και μεγάλα ερευνητικά μάτια. Σε όλο το έργο, μουρμουρίζει ξανά και ξανά κομμάτια από αυτό που θα γίνει το τελευταίο του ποίημα και το επιστέγασμα του. Τον έσχατο στίχο, όταν επιτέλους, ολοκληρώνεται, τον απαγγέλει με όση δύναμη του επιτρέπουν οι συρρικνωμένοι πνεύμονές του. Η γενναιοδωρία της προσπάθειας και η απόλυτη ματαιότητά της, είναι βαθιά συγκινητική. Ο έμπειρος ηθοποιός κερδίζει και πάλι το κοινό με τη λεπτοδουλεμένη ερμηνεία του. Η Μαξίν, η λαμπερή ιδιοκτήτρια ξενοδοχείου, είναι μια ζωηρή, εκρηκτική και σαγηνευτική χήρα. Η εντυπωσιακή στην εμφάνιση και εξαιρετική στην έκφραση ηθοποιός Κλειώ- Δανάη Οθωναίου, χρησιμοποιεί την ελκυστική εξωτερική της όψη, ως σκληρό κέλυφος, για να καλύψει όλα τα τρωτά σημεία ενός προικισμένου από τη φύση θηλυκού, που αισθάνεται ότι ο χρόνος δεν είναι πλέον με το μέρος του. Όπως όλοι οι άλλοι, έτσι και η Μαξίν, που φανερά ορέγεται τα αρσενικά, φαίνεται ότι οδεύει προς αναπόφευκτη κατάρρευση. Η αυστηρά συντηρητική Τζούντιθ, της Γιολάντας Μπαλαούρα, είναι μια πειστικά θρησκόληπτη γυναίκα, με έντονη την αίσθηση της εξουσίας, ως αρχηγός της ομάδας τουριστριών. Η δε Ιώβη Φραγκάτου, ερμηνεύει επαρκώς τη νεαρή και στερημένη Σάρλοτ, τη διψασμένη για αγάπη και έρωτα, ώστε γίνεται το επόμενο εύκολο θήραμα του Σάννον. Ιδανικοί στη σκηνική τους εμφάνιση και πειστικοί εραστές, οι: Νίκος Τσολερίδης και Λευτέρης Δημητρόπουλος. Το επίκεντρο του έργου είναι η μεγάλη σκηνή της τρίτης πράξης μεταξύ του Σάννον και της Χάνα. Δεμένος σε μια αιώρα, ο καλός ηθοποιός Γιώργος Κολοβός, είναι σχεδόν παραδομένος στην άργητα. Τον ηρεμεί ένα φλιτζάνι τσάι με παπαρουνόσπορο. Η ευπροσήγορη, προσηνής Χάνα και ο βασανισμένος κληρικός αφήνονται να αναγνωρίσουν ο ένας τους δαίμονες του άλλου. Κανονικά, αυτή η κατανόηση είναι μια δικαίωση της πίστης της Χάνα στις «σπασμένες γέφυρες» μεταξύ των ανθρώπων, είναι μια δραματική ανταμοιβή. Δική τους και δική μας. Δύο ταραγμένες ψυχές μοιράζονται τον πόνο και την αδυναμία τους. Η σκηνοθέτις Ελένη Γκασούκα άντλησε από το έργο, πολλά περισσότερα από τα προφανή. Τη σεξουαλική ελευθερία που συγκρούεται με τον πουριτανισμό και τη θρησκοληψία, τη σαρκική ηδονή που παλεύει με το αίσθημα της ενοχής και το ασυνείδητο που βρίσκει ρωγμές, για να ανεβεί στην επιφάνεια και να επιβληθεί στις τραυματισμένες προσωπικότητες των ηρώων. Παράλληλα, ανοίγει νέους δρόμους ανάγνωσης αποκαλύπτοντας περισσότερο την προσωπικότητα του βασανισμένου καλλιτέχνη πίσω από τη δημιουργία του. Είναι δε σαφές, από τη σκηνοθετική προσέγγιση του κειμένου και από την ερμηνεία που αποσπά η Ελένη Γκασούκα από τους ηθοποιους, ότι αυτοί οι χαρακτήρες παλεύουν να απελευθερωθούν από εφιαλτικά δεσμά, όπως ακριβώς το δεμένο ιγκουάνα στριφογυρίζει κάτω από τη βεράντα. Μόνο ο θάνατος ή μια θαυματουργή πράξη ελέους μπορεί να τους απελευθερώσει. Κατά συνέπεια, η σκηνοθέτις χτίζει την ένταση μέχρι το τέλος, όταν ο Κόφιν, έχοντας απαγγείλει το ποίημά του, ξαφνικά παύει να αναπνέει. Σχεδόν απαρατήρητο το τραγικό συμβάν για τα κύρια πρόσωπα, όμως αργότερα μεγιστοποιείται και αποβαίνει καταστροφικό γι’ αυτά. Σε όλα τα μέτωπα, το διακύβευμα σταδιακά αυξάνεται. Οι γυναίκες στο τουριστικό λεωφορείο φωνασκούν σαν λαϊκές φιγούρες της γειτονιάς. Ο Πέδρο, ο νεαρός Μεξικανός εραστής της Φωλκ (Λευτέρης Δημητρόπουλος), επιδίδεται σε μια κολοσσιαία έκρηξη θυμού όντας μεθυσμένος, ενώ οι ηλιοκαμένοι Γερμανοί τουρίστες, που δεν αρκούνται στο να είναι απλώς αλλοπαρμένοι, περιφέρονται στο θέρετρο απειλητικά τραγουδώντας λατρεμένους ύμνους, βεβαίως προφητικούς για την επερχόμενη φρίκη του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, συνεπαρμένοι από τους πρώιμους ναζιστικούς θριάμβους του 1940. Ο Τζέϊκ Λάτα (Χρίστος Νταρακτσής) έρχεται στη τρίτη πράξη για να αντικαταστήσει τον Σάννον, ως ακατάλληλο για την ταξιδιωτική εταιρεία του, συγκρούεται μαζί του και χρησιμοποιεί βία. Μετά από μια τέτοια εξέλιξη, αυτή η «νύχτα της Ιγκουάνα» εξουδετερώνει κάθε απομεινάρι της παλιάς άποψης του μαρασμού και των φασιστικών βρυχηθμών. Τα σκηνικά και τα κοστούμια του Κωνσταντίνου Ζαμάνη αφορούν έναν τόπο, όπου οι σκληρές έννοιες του καλού και του κακού γίνονται μαλακές στον ήλιο, και ο Θεός συνομιλεί με τον Διάβολο. Το σκηνικό - ξενοδοχείο Costa Verde (πράσινη ακτή), σ’ αυτή την παράσταση του Κ.Θ.Β.Ε, είναι ακριβώς το σημείο που καλούνται οι ηθοποιοί να παίξουν μανιχαϊστικά, ακραία, για να βρουν μια μέση θέση στη γεμάτη ηθικές αντιφάσεις υπόθεση του έργου. Ο σημαντικός στοχαστής , συγγραφέας και μεταφραστής Δημήτρης Δημητριάδης, υπογράφει τη μετάφραση, η οποία συμπίπτει με τον ρυθμό, την τονικότητα και την ποίηση του Ουίλιαμς, με απόλυτη ακρίβεια. Μετάφραση:Δημητριάδης Δημήτρης Σκηνοθεσία:Γκασούκα Ελένη Σκηνικά-Κοστούμια:Ζαμάνης Κωνσταντίνος Μουσική-Σχεδιασμός ήχου: Οικονόμου Θοδωρής Φωτισμοί: Μολυβδά - Φαμέλη, Ζωή Βοηθός σκηνοθέτη: Κάλφας Άγγελος Β' βοηθός σκηνοθέτη: Νταρακτσής Χρίστος Βοηθός σκηνογράφου-Βοηθός ενδυματολόγου:Πανά Δανάη Οργάνωση παραγωγής: Βερσιούρεν Μαρλέν Παίζουν: Σημείωση Καλλιτεχνικής Διανομής Κατάλληλο για ηλικίες άνω των 16 ετών Βασιλικό θέατρο Θεσσαλονίκη
Διάρκεια παράστασης: 2 ώρες (με διάλειμμα) Εισιτήρια (για κάθε παράσταση του ΚΒΘΕ) Ημέρα Τετάρτη στις 19:00 Ημέρα Πέμπτη (λαϊκή) για όλα τα θέατρα στις 21:00 Ημέρες Παρασκευή & Σάββατο στις 21:00 και Κυριακή στις 19:00 Ημέρα Σάββατο στις 18:00 Προπώληση: ntng.gr -viva.gr – 11876 |