Σχετικά άρθρα
Ο ΠΑΤΕΡΑΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Παρασκευή, 28 Οκτώβριος 2011 09:32 |
Ο Πατέρας του Αυγούστου Στρίντμπεργκ Με χαρακτηριστική την εμμονική προσήλωση του συγγραφέα στο θέμα της σύγκρουσης και της άσκησης εξουσίας ανάμεσα στα δύο φύλα, ο Στρίντμπεργκ επιχειρεί στο έργο αυτό να θέσει επί τάπητος το ζήτημα της πατρότητας και όσον αφορά το «καταγωγικό» στοιχείο αλλά και σε σχέση με το δικαίωμα λήψης αποφάσεων όσον αφορά την ανατροφή του παιδιού. Οι δύο αυτές συνθήκες εμβολίζονται από δευτερεύοντα αλλά εξ ίσου σημαντικά στοιχεία όπως ο διαταραγμένος ψυχισμός, η προσήλωση στην επιστήμη ενός ανθρώπου που αναγκάζεται να απομακρυνθεί απ’ αυτήν για λόγους βιοποριστικούς, η υπέρβαση του μεταφυσικού μέσα από αθεϊστικούς, αγνωστικιστικούς όρους. Στο επίκεντρο της κορύφωσης της δράσης, ο πατέρας μετά από μια συζήτηση με την γυναίκα του έχει αρχίσει να αμφιβάλλει για το αν η κόρη του που την λατρεύει είναι πραγματικά δικό του παιδί. Όντας άθεος κι έχοντας εμπιστοσύνη μόνο στην επιστήμη του κι όχι στις υποσχέσεις περί αθανασίας των θρησκειών, προσδίδει στο παιδί του την ιδιότητα του συνεχιστή του σε υπαρξιακό αλλά και σαρκικό επίπεδο οπότε και η φυσική διαδοχή αίματος έχει γι’ αυτόν αποκτήσει τεράστια σημασία. Από την άλλη πλευρά, ακόμα και πιστεύοντας ότι είναι η εξ αίματος θυγατέρα του, νοιώθει διχασμένος ανάμεσα στο κομμάτι του γονιδιώματος της του που του ανήκει και σε εκείνο που κληρονομήθηκε από την μητέρα. Επιχειρεί να στείλει το παιδί του στην πόλη ώστε να του δοθεί μια εκπαίδευση πιο ολοκληρωμένη κι απαλλαγμένη από θρησκευτικές προκαταλήψεις. Έτσι έρχεται σε σύγκρουση με την γυναίκα του η οποία είναι πεισματάρα, επεμβατική και θέλει να αναθρέψει την κόρη της με τους δικούς της όρους. Ανάμεσα στα δύο αυτά πρόσωπα και στην οριστική ρήξη τους δημιουργείται το πεδίο επί του οποίου θα εξελιχτεί αναπόφευκτα ένα δράμα με όρους σχεδόν τραγωδίας. Ο άντρας υποσκελίζει τη γυναίκα, σχεδόν αρνείται το γεγονός πως υπήρξε γι’ αυτόν σημαντική κάποτε, μετράει τις απώλειες στη σχέση τους και παρακάμπτει την δυναμική της ύπαρξής της και των «πιστεύω» της. Εκείνη αποφασίζει να τον εξοντώσει και μάλιστα με τέτοιο τρόπο ώστε να μην κατηγορηθεί αλλά να εξοικονομήσει όλα τα οφέλη που θα μπορούσε να της προσφέρει η απώλειά του. Παγιδευμένη μέσα στο σπίτι της και μη έχοντας άλλη οικονομική κι υπαρξιακή διέξοδο έχει συμπυκνώσει όλη της την σκέψη σ’ αυτόν τον στόχο, φροντίζει να αποκτήσει συμμαχίες, οργανώνεται στην εντέλεια και στήνει τον θανάσιμο ιστό της αναζωπυρώνοντας ταυτόχρονα τις παράνοιες του άντρα της έτσι ώστε ο ίδιος να δώσει την αφορμή για την σύλληψη και τον εγκλεισμό του σε ψυχιατρική κλινική. Εκείνος, ανώριμος και συναισθηματικός σαν ένα παιδί που ποτέ δεν μεγάλωσε επιζητεί κι από την γυναίκα του κι από την κόρη του κι από την παραμάνα του την στοργή εκείνη που συνήθως μας προσφέρει η μητέρα, την ασφάλεια αυτού του πανίσχυρου συλλογικού προτύπου. Κατανοεί την παγίδα κι ηθελημένα πέφτει μέσα. Η μήτρα γίνεται γι’ αυτόν σφαγείο αφού δεν μπόρεσε ποτέ να απαλλαχτεί από την ανάγκη της. Παρά την φαινομενική αντιπαλότητα του Στρίτμπεργκ με το γυναικείο φύλο, η επιείκεια του απέναντι στο ισχυρό αρσενικό που επιπλέον είναι και στρατιωτικός διασαλεύεται από την αυστηρή κριτική του ματιά. Ο ήρωας του εκτίθεται σε μια ενδοσκόπηση τόσο εξονυχιστική ώστε εντέλει οι αδυναμίες του, αφαιρούν το ηρωικό στοιχείο και τον καθιστούν ανενεργό, προβληματικό ιδανικό θύμα για μια αδίστακτη αλλά και αδικημένη σύζυγο. Χαρακτηριστικό και του συγγραφέα και της εποχής είναι το γεγονός ότι ενώ το αρσενικό αναζητά απαντήσεις στα ερωτήματά του μέσω του πειράματος, της εμπειρίας και της επιστήμης, δεν είναι σε θέση να διευθετήσει ζωτικά, πρακτικά ζητήματα σε αντίθεση με το θηλυκό το οποίο αν και εναποθέτει στο μεταφυσικό την λύση των μυστηρίων, παίρνει εύκολα στα χέρια του την εξουσία όσον αφορά προβλήματα πρακτικής φύσης. Στην σύγκρουση αυτή ο άντρας είναι φαινομενικά αυτός που ηττάται αλλά στην πραγματικότητα ο γόνος του, η θυγατέρα του, είναι αυτή που θα πληρώσει το σκληρότερο τίμημα. Μετά το θάνατο του πατέρα, θα παραμείνει παγιδευμένη στο εφιαλτικό σπιτικό της χωρίς διέξοδο πνευματική ή υλική και θα εξελιχτεί σε πανομοιότυπο της μητέρας της για να έρθει μια μέρα αντιμέτωπη με έναν ανάλογο σύζυγο σε μια εξ ίσου ανθρωποφαγική σχέση και σε μιαν αντίστοιχη εφιαλτική καθημερινότητα. Η παράσταση δεν κατάφερε να ανταποκριθεί στον πλούτο, την ποιότητα και την πολύπλευρη ανάπτυξη της δραματουργίας. Η κυρία Σκούπα κι ο κύριος Βούρος έπαιξαν τους ρόλους τους σαν να συμμετείχαν σε διαφορετικές παραστάσεις με διαφορετική αντίληψη, γραμμή και στοχοκατεύθυνση. Αυτός έπαιζε μια σύγχρονη και μάλλον ανάλαφρη κωμωδία κι αυτή ερμήνευε κάποιο είδος αρχαίας τραγωδίας. Δεν είναι κακό να αναδείξει κανείς το χιούμορ και τον σαρκασμό του έργου αλλά με λεπτότητα και κυρίως με άψογη ορθοφωνία διότι όπως και άλλες φορές το έχω επισημάνει, η ταχυλογία στη σκηνή δεν ενισχύει την φυσικότητα, απλά αναιρεί την θεατρικότητα κι εξαφανίζει την βαρύτητα του λόγου καθαιρώντας τις πολλαπλές σημασιολογικές του ιδιότητες. Η νεαρή που υποδύονταν την κόρη μάλλον σχημάτισε την εντύπωση ότι παίζει σε μπουλβάρ κι όχι σε αστικό δράμα. Και κινησιολογικά και ερμηνευτικά συμπεριφέρονταν σαν να ήταν μια χαρωπή πεταλουδίτσα κι όχι ένα τραγικό στην ουσία πρόσωπο, στην αιχμή μιας θανάσιμης σύγκρουσης. Εξαίρετη και με ερμηνευτική ποιότητα ήταν η ερμηνεία της παραμάνας η οποία επίσης χρησιμοποίησε τους δικούς της, διαφορετικούς υποκριτικούς κώδικες αλλά τους αξιοποίησε στο έπακρο. Αδιάφορη και χωρίς βάθος η ερμηνεία του Ανθόπουλου στο ρόλο του γιατρού, είχε ωστόσο μια συνέπεια ως προς το είδος του θεάτρου που υπηρετούσε. Ικανοποιητική, η ερμηνεία των δύο νεαρών στρατιωτών. Όσον αφορά την σκηνογραφία, κινήθηκε με διακριτικότητα ανάμεσα στην εποχή και τον σύγχρονο σχολιασμό της χωρίς να βαρύνει την σκηνική εικόνα αλλά και χωρίς να της στερήσει την αίσθηση και την παρακμιακή ατμόσφαιρα που υποβόσκει στο έργο. Ενδυματολογικά θα σχολίαζα κυρίως το ερυθρό φόρεμα της πρωταγωνίστριας το οποίο έρχεται από άλλο έργο σίγουρα, ίσως κι από άλλη εποχή κι επίσης είναι ένα ρούχο που καμία γυναίκα ποτέ δεν θα φορούσε για να περιφέρεται μέσα στο σπίτι της εκτός κι αν έπασχε από κάποιο είδος ψυχικής διαταραχής. Όσο για την πιθανή συμβολική του σημασία, λυπάμαι αλλά δεν συγκλίνει με κανένα τρόπο με την ρεαλιστική αντίληψη όσον αφορά το υπόλοιπο ενδυματολογικό υλικό της παράστασης. Απόδοση: Νίκος Γκάτσος Σκηνοθεσία: Γιώργος Βούρος Σκηνικά: Ανδρέας Σκούρτης Κοστούμια: Δημήτρης Ανδριανός Μακιγιάζ: Χριστόφορος Τρούσας Βοηθός σκηνοθέτη: Μαρία Σκούπα Φωτογραφίες: Λουκάς Βασιλικός
Παίζουν: Ίλαρχος: Γιώργος Βούρος Σβερντ- Νιεντ: Σπύρος Δημακόπουλος – Λάμπρος Κόκκορης Πάστορας: Δημήτρης Ανδριανός Λάουρα: Μαρία Σκούπα Γιατρός: Θοδωρής Ανθόπουλος Μάργκαρετ: Λαμπρινή Λίβα Βέρθα: Ελένη Σταυράκη-Κοντοσταύλου
Θέατρο «Βαφείο-Λάκης Καραλής Αγ. Όρους 16 & Κωνσταντινουπόλεως 115 Βοτανικός Μετρό Κεραμεικού Τηλέφωνο: 210-3425637 Παραστάσεις: Παρασκευή και Σάββατο στις 9:00 μμ., Κυριακή στις 7:30 μμ. Τιμή εισιτηρίων:15 ευρώ, 10 ευρώ φοιτητικό και άνω των 65 ετών, ατέλειες, άνεργοι δωρεάν. Διάρκεια: 115 λεπτά (χωρίς διάλειμμα) Με την υποστήριξη του ΥΠ.ΠΟ.Τ.
|