Σχετικά άρθρα
ΤΟ ΦΩΣ ΤΟΥ ΓΚΑΖΙΟΥ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μάριος Παϊτάρης |
Δευτέρα, 31 Δεκέμβριος 2012 12:47 |
Το Φώς του Γκαζιού του Patrick Hamilton Το νουάρ θρίλερ «Το Φώς του Γκαζιού» γράφτηκε το 1938 από τον Βρετανό δραματουργό Πάτρικ Χάμιλτον και ανεβαίνει φέτος στο θέατρο «Χυτήριο» σε μετάφραση της Βάσιας Παναγοπούλου και του Χρήστου Καρχαδάκη και σε διασκευή και σκηνοθεσία της Ρούλας Πατεράκη. Είναι η ιστορία της Πόλα, μιας γυναίκας που βασανίζεται ψυχολογικά σε βαθμό σαδισμού από τον σύζυγο της, Εκείνος είναι συνθέτης και βγαίνει τα βράδια από το σπίτι για να γράψει μουσική σ’ ένα ήσυχο περιβάλλον μακριά από την παρουσία της ασταθούς ψυχολογικά και συναισθηματικά συζύγου του. Ενώ απουσιάζει, αντικείμενα εξαφανίζονται, ακούγονται ήχοι και το φώς του γκαζιού τρέμει κατά την διάρκεια της νύχτας. Αυτές τα γεγονότα επιδεινώνουν την ψυχική κατάσταση της Πόλα και την ταράζουν ακόμα περισσότερο. Ένας επιθεωρητής της Σκότλαντ Γιάρντ εμφανίζεται ξαφνικά για να δώσει λύση στο μυστήριο και να την διαφωτίσει για κάποιες πτυχές του χαρακτήρα του συζύγου της, που εκείνη αγνοεί. Το συγκεκριμένο θεατρικό κείμενο δεν το έχω διαβάσει ώστε να γνωρίζω τις αισθητικές και δραματουργικές μετατροπές που ενδεχομένως έκανε η σκηνοθέτης στο έργο, συνεπώς θα εκφέρω την άποψη μου μόνο για το αποτέλεσμα το οποίο προέκυψε από την διασκευή της Ρούλας Πατεράκη. Η διασκευή λοιπόν της σκηνοθέτιδας παρουσιάζει κενά και ελλείψεις στην δόμηση του δραματουργικού υλικού ενώ απουσιάζουν χαρακτηριστικά οι δραματικές κορυφώσεις που εξυπηρετούν και αναδεικνύουν τα ιδιαίτερα υφολογικά χαρακτηριστικά ενός τέτοιου θεατρικού είδους. Αν εξαιρέσεις κάποιους διάλογους μεταξύ του ζεύγους που παρέχουν την απαραίτητη δραματουργική ένταση, τόσο οι υπόλοιποι διάλογοι όσο και η εξέλιξη της επιμέρους πλοκής είναι σχηματικά χωρίς νεύρο και συγκεκριμένη δραματουργική κατεύθυνση που να εξυπηρετεί την αβίαστη εξέλιξη του μύθου και των χαρακτήρων. Η εντύπωση που αποκόμισα είναι ότι πρόκειται για ένα μέτριο και υπερεκτιμημένο έργο, τουλάχιστον με τον τρόπο με τον οποίο το απέδωσε η Πατεράκη. Η μετάφραση ωστόσο είναι αρκετά ενδιαφέρουσα και στρωτή . Τα προβλήματα που εντοπίζονται στο ύφος, το περιεχόμενο και την δομή της δραματουργίας, δυστυχώς επεκτείνονται και στο κομμάτι της σκηνοθεσίας. Η κυρία Πατεράκη προφανώς καταπιάστηκε με ένα κείμενο το οποίο είναι μακριά από την σκηνοθετική της ιδιοσυγκρασία και απέχει χιλιόμετρα από το προσωπικό της ύφος και αισθητική που έχει καταθέσει σε προηγούμενες δουλειές της, οι οποίες είχαν ένα πρωτοποριακό, ρηξικέλευθο και ανατρεπτικό χαρακτήρα. Πιθανώς εγκλωβίστηκε σε ένα συμβατικό έργο και σε ένα είδος που δεν την εμπνέει ώστε να δημιουργήσει μια παράσταση αντάξια του ένδοξου παρελθόντος της. Η σκηνοθεσία της φλερτάρει έντονα με τον ακαδημαϊσμό, είναι αυστηρά γραμμική, χωρίς ενδιαφέρουσες εναλλαγές και ανατρεπτική διαχείριση του σκηνικού υλικού. Στο όλο σκηνοθετικό εγχείρημα υπάρχει έντονη υποτονικότητα, τόσο στο κομμάτι που αφορά την σύνθεση των σκηνών μεταξύ τους όπου η έλλειψη της φυσικής ροής είναι σε μερικές στιγμές ολοφάνερη, όσο και στο κομμάτι του ρυθμού της παράστασης όπου ορισμένες δράσεις μετουσιώνονται σκηνικά σε πραγματικό και όχι θεατρικό χρόνο, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται υπερβολικά πολλές παύσεις που επιδεινώνουν ακόμα περισσότερο την σκηνοθετική συνοχή. Φυσικά μέσα σε αυτό το σύνολο υπάρχουν και αρκετές αναλαμπές που δημιουργούν μια πρόσκαιρη αναθάρυνση ως προς την εξέλιξη της παράστασης, αλλά που δυστυχώς δεν επιβεβαιώνονται στην πορεία σε τέτοιο βαθμό, που να είναι ικανές να ανατρέψουν την τελική εικόνα της. Στον τομέα των ερμηνειών τώρα, η Βάσια Παναγοπούλου είναι αξιόλογη και ενδιαφέρουσα ως Πόλα και σκιαγραφεί με λεπτομέρεια τον εύθραυστο ψυχισμό της ηρωίδας που ενσαρκώνει. Από την άλλη ο Λαέρτης Βασιλείου στον ρόλο του συζύγου είναι μονοδιάστατος, χωρίς να αξιοποιεί ικανοποιητικά τις δυνατότητες που του δίνει ο ιδιαίτερα αβανταδόρικος ρόλος του και περιορίζεται σε μια ερμηνευτική απόδοση, χωρίς ιδιαίτερους χρωματισμούς και διακυμάνσεις, φλερτάροντας σε αρκετά σημεία της παράστασης με την υπερβολή και με την άτσαλη εξωτερίκευση συναισθημάτων και αντιδράσεων του ήρωα που ερμηνεύει. Ο Γιώργος Κέντρος, στον ρόλο του Επιθεωρητή, παραδίδει μια ενδιαφέρουσα και μεστή ερμηνεία, σε έναν ρόλο χωρίς ιδιαίτερες ερμηνευτικές απαιτήσεις όπου ο έμπειρος ηθοποιός αποδίδει ικανοποιητικά αλλά τόσο όσο του επιτρέπει το σκηνικό πλαίσιο στο οποίο ενυπάρχει. Διεκπεραιωτική η Δώρα Στυλιανέση, αξιοπρεπέστατη η Ευανθία Κουρμούλη. Λιτό και μετρημένο το σκηνικό της Άσης Δημητρολοπούλου, εξαιρετικά τα κοστούμια της. Οι πολύ καλοί φωτισμοί της Κατερίνας Μαραγκουδάκη ενισχύουν εύστοχα τις ατμόσφαιρες και δημιουργούν πολύ υποβλητικές εικόνες σε κάποια σημεία της παράστασης. Θαυμάσια η μουσική επιμέλεια της Γωγώς Καλοδίκη.
Μετάφραση: Βάσια Παναγοπούλου & Χρήστος Καρχαδάκης Διασκευή & Σκηνοθεσία: Ρούλα Πατεράκη Σκηνικά & Κοστούμια: Άση Δημητρολοπούλου Φωτισμοί: Κατερίνα Μαραγκουδάκη Μουσική Επιμέλεια: Γωγώ Καλοδίκη
Γιώργος Κέντρος Λαέρτης Βασιλείου, Δώρα Στυλιανέση, Ευανθία Κουρμούλη Θέατρο «Χυτήριο» Ιερά Οδός 44 Γκάζι Τηλέφωνο: 211 0124401 Παρασκευή & Σάββατο: 21.00 Γενική Είσοδος: 15 ευρώ |