CRASH (ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ) |
![]() |
![]() |
Παρασκευή, 22 Ιούλιος 2011 17:07 | |||
CRASH ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΩΡΓΟΣ
Ακαθόριστος τόπος και χρόνος. Δύο άντρες και δύο γυναίκες περπατάνε. Ηλικίες μεταξύ 25-35. Ο ένας άντρας και οι δύο γυναίκες είναι καλοντυμένοι, με ρούχα για βραδυνή έξοδο. Ο δεύτερος άντρας είναι εμφανώς ξένος, μετανάστης από κάποια ασιατική χώρα, και φοράει ένα φαρδύ κίτρινο αδιάβροχο. Βαδίζει σε κάποια απόσταση από τους άλλους και δε φαίνεται να τους δίνει σημασία. Κάποια στιγμή, ο πρώτος άντρας αρχίζει να μιλάει.
ΑΝΤΡΑΣ 1: (μονολογεί) Που πηγαίνουμε; (οι γυναίκες γυρίζουν και τον κοιτάζουν) ΑΝΤΡΑΣ 1: (τις κοιτάζει κι’ αυτός σαν να τις βλέπει για πρώτη φορά. Τους μιλάει) Μήπως ξέρετε εσείς; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ιδέα δεν έχω. ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Ούτε κι’ εγώ. Κι’ εγώ αυτή τη στιγμή ετοιμαζόμουν να ρωτήσω «που πηγαίνουμε»; ΑΝΤΡΑΣ 1: (γελάει νευρικά) Χαζό δεν είναι; Θέλω να πω... προχωράμε τόση ώρα, και να μην ξέρουμε που πηγαίνουμε; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (γελάει κι’ αυτή) Χαζό, ναι. Δηλαδή ούτε κι’ εσείς δεν ξέρετε... Μα βέβαια, τι λέω, αφού εσείς ρωτήσατε πρώτος... Είναι τόσο περίεργο όμως, δεν είναι; Τι λέτε κι’ εσείς; ΑΝΤΡΑΣ 1: Συγχωρήστε το θάρρος μου... αλλά μια και βρεθήκαμε όλοι μαζί εδώ, μήπως να μιλάμε καλύτερα στον ενικό; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ναι, βέβαια... Ευχαρίστως... Μάλιστα μου φαίνεστε γνωστός... (γελάει) Με συγχωρείς, μου φαίνεσαι γνωστός θέλω να πω. ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Κι’ εμένα μου φαίνεσαι γνωστός. ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (γυρίζει στη γυναίκα 2) Ξέρεις κάτι; Κι’ εσύ μου φαίνεσαι γνωστή! ΑΝΤΡΑΣ 1: Κορίτσια να μη νομίσετε ότι σας κάνω καμάκι... αλλά κι’ εσείς μου φαίνεστε γνωστές... Και οι δύο! Ναι, σίγουρα, αν έκανα καμάκι, δε θα έκανα και στις δύο μαζί, ε; (γελάει) Νομίζω... (φαίνεται ξαφνικά λίγο αμήχανος) ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Και μια και κάνουμε αυτή την κουβέντα, γιατί πάμε με τα πόδια; Θέλω να πω... τόσος δρόμος... και είμαστε και με τα τακούνια... (στον άντρα) Εσύ πάλι όχι... Αλλά και πάλι, είναι τόσος δρόμος... Και πρέπει να έχουμε πολύ δρόμο ακόμα, δε βλέπω τίποτα μπροστά μας... ΑΝΤΡΑΣ 1: (σαν να ονειροπολεί) Θυμάμαι ότι ήμουνα στο αυτοκίνητο... Στην αμαξάρα μου! Ωραίο εργαλείο, 4Χ4... Γιατί τώρα να περπατάω... Εγώ δεν περπατάω ούτε για να πάω στο περίπτερο... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Κι’ εγώ θυμάμαι ένα αυτοκίνητο... Μπλε... Όχι, μάλλον ασημί... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (σαν να μην καταλαβαίνει για τι πράγμα μιλάνε) Αυτοκίνητο; Τι είναι... Α, ναι... Θυμάμαι τι είναι το αυτοκίνητο! (τους βλέπει να την κοιτάνε με απορία) Ε... μη με κοιτάτε έτσι, μόλις τώρα θυμήθηκα τι είναι αυτοκίνητο. Αυτό το πράγμα που καίει βενζίνη, και μολύνει την ατμόσφαιρα... (ανασηκώνει τους ώμους) Πρέπει να είχα κι’ εγώ αυτοκίνητο, όμως... Νομίζω... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (ξαφνικά) Μήπως ήσουν κι’ εσύ στο αυτοκίνητο; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Σε ποιο αυτοκίνητο; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Στο αυτοκίνητο, μαζί μας. ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Είσασταν μαζί; ΑΝΤΡΑΣ 1: (με απορία) Είμασταν μαζί; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (χωρίς να είναι απόλυτα σίγουρη) Ε... έτσι μου φαίνεται; Δεν είμασταν; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (βλέπει ξαφνικά τον 2ο άντρα) Κι’ άλλος ένας, κοιτάξτε! ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (τον κοιτάει εξεταστικά) Αυτός... όχι. Δε μου θυμίζει κάτι. ΑΝΤΡΑΣ 1: (περιφρονητικά) Όχι, σίγουρα όχι. Είναι... αλλοδαπός! ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Και λοιπόν; ΑΝΤΡΑΣ 1: Τι και λοιπόν; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Έχεις κάτι με τους... αλλοδαπούς; Έτσι που το είπες... ακούγεται σα βρισιά. ΑΝΤΡΑΣ 1: Όχι, όχι, δεν ήθελα να προσβάλλω κανέναν, μη νομίσεις πως είμαι κανένας ρατσιστής... αλλά... δεν κάνω και παρέα μαζί τους, γι’ αυτό είμαι σίγουρος! (γελάει) (ξαφνικά το πρόσωπό του σκοτεινιάζει) Νομίζω. Νομίζω... ότι είμαι σίγουρος. ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Εγώ έχω αρκετούς φίλους ξένους. (κι’ αυτή ξαφνικά συννεφιάζει) Νομίζω... ΑΝΤΡΑΣ 1: (στην 1η γυναίκα) Εσύ πάλι γιατί τον κοιτάς έτσι; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (συνεχίζει να κοιτάει τον 2ο άντρα εξεταστικά) Κάτι μου θυμίζει. Αυτό το κίτρινο αδιάβροχο... ΑΝΤΡΑΣ 1: (στη γυναίκα 2) Ορίστε, είναι κι’ αυτό το κίτρινο αδιάβροχο... Και κοίτα τα παπούτσια του... Δηλαδή, θέλω να πω, ακόμα και αλλοδαπός να μην ήτανε, φαίνεται για τύπος που θα τον κάναμε παρέα; Εμείς; Δηλαδή... έλεος! ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Εμείς... Δηλαδή «εμείς»; Είμαστε κάτι σαν παρέα, δηλαδή; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (στον 1ο άντρα) Δε νομίζω ότι σε συμπαθώ και πολύ, τελικά... Δε μου αρέσουν τα πράματα που λες... Αν και μου φαίνεσαι τόσο... οικείος... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (στον 1ο άντρα) Πολύ γνωστή φάτσα, βρε παιδί μου. Μήπως είσαι στην τηλεόραση; ΑΝΤΡΑΣ 1: Όχι! Δε νομίζω... Δε θυμάμαι κάτι τέτοιο... Λες να είμαι; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Τι να είσαι; ΑΝΤΡΑΣ 1: Στην τηλεόραση. ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (σαν να τον βλέπει για πρώτη φορά) Στην τηλεόραση; Όχι, που σου ήρθε; ΑΝΤΡΑΣ 1: Έλεγα... (εκνευρισμένος) Ω, δεν είναι συζήτηση αυτή! Θα με τρελάνετε σήμερα! ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ω... συγνώμη... Είμαι λίγο θολωμένη... ίσως ήπιαμε πολύ χτες το βράδυ... αλλά δε θυμάμαι τίποτα... οπότε μάλλον ήπιαμε πολύ χτες το βράδυ... ΑΝΤΡΑΣ 1: (αρχίζει να την κοιτάει πάνω κάτω εξεταστικά. Φαίνεται να του αρέσει) Και πώς είπαμε το ονοματάκι σου; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Το ονοματάκι μου; (μεγάλη παύση) Αν σου πω ότι δε θυμάμαι, θα με πιστέψεις; ΑΝΤΡΑΣ 1: Όχι βέβαια! Δεν είναι δυνατόν να μη θυμάσαι το όνομά σου! Αν δε θες να μου πεις πώς σε λένε, ΟΚ, απλά πες «δε γουστάρω να σου πω πώς με λένε!» ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (μπαίνει ξαφνικά στην κουβέντα) Πίστεψέ την όμως. Ούτε κι’ εγώ θυμάμαι το όνομά μου. Μόλις τώρα, που σας άκουσα να μιλάτε, θυμήθηκα ότι έχω κάποιο όνομα... αλλά που να σπάσω το κεφάλι μου, μου είναι αδύνατο να το θυμηθώ... ΑΝΤΡΑΣ 1: Με δουλεύετε και οι δύο; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Εσύ λοιπόν που θυμάσαι, για πες μας πώς σε λένε; ΑΝΤΡΑΣ 1: (ανοίγει το στόμα του να μιλήσει, το ξανακλείνει, τις κοιτάει και τις δύο σα χαμένος) ... Δε θυμάμαι! Δεν είναι δυνατόν, δε θυμάμαι το όνομά μου! (φαίνεται τρομερά σοκαρισμένος) ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ε καλά ντε, πως κάνεις έτσι; Ούτε κι’ εγώ το θυμάμαι. Είναι πια τόσο σημαντικό; ΑΝΤΡΑΣ 1: (πολύ ενοχλημένος, όσο μιλάει αρχίσει να συνειδητοποιεί πράγματα και φορτώνει περισσότερο) Καλά, εσύ δεν πας καλά... Κάτι μας εχει συμβεί, κάτι έχουμε πάθει, δεν είναι δυνατόν... Είναι τελείως τρελό! Δε θυμόμαστε τα ονόματά μας... Δε θυμόμαστε ποιοι είμαστε, που πηγαίνουμε, τι κάνουμε εδώ! Απορώ με την απάθειά σου. Αλλά θα μου πεις εσύ πάντα έτσι ήσουνα, στην κοσμάρα σου... (γυρίζει στη 2η γυναίκα) Αλλά εσύ πάλι... από σένα δεν περίμενα αυτή την αδιαφορία... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (τον κοιτάει περίεργα) Δεν κατάλαβα, δηλαδή τελικά γνωριζόμαστε από παλιά; ΑΝΤΡΑΣ 1: Ε ναι! Και βέβαια! Δε θυμάμαι που και πως... αλλά ναι! Εσύ δεν το θυμάσαι; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (σαν να αρχίζει να παίρνει στροφές σιγά σιγά) Ε λοιπόν τώρα που το λες... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (αλλάζει ξαφνικά κουβέντα) Λοιπόν, ο «αλλοδαπός»; ΑΝΤΡΑΣ 1: (ξενερώνει με την αλλαγή του θέματος) Τι ο αλλοδαπός; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Θα του μιλήσουμε; ΑΝΤΡΑΣ 1: Είναι ξένος... Μπορεί να μη μιλάει ελληνικά. ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Κι’ αν μιλάει; ΑΝΤΡΑΣ 1: Ε και γιατί να του μιλήσουμε τέλος πάντων, τι έχουμε να του πούμε; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Κοιτάξτε, φαίνεται χαρούμενος... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Γιατί να μην του μιλήσουμε; Είμαστε όλοι μαζί εδω, σε αυτό το περίεργο μέρος... Σου φαίνεται τυχαίο; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Μήπως αυτός θα ξέρει που πάμε; ΑΝΤΡΑΣ 1: (ενοχλημένος αλλά το παιρνει απόφαση) Ω, εντάξει! (στον 2ο άντρα) Ε, εσύ... φίλε... ΑΝΤΡΑΣ 2: (γυρίζει και τον κοιτάει. Του χαμογελάει, χαμογελάει σε όλους) (με φανερή ξενική προφορά) Σε μένα μιλάτε; ΑΝΤΡΑΣ 1: Ε, ναι! Υπάρχει κανείς άλλος εδώ; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (ενοχλημένη από το ύφος του 1ου άντρα) Μην του δίνεις σημασία. Θέλαμε απλά να σε ρωτήσουμε... γιατί είσαι εδώ μαζί μας; (καταλαβαίνει ότι δεν είπε αυτό που εννοούσε) Όχι, μη με παρεξηγείς... Ήθελα απλά να πω... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (τη διακόπτει) Είσαι φίλος μας; ΑΝΤΡΑΣ 2: Όλοι άνθρωποι πρέπει να είναι φίλοι. Αλλά αν εσείς εννοείτε αυτό, δεν νομίζω να γνωριζόμαστε. ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Μήπως ξέρεις που πηγαίνουμε; ΑΝΤΡΑΣ 2: (δείχνει προς τα μπρος) Εκεί. (όλοι κοιτάνε με προσοχή) ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Α, ώστε εκεί πάμε... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Μα τι είναι εκεί; Δε βλέπω τίποτα... ΑΝΤΡΑΣ 1: Ε και βέβαια εκεί πάμε! Μας φώτισε! Αφού τόσες ώρες προς τα εκεί περπατάμε, εκεί πάμε! Μπράβο! Πραγματικός φωτεινός παντογνώστης! Και δε μου λες κύριε ξερόλα, μπορείς να μας πεις τι είναι εκεί που πάμε; ΑΝΤΡΑΣ 2: Συγνώμη... Δεν καταλαβαίνει τόσο γρήγορα... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (στον 1ο άντρα) Ω... είδες τώρα; Τον σύγχυσες! Ωραία συμπεριφορά. (στον 2ο άντρα) Συγνώμη φίλε μου, μην του δίνεις σημασία. Είναι απλά ένας γάιδαρος. ΑΝΤΡΑΣ 1: Α ευχαριστώ πολύ! Έγινα και γάιδαρος τώρα! Άλλα μου έλεγες χτες το... (σταματάει ξαφνικά, σαν να συνειδητοποιεί ότι είπε κάτι που δεν έπρεπε να πει – ή σαν να συνειδητοποιεί ότι μόλις τώρα αρχίζει να καταλαβαίνει τι είπε) Δεν είμαι σίγουρος τι ακριβώς μου συμβαίνει αλλά... θέλω να πω... έχω μια τρελή ιδέα στο μυαλό μου... ‘Εχω μια πάρα πολύ έντονη αίσθηση... Έτσι που σας βλέπω και τις δύο εδώ... (διστάζει) Ε λοιπόν θα το πω! Είμαι σίγουρος ότι η μία από εσάς είναι η γυναίκα μου και η άλλη η γκόμενά μου! (γελάει) Το είπα! Είναι απίστευτο... (συνεχίζει να γελάει) ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Φοβερή ιδέα έχεις για τον εαυτό σου, φίλε μου! Βρίσκεσαι ξαφνικά σε ένα μέρος με δυο γυναίκες και είσαι σίγουρος ότι θα πρέπει οπωσδήποτε να τις πηδάς και τις δύο! Απίστευτος; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Είμαστε όμως... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Τι είμαστε όμως; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Η γυναίκα του και η γκόμενά του... Μη με ρωτας που το ξερω, το ξερω! Απλά το ξέρω. ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (μελαγχολικά) Κι’ εγώ το ξέρω. Απλά... δεν ήθελα να το πιστέψω... Ήθελα να ελπίζω... ΑΝΤΡΑΣ 1: (συνεχίζει να γελάει) Και το ποιο αστείο από όλα είναι ότι... δεν ξέρω ποια είναι η γυναίκα μου και ποια είναι η γκόμενά μου! Τέλειο; (συνεχίζει να γελάει) Και μόλις τώρα... αποκάλυψα στη γυναίκα μου ότι έχω γκόμενα! (γελάει μέχρι δακρύων) (οι γυναίκες τον αγνοούν, μιλάνε μεταξύ τους. Ούτε αυτός παρακολουθεί την κουβέντα τους) ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Αλλά ποια είναι η κάθε μία; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Να μαντέψω εγώ πρώτη; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Να μαντέψεις; Δηλαδή δε θυμάσαι... καθόλου; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Τι να πω... Μάλλον τον έχει απωθήσει η μνήμη μου. Για στάσου... Αν ήμουν η γκόμενά του θα τον γούσταρα περισσότερο, δε μπορεί... Άρα προφανώς θα είμαι η γυναίκα του. Πακέτο... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Ώπα, για στάσου. Και η δική μου μνήμη τον έχει απωθήσει. Άρα ούτε εγώ μπορεί να είμαι η γκόμενά του. ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Δηλαδή που θες να καταλήξεις; Ότι είναι και δίγαμος; Είμαστε και οι δύο οι γυναίκες του; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Δεν ξέρω, ρε γαμώτο. Δεν τον πάω καθόλου. Μου γυρίζουν τ’ άντερα. Πως μπορεί να είναι γκόμενός μου; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Κάτσε λίγο γιατί μόλις έφαγα μια φλασιά... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Για πες; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Μόλις θυμήθηκα ένα γάμο... Μόλις θυμήθηκα το γάμο μας! Εγώ με άσπρο νυφικό και μακριά ουρά και φρουφρου κι αρώματα, ο κύριος με το κουστουμάκι του, και λαμπάδες και παρανυφάκια και κουφέτα και ρύζια και όλα τα σχετικά... Ω ρε πούστη, δηλαδή εγώ είμαι η γυναίκα του; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Ω ρε πούστη, δηλαδή εγώ είμαι η γκόμενά του; ΑΝΤΡΑΣ 1: (συνεχίζει να γελάει) Και ακόμα δεν ξέρω ποιαν έχω απατήσει με ποιαν... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Ότι νάναι... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Και δε μου λες σε παρακαλώ, τι του βρήκες; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (σηκώνει τους ώμους) Εσύ; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Εγώ δε θυμάμαι. Μπορεί να τον παντρεύτηκα για τα λεφτά του. Αλλά εσύ; Άμα δεν τον γουστάρεις γιατί είσαι γκόμενά του; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Τι να πω τώρα; Ότι δε θυμάμαι; Μήπως θυμόμαστε και τίποτα; (κοιτάει ξαφνικά τον 2ο άντρα, σαν να ονειροπολεί) Και αυτός ποιος είναι; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Αυτός ποιος είναι; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Λες να είναι ο δικός μου άντρας; Γιατί να μην έχω κι΄ εγώ έναν άντρα; Θα είμασταν δυο ζευγάρια... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (δεν την προσέχει, κοιτάει το 2ο άντρα) Τώρα θυμάμαι... Έβρεχε... Φόραγε το κίτρινο αδιάβροχο για να τον βλέπουν τα αυτοκίνητα... (ο 1ος άντρας βγαίνει ξαφνικά από τις σκέψεις του και αρχίζει να την παρακολουθεί) Δεν τον ωφέλησε όμως... (γυρίζει απότομα στον 1ο άντρα) Έπεσες πάνω του! ... πέσαμε πάνω του... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (ξαφνικά θυμάται) Τον χτυπήσαμε... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Και μετά... την κολώνα! Ω, δε μπορώ να θυμάμαι... Καλύτερα όταν δε θυμόμασταν... ΑΝΤΡΑΣ 1: Ωχ, όχι! Αυτό το θυμάμαι κι΄ εγώ! Ω, το καημένο μου αμάξι... Θα έχει γίνει παλιοσίδερα... Είχα θυμηθεί άραγε να πληρώσω την ασφάλεια; Αλλά μια στιγμή... γιατί δεν είμαστε σε κάποιο νοσοκομείο; (παύση. Οι γυναίκες αρχίζουν να τον κοιτάνε έντονα) Ίσως πηγαίνουμε στο νοσοκομείο, τώρα... Να που πηγαίνουμε! Πηγαίνουμε στο νοσοκομείο! (και οι δύο γυναίκες τον κοιτάνε ανέκφραστες) Πηγαίνουμε στο νοσοκομείο... με τα πόδια; Έλεος! Και γιατί πληρώνουμε το ΕΚΑΒ; Αυτό είναι σκάνδαλο! Πρέπει να τους βγάλουμε στα κανάλια... (οι γυναίκες συνεχίζουν να τον κοιτάνε χωρίς να μιλάνε) Βοηθήστε με... Δε θέλω να πεθάνω... ΓΥΝΑΙΚΑ 1 και ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Έχεις ήδη πεθάνει... ΑΝΤΡΑΣ 1: Είσαστε τρελές... Είσαστε τελείως τρελές... Αφήστε με, δε θέλω να μιλήσω άλλο μαζί σας.
(Συνεχίζουν να προχωράνε όλοι αμίλητοι, για λίγο) ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Αυτό που δε μπορώ να καταλάβω είναι γιατί είχαμε τη γκόμενα μαζί στο αυτοκίνητο... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Γιατί είμαστε φίλες. Κολλητές. Είχαμε βγει και οι τρεις μαζί για βράδυ... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (την κοιτάει εξεταστικά) Λογικό. Εσύ φαίνεσαι συμπαθητική κοπέλα. Γι’ αυτό μου φαινότανε ότι σε ξέρω από κάπου... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Κι’ εσύ είσαι πολύ συμπαθητική. Χαίρομαι που είμασταν φίλες. ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (ήρεμα) Και τότε γιατί πηδιόσουνα με τον άντρα μου; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (σηκώνει τους ώμους) Μου είναι αδύνατον να θυμηθώ – ή να φανταστώ – το λόγο. Όχι γιατί τον συμπαθώ, σίγουρα. ΑΝΤΡΑΣ 1: Τουλάχιστο δεν είχαμε σκηνή... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (γελάει) Λίγο αργά δεν είναι για σκηνές; (ο άντρας 1 πάει να μιλήσει αλλά τον διακόπτει) Κι’ εγώ σε απατούσα, ξέρεις... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Θυμάσαι να τον απατούσες; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ε ναι... Πως θα μπορούσα να τον ανεχτώ αλλιώς; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Με ποιον; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (μελαγχολικά) Δε μπορώ να θυμηθώ... Μου φαίνεται ότι τον αγαπούσα... Αλλά τώρα δε μπορώ να τον θυμηθώ. Ούτε το όνομά του, ούτε το πρόσωπό του, ούτε... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Λογικό... Οι πεθαμένοι με τους πεθαμένους και οι ζωντανοί με τους ζωντανούς. ΑΝΤΡΑΣ 1: Θαυμάζω την απάθειά σας... Πιστεύετε πραγματικά ότι έχουμε πεθάνει και είσαστε έτσι κουλ και όσα έρθουν κι΄όσα πάνε... Εγώ αν πίστευα ότι έχουμε πεθάνει θα ούρλιαζα, θα ξερίζωνα τις τρίχες από τα μαλλιά μου, θα κυλιόμουνα κάτω, θα έσκιζα τα ρούχα μου, θα... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Σιγά ρε μεγάλε μη σκίσεις και την κιλότα σου... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Δηλαδή σοβαρά τώρα, πιστεύεις ότι είσαι ακόμα ζωντανός; ΑΝΤΡΑΣ 1: (κάπως τσιριχτά) Ναι! Είμαι ζωντανός! (ξαφνικά φαίνεται να καταρρέει. Βάζει το πρόσωπο στα χέρια και αρχίζει να κλαίει με λυγμούς) Δε θέλω να πεθάνω! Όχι, δε θέλω να πεθάνω... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Λίγο αργά το σκέφτηκες, δε νομίζεις; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Και όχι μόνο πέθανες αλλά μας πήρες και όλους στο λαιμό σου. Μια συγνώμη θα ήταν ίσως ένα πρώτο βήμα... (ο 1ος άντρας συνεχίζει να μιξοκλαίει) ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Και αν όχι σε εμάς, τουλάχιστο στον άνθρωπο... Ήρθε από την άκρη του κόσμου στην Ελλάδα για μια καλύτερη ζωή... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Ήρθε από την άκρη του κόσμου για να τον πατήσεις... ΑΝΤΡΑΣ 1: Ε όχι... Δε θα με κατηγορείτε εμένα για όλα... Αυτός φταίει που σκοτωθήκαμε! ΓΥΝΑΙΚΑ 1 και ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Τι;;; ΑΝΤΡΑΣ 1: Αυτός φταίει για το ατύχημα... Αυτός είναι ο ένοχος! Αυτός είναι ο δολοφόνος! ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Είσαι τρελός άνθρωπέ μου; Εσύ έπεσες πάνω του! ΑΝΤΡΑΣ 1: Δεν έφταιγα εγώ! Δεν τον είδα! Δεν μπορούσα να τον δω! Αυτοί φταίνε! Χώνονται σαν τα ζουζούνια ανάμεσα στα αυτοκίνητα! ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Καλά δε ντρέπεσαι λίγο; Ακούς τι λες; ΑΝΤΡΑΣ 1: Και γιατί ήρθαν εδώ; Ήταν ανάγκη να έρθουν; Δε μένανε στον τόπο τους; Έρχονται και μας παίρνουν τις δουλειές μας... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Συγνώμη... ήθελες να γίνεις ντελιβεράς; ΑΝΤΡΑΣ 1: Όχι βέβαια! Που σου ήρθε; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Τότε πως σου παίρνει τις δουλειές σου; ΑΝΤΡΑΣ 1: Γενικά μιλάω... Μα καλά, εσύ είσαι μαζί τους; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Δε μου φταίνε σε τίποτα! ΑΝΤΡΑΣ 1: Σοβαρά; Ξεχνάς ότι αν δεν είχε έρθει εδώ θα ζούσαμε; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Μα εσύ φταις για το ατύχημα! ΑΝΤΡΑΣ 1: Ακόμα κι’ αν φταίω εγώ... και πάλι, αν δεν ήταν εκεί δε θα τον είχαμε χτυπήσει, δε θα είχαμε πέσει στην κολώνα και δε θα είχαμε σκοτωθεί!!! ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Και λοιπόν; Και να μην είχε έρθει ο άνθρωπος να «μας πάρει τις δουλειές μας» θα είχες χτυπήσει έναν έλληνα ντελιβερά! ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ή νομίζεις ότι αν δεν είχαμε μετανάστες δε θα υπήρχαν ντελιβεράδες; ΑΝΤΡΑΣ 1: Αν δεν ήταν αυτός... ω, δεν ξέρω! Τέλος πάντων, αν δεν ήταν αυτός θα ήταν όλα αλλιώς! ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Είσαι τελείως τρελός! ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (μιμείται τον 1ο άντρα) Ο έλληνας ντελιβεράς προφανώς θα οδηγούσε καλύτερα και δε θα πέφταμε πάνω του. Θα είναι το παραπάνω γονίδιο... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (στη γυναίκα 2) Και τώρα, τι; Θα περάσουμε την αιωνιότητα μαζί του; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Με αυτό το μαλάκα; Αυτό μας έλειπε! ΑΝΤΡΑΣ 1: Φυσικά και θα περάσουμε την αιωνιότητα μαζί! (στη γυναίκα 1) Μήπως ξεχνάς ότι είσαι γυναίκα μου; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Κάτι ξεχνάς, φίλε μου. Δε λένε «...ώσπου να μας χωρίσει ο θάνατος»; Ε λοιπόν, ξέρεις κάτι; Μας χώρισε! ΑΝΤΡΑΣ 1: Όχι αγαπητή μου! Κάνεις πολύ μεγάλο λάθος! Αυτό το λένε στις αμερικάνικες ταινίες! Εμείς είμαστε χριστιανοί ορθόδοξοι! Δε λέμε τέτοια πράματα στους γάμους μας! ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Δηλαδή δε θα μας χωρίσει ο θάνατος; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (ειρωνικά) Ούτε εμάς δε θα μας χωρίσει ο θάνατος; Για να δούμε, για να δούμε... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Δε χρειάζεται να μας χωρίσει ο θάνατος. Σε χωρίζω εγώ. ΑΝΤΡΑΣ 1: Δεν υπάρχει λόγος να παίρνεις βιαστικές αποφάσεις. Είσαι πεθαμένη, αυτό επηρεάζει τη σκέψη σου... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Αντίθετα, τώρα σκέφτομαι πολύ καλύτερα. Όσο ζούσα ήμουνα σε μια θολούρα, τώρα νιώθω πολύ πιο... πως να το πω... φυσιολογική! ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (μονολογεί) Ίσως θάπρεπε... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ίσως θάπρεπε... τι; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (δείχνει τον 2ο άντρα) Αυτός... στην αιωνιότητα, να είναι ο άντρας μου. (γυρίζει και του φωνάζει) Θέλεις να είσαι ο άντρας μου; ΑΝΤΡΑΣ 2: (χαμογελαστός) Συγνώμη... δεν κατάλαβα τι λέτε! ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Είσαι παντρεμένος; (παύση) Ήσουν παντρεμένος; (Ο άντρας 2 χαμογελάει, χωρίς να απαντάει) ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (μονολογεί) Έχει καμία σημασία; Αν πεθάνεις, ο άντρας σου στη γη έχει κάθε δικαίωμα να πάει με όποια – ζωντανή – θέλει. Εσύ γιατί να μην έχεις δικαίωμα να πας με όποιο νεκρό θέλεις; ΑΝΤΡΑΣ 1: Και εγώ τι θα κάνω; Με αφήνετε και οι δύο; Θα περάσω την αιωνιότητα μόνος μου; ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (γελάει μελαγχολικά) Ποια αιωνιότητα; Αυτά είναι βλακείες. Εγώ πιστεύω ότι ο θάνατος είναι το τέλος. ΑΝΤΡΑΣ 1: Μα αφού ζούμε... και περπατάμε... Βαδίζουμε προς το φως! Όλοι λένε για το φως που βλέπουν οι πεθαμένοι... Ίσως βαδίζουμε προς το φως...; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ίσως είναι το τέλος. Ίσως βαδίζουμε προς το τέλος. ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Και σταμάτα να κλαψουρίζεις. Αν υπήρχε αιώνια ζωή, υπάρχει αμφιβολία ότι εσύ θα κατέληγες στην κόλαση; ΑΝΤΡΑΣ 1: Όχι... Δε θέλω να πάω στην κόλαση! ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Δεν είναι καλύτερα λοιπόν που θα πάψουμε να υπάρχουμε; Αυτό θα είναι το τέλος, έτσι απλά... όμορφα και ανώδυνα... ΑΝΤΡΑΣ 1: Όχι! Όχι! Δε θέλω να εξαφανιστώ! Βοηθείστε με, σας παρακαλώ, βοηθείστε με... Δε μπορεί να είναι αυτό το τέλος, δεν είναι δυνατόν! (παρατηρεί ξαφνικά τον Άντρα 2) Αυτός γιατί χαμογελάει; Πως είναι δυνατόν να χαμογελάει; Ξέρει κάτι που δεν ξέρουμε; (του φωνάζει) Ε, εσύ! Γιατί χαμογελάς; Βλέπεις κάτι; Πες μας τι βλέπεις! ΑΝΤΡΑΣ 2: Βλέπω έναν άλλο κόσμο. Βλέπω ένα κόσμο που οι άνθρωποι δε μισούν ο ένας τον άλλο. Και δε φοβούνται ο ένας τον άλλο. Και δεν προσπαθούν να βλάψουν ο ένας τον άλλο. Και δε χωρίζονται σε κατηγορίες ανάλογα με το χρώμα τους και τη φυλή τους και τη θρησκεία τους. Και αγαπάνε τη φύση. Και αγαπάνε τα ζώα και τα φυτά. Και η φύση τους αγαπάει. Και τους προστατεύει. Βλέπω ένα κόσμο γαλήνης, και σιγουριάς. Βλέπω ένα κόσμο που δεν υπάρχουν πλούσιοι και φτωχοί. Βλέπω ένα κόσμο μαγικό. ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Ο καημένος... Βρίσκεται σε παραλήρημα... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: (με μια ξαφνική ελπίδα) Γιατί όμως; Γιατί να μην είναι έτσι; Αυτός είναι ένας άλλος κόσμος... έχουμε μια δεύτερη ευκαιρία... γιατί να μην είναι έτσι; ΓΥΝΑΙΚΑ 1: (δείχνει τον 1ο άντρα) Κοίτα αυτόν... Αυτός ο... άλλος κόσμος, αν υπάρχει, θα είναι γεμάτος με ανθρώπους σαν αυτόν. Γιατί ο θάνατος θα τους κάνει καλύτερους; Γιατί ο θάνατος θα τους κάνει διαφορετικούς; ΑΝΤΡΑΣ 1: Κι’ όμως... Θέλω να αλλάξω... Θέλω να μπω κι’ εγώ σ’ αυτό τον όμορφο καινούργιο κόσμο... Αφήστε με να μπω! Υπόσχομαι, θα είμαι καλός! Δε θα μισώ πια κανέναν... Δε θα φοβάμαι πια κανέναν... ΑΝΤΡΑΣ 2: Βλέπω έναν όμορφο κόσμο... Βλέπω ένα χαρούμενο κόσμο... Βλέπω έναν ευτυχισμένο κόσμο... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Αν υπάρχει άλλος κόσμος, θα είναι ίδιος με αυτόν που μόλις αφήσαμε... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Αν υπάρχει άλλος κόσμος, θα έχουμε την ευκαιρία να τον χτίσουμε από την αρχή... Αλλά γιατί να γελιόμαστε; Όλοι στο βάθος το ξέρουμε πως βαδίζουμε προς το τίποτα... ΑΝΤΡΑΣ 1: Όμως τι είναι αυτό το φως; Κοίτα, μας λούζει το φως... ΑΝΤΡΑΣ 2: Βλέπω ένα κόσμο που όλα μας τα όνειρα θα γίνουν πραγματικότητα... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Υπάρχει ένα φως... Αλλά δεν ξέρω αν είναι αληθινό ή με γελάνε τα μάτια μου... ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Μην πιστεύετε στα φαντάσματα. Δεν υπάρχει τίποτα... ΑΝΤΡΑΣ 1: Μα δεν το βλέπεις; Είναι μπροστά μας! ΓΥΝΑΙΚΑ 2: Το βλέπεις επειδή θέλεις να το δεις... ΑΝΤΡΑΣ 2: Βλέπω ένα κόσμο... Βλέπω ένα κόσμο... ΓΥΝΑΙΚΑ 1: Φτάνουμε... Τώρα επιτέλους θα μάθουμε!
(Ένα φως λούζει τη σκηνή)
ΤΕΛΟΣ
|