Δήμητρα Χατούπη «Η μητέρα του σκύλου»
Μιλάμε με την Δήμητρα σε ένα ήσυχο καφέ απέναντι από το θέατρο, ένα πολύ βροχερό απόγευμα του Οκτώβρη, για τον νέο της ρόλο. Φέτος είναι η Ραραού στη «Μητέρα του σκύλου» του Παύλου Μάτεσι, σε μια εξαίρετη θεατρική διασκευή του Σταύρου Τσακίρη ο οποίος υπογράφει και την εμπνευσμένη σκηνοθεσία. Δέκα ηθοποιοί ζωντανεύουν την ιστορία αυτής της παράξενης, γοητευτικής και ταυτόχρονα βαθιά εξεγερμένης γυναίκας που πέρασε δια πυρός και σιδήρου, διχάστηκε, ονειρεύτηκε, περιπλανήθηκε, όργωσε την επαρχία με μπουλούκια θεατρικά, αγάπησε με πάθος τη μάνα της, αγαπήθηκε και προστατεύτηκε από κάποιους, αγωνίστηκε, επιβίωσε, τρελάθηκε και πέθανε παρθένα… Ένας χαρακτήρας μυθιστορηματικός που έγινε θεατρικός και βρήκε το σώμα του και την ψυχή του στο σανίδι , από μια σπάνια ηθοποιό που τον αγάπησε πολύ.
Η «Μητέρα του σκύλου» λοιπόν φέτος … Ένα έργο με εξαιρετικό ενδιαφέρον… Αυτό το έργο το θεωρώ τρομερά ευφυές.
Είναι από τα δυνατά του Μάτεσι, κιόλας… Από τα πολύ δυνατά του ναι.
Εντυπωσιακή καταγραφή μιας κρίσιμης εποχής χωρίς καθόλου θεωρητικές αναφορές, μέσα από την ίδια την δράση και την σκέψη των ηρώων… Να μιλάς για την ιστορία με χιούμορ, με ένα πλάγιο τρόπο, χωρίς να κάνεις κήρυγμα. Είναι πολύ προχωρημένο το μυαλό του Μάτεσι.
Και καταφέρνει ταυτόχρονα να είναι πολύ σαφής ο λόγος του. Αυτή η γυναίκα είναι μια πολύ ιδιαίτερη προσωπικότητα. Ναι, είναι μεταιχμιακή προσωπικότητα. Έχει μια αθωότητα και μια γνησιότητα που συγκλονίζουν. Ο ρόλος είναι δύσκολος κι υπέροχος. Υπάρχει βέβαια πάντα ο κίνδυνος για έναν τέτοιο ρόλο να πέσει σε υπερβολή. Αλλά το συζητήσαμε και πολύ με τον Σταύρο να μην πάει προς τα εκεί γιατί αυτή η γυναίκα λέει αλήθειες, τις οποίες μπορεί να εκφράσει ένα άτομο μόνο όταν δεν αυτολογοκρίνεται και μπορεί να πει τα πιο ακραία πράγματα με τον πιο ακραίο τρόπο. Αυτό είναι το βασικό της χαρακτηριστικό κι η μεγάλη της γοητεία. Αν την παρουσιάσεις σαν μία τρελή που λέει ότι της κατέβη, χάνεται η αξία του ρόλου.
Η σχέση της με την μητέρα της; Μοιάζει σαν να είναι αυτή η μάλλον σιωπηλή γυναίκα, η ίδια η πατρίδα της, η γη της. Είναι πολύ ιδιαίτερη αυτή η σχέση. Της έχει καθορίσει όλη της τη ζωή. Η διαπόμπευση της μητέρας της εξ αιτίας της σχέσης της με έναν Ιταλό, θα είναι το πρώτο σημείο-κλειδί στη μετέπειτα πορεία της. Κομβικό σημείο. Παίρνει τα ηνία στα χέρια της η Ραραού κι από κει κι έπειτα διαμορφώνεται ο χαρακτήρας που θα δούμε μετά. Ένα ζωντανό ισχυρό αλλά και αντιδραστικό κύτταρο.
Και παρ’ όλο που είναι ο «σκύλος» δεν υποτάσσεται. Γιατί δεν είναι ένας σκύλος σπιτιού αλλά ένας σκύλος στο δρόμο. Ένας σκύλος που δεν εξημερώνεται… Ναι δεν υποτάσσεται. Δεν είναι το κατοικίδιο κανενός. Εγώ αν την παρομοίαζα με σκύλο θα την παρομοίαζα με λύκο-σκύλο.
Είναι αγριεμένο πλάσμα. Και φυσικά αναπτύσσεται όλο αυτό το κύτταρο, όλη αυτή η προσωπικότητα που είχε από μικρή μέσα στις συγκεκριμένες κοινωνικές συνθήκες. Δεν ξέρουμε πως θα ήταν αν οι συνθήκες ήταν πιο φυσιολογικές ή αν ανήκε σε μια άλλη κοινωνική τάξη. Αυτό είναι και το πολιτικό σχόλιο. Μέσα σε μια τέτοια πολιτική εξέλιξη στην Ελλάδα τότε, η Ραραού έχει τις ανάλογες αντιδράσεις.
Υπάρχει ολοφάνερα μια ρήξη με τον κοινωνικό περίγυρο. Όχι ρωγμές, ρήξη… Ναι ρήξη. Έχει και πολύ ισχυρή την αίσθηση της γης, του χώματος η ηρωίδα. Αυτό ήταν το όνειρό της. Το λέει: «Πάντα ονειρευόμουν να είχα ένα κομμάτι γη δικό μου». Μου αρέσει πολύ αυτή η φράση. Γι’ αυτό υπάρχει και χώμα στον σκηνικό χώρο στο οποίο βουτάει συνεχώς.
Η πρώτη κατοικία άλλωστε που τους βρίσκει ο προστάτης της, ο βουλευτής, είναι μέσα σε μια τρύπα. Ναι και δεν είναι τυχαίο. Το πολυβολείο αυτό που είναι υπόγειο, επίσης ορίζει τη σχέση της με το χώμα, τη γη κι επίσης συμβολίζει μ’ ένα τρόπο και τον ίδιο τον τάφο. Το πρώτο μέρος είναι πιο επεισοδιακό γιατί περνάει μέσα πιο πολύ η ιστορία. Στην ουσία η αφήγηση-αναπόληση συμβαίνει τις μέρες που περνάει η Ραραού στην κλινική. Έχει δουλέψει εξαιρετικά ο Μάτεσις αυτό το χαρακτήρα κι από ψυχολογική πλευρά κι από κοινωνική και πολιτική άποψη. Δίνεται αυτός ο ρόλος σφαιρικά. Και έχει κάνει μια θαυμάσια διασκευή ο Σταύρος.
Μου φάνηκε επίσης πολύ ενδιαφέρων ο τρόπος που ο συγγραφέας μετασχηματίζει μια πράξη προδοσίας σε μια πράξη αγάπης. Όταν η μητέρα βάζει την κόρη της να γράψει, επειδή η ίδια δεν ξέρει γράμματα, το γράμμα της στον Ιταλό εραστή της. Κι εκεί φαίνεται το πόσο δυνατή ήταν αυτή σχέση μέσα της. Το γράμμα είναι από τα πιο όμορφα σημεία, είναι υπέροχο. Εκεί δε που λέει «ζήτω η Ελλάς, ζήτω η Ιταλία» δεν είναι φοβερό; Είναι καθαρός σαρκασμός. Η Ραραού σαρκάζει διαρκώς. Αυτοσαρκάζεται και σαρκάζει με μια αθωότητα και χωρίς αυτό να είναι ένα διανοητικό παιχνίδι. Είναι κομμάτι της φύσης της. Γι’ αυτό και είναι τόσο γοητευτική.
Γοητευτική είναι κι αυτή η αντίθεση. Που δουλεύει στο θέατρο σαν κομπάρσα αλλά στην φαντασία της είναι μια λαμπερή πρωταγωνίστρια. Ουσιαστικά ζει μέσα απ’ τα ψέματα. Από το ψέμα που λέει στον εαυτό της. Κι αυτή είναι η ρήξη ψυχολογικά μέσα της ανάμεσα στο «θέλω» και στο «είμαι». Θέλει να είναι πρωταγωνίστρια και είναι με έναν τρόπο αλλά κοινωνικά ανήκει στο σωματείο των κομπάρσων. Αυτή είναι η τραγικότητά της.
Και γίνεται έτσι μια μετάθεση και σε κοινωνικό πλαίσιο. Δηλαδή θα μπορούσε εδώ ο θεατής να σκεφτεί πως αυτοί που ήταν οι πραγματικοί πρωταγωνιστές της ιστορίας της χώρας μας, έγιναν οι κομπάρσοι της. Αυτό λέει ο Μάτεσις. Και δεν είναι τυχαίο ότι ασχολείται με αυτή τη γυναίκα, με αυτούς τους ανθρώπους. Δεν υπάρχουν ήρωες εδώ. Δεν ασχολείται με ήρωες ούτε ο Μάτεσις ούτε η διασκευή. Πρόκειται για απλούς, καθημερινούς ανθρώπους. Αυτούς με τους οποίους δεν ασχολείται καν η επίσημη ιστορία.
Αλλά στην πραγματικότητα είναι αυτοί που γράφουν ένα σημαντικό κομμάτι της ιστορίας. Υπέροχος χαρακτήρας είναι κι ο ανάπηρος που μένει μέσα στο πολυβολείο και έρχεται αντιμέτωπος μαζί της ενώ φλερτάρει τη μητέρα της... Υπέροχος, ναι. Εκφράζει μόνος του την ταυτότητά του με τρεις λέξεις σαν να είναι ένα όνομα η κατάστασή του, στην Ελλάδα εκείνης της εποχής. Σαν να λέει το όνομά του. Είναι ένα σύμβολο.
Επίσης εξ ίσου χαρακτηριστικός είναι κι ο χαρακτήρας του πατέρα της Ραραούς και συζύγου της μάνας της. Αυτός λιποτακτεί, βρίσκει μια γυναίκα μόνη και μένει μαζί της αλλάζοντας όνομα για να μην τον βρουν. Δεν επιστρέφει σπίτι του μετά τον πόλεμο. Εγκαταλείπει τη χώρα του, τη γη του, την ταυτότητά του και την οικογένειά του. Ναι. Στη διασκευή, μέσα στο μυαλό της Ραραούς κάποια στιγμή ο πατέρας της συγχέεται με τον γιατρό. Δίνει δηλαδή στον πατέρα της την εικόνα του γιατρού. Έχω κι εγώ την εντύπωση ότι είναι μια σχέση εγκατάλειψης. Η Ραραού προσκολλάται εντελώς στη μητέρα της, πιστεύοντας πως ο πατέρας τους έχει εγκαταλείψει. Το ενδιαφέρον στοιχείο είναι πως όταν αυτός εμφανίζεται στο τέλος, τον διώχνει. Του λέει «μην εμφανιστείς ξανά γιατί θα χάσουμε την σύνταξη». Βλέπεις πόσο σκληρή μπορεί να γίνει αυτή η προσωπικότητα. Πάρα πολύ σκληρή.
Κι αυτός είναι απίστευτα σκληρός. Αν θέλει να επιβιώσει με κάθε απώλεια δεν μπορεί να γυρίζει πίσω. Θα ακούσει την κόρη του να του λέει «φύγε γιατί τώρα θέλω κι εγώ να επιβιώσω». Μα είναι πανέξυπνη. Έχει υψηλή συναισθηματική νοημοσύνη.
Γι’ αυτό μπόρεσε και να επιβιώσει σε τέτοιες δύσκολες συνθήκες… Ακριβώς. Θίγεται επίσης και το άλλο ζήτημα. Το όνειρο του μέσου πολίτη στην μεταπολεμική Ελλάδα για ένα δυάρι στην πόλη. Κι έτσι έχουμε ακόμα και σήμερα τις συνέπειες της αστυφιλίας. Αυτό το δυάρι που ήταν το όνειρο της μαμάς της. Και το λέει: Δεν πραγματοποίησα όλα μου τα όνειρα αλλά πραγματοποίησα όλα τα όνειρα της μαμάς μου. Έδωσε όλη της τη ζωή για την μαμά της.
Πίσω από αυτή την αφοσίωση υπάρχει ένας βαθύς σεβασμός. Ναι. Και στην ίδια την ύπαρξη. σεβασμός. Υπήρξε μια γυναίκα με τρομερό πάθος και πείσμα. Ότι έβαζε στο μυαλό της, το έκανε. Το κατάφερνε. Δεν υπήρχε περίπτωση να κάνει πίσω. Δεν έκανε ποτέ πίσω. Και η σκηνή στο πανηγύρι νομίζω έχει ενδιαφέρον. Εκεί που τρελαίνεται και πραγματικά. Το θεωρώ επίσης ένα κομβικό σημείο. Εκεί «φεύγει». Ξεπερνάει το όριο.
Όμως ξεπερνώντας αυτό το όριο παύει να είναι ο συνηθισμένος, καθημερινός άνθρωπος. Γίνεται η πρωταγωνίστρια που πάντα ονειρευόταν να είναι. Ακριβώς. Κι αποκτάει και μια απίστευτη ελευθερία.
Γίνεται τρομακτική, επικίνδυνη.
Το κείμενο αυτό το έχουμε αγαπήσει πολύ κι εγώ κι ο Σταύρος. Κι όχι συναισθηματικά αλλά επί της ουσίας. Νομίζω πως είναι μία από τις πιο ιδιαίτερες σκηνοθεσίες του. Είναι και μια μεγάλη παραγωγή. Στις μέρες μας δέκα άτομα στη σκηνή είναι κάτι δύσκολο. Γίνεται σε ελάχιστες παραστάσεις.
Ναι, σας εύχομαι κάθε επιτυχία γιατί αξίζει. Μίλησέ μου λίγο και για την σχολή σου. Καινούργια πράγματα γίνονται στο «Δήλος», έμαθα… Από φέτος οι παραστάσεις που ετοιμάζουν οι απόφοιτοι θα παίζονται για πρώτη φορά και εκτός της σχολής, σε άλλο χώρο. Φέτος θα έχουμε «Τα μάγια της πεταλούδας» στο Σύγχρονο θέατρο. Ξέρεις, για μένα η σχολή είναι ένα ολόκληρο όραμα. Με ενδιαφέρει τα παιδιά να βγαίνουν στον χώρο έχοντας το ήθος που αρμόζει σε έναν καλλιτέχνη. Είναι μια σχολή που κάνει εισαγωγικές εξετάσεις οι οποίες κρατάνε δέκα μέρες. Περνάνε οι υποψήφιοι από διάφορα στάδια και στο τέλος υπάρχει και μία συνέντευξη για να μπορέσω να καταλάβω και την ποιότητα του μελλοντικού ηθοποιού. Και η ομάδα των καθηγητών είμαστε συντονισμένοι μεταξύ μας, δεν κάνει ο καθένας ότι θέλει. Το κάθε μάθημα είναι το κομμάτι ενός παζλ και όταν ενωθούν δημιουργείται μια μέθοδος. Ένα πολύ συγκεκριμένο σύστημα. Νομίζω ότι βρίσκεται η σχολή αυτή τη στιγμή σε ένα πολύ καλό επίπεδο. Έχει κλείσει πια τα δέκα χρόνια και μπαίνει στο ενδέκατο.
Ποια είναι η γνώμη σου για όλες αυτές τις ομάδες που έχουν εμφανιστεί τα τελευταία χρόνια στην Αθήνα; Καλώς γίνονται τόσο πολλές ομάδες από νέα παιδιά αρκεί βέβαια να έχουν αισθητική και στίγμα κι όχι να γίνονται γιατί δεν έχουν δουλειά οι ηθοποιοί και κάπως πρέπει να παίξουν... Για μένα η σημασία μιας ομάδας είναι να έχει ένα λόγο ύπαρξης. Αλλιώς δεν έχει μέλλον και ουσία.
|