Σχετικά άρθρα
ΤΑΤΙΑΝΑ ΛΥΓΑΡΗ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Σάββατο, 22 Ιανουάριος 2011 21:51 | |||
Τατιάνα Λύγαρη Η γυναίκα που μας ταξίδεψε με το τρένο της φαντασίας της, «το Τρένο στο Ρουφ»...
Τίποτα δεν με ιντριγκάρει περισσότερο από το να προκύπτει κάθε φορά κάτι καινούργιο. Φυσικά σε τίποτα δεν υπάρχει παρθενογένεση, όλα έχουν ξαναγίνει, ωστόσο πολλές ενδιαφέρουσες ιδέες υλοποιήθηκαν στο Τρένο που λίγο αργότερα βρήκαν μιμητές, έγιναν μόδα και καθιερώθηκαν. Προτάσεις, που και ως προς το θέμα και ως προς την παρουσίασή τους προανήγγειλαν το μέλλον. Αυτό, αν θέλετε, είναι και ο στόχος μας, το στίγμα του θεάτρου μας.
…συνεχίζει το ταξίδι του. Η πορεία του όλα αυτά τα χρόνια χαρακτηρίζεται από ποιότητα, αξιόλογες ερμηνείες, ρεπερτόριο που εκπλήσσει ευχάριστα και πρωτοποριακές ιδέες που δεν έχουν σαν στόχο να εντυπωσιάσουν αλλά να εξελίξουν. Πράγματι, στην πορεία συνειδητοποίησα καθώς περνούσαν τα χρόνια, πόσα πρωτοποριακά και πρωτότυπα πράγματα υλοποιήθηκαν στο Τρένο. Δημιούργησαν ερεθίσματα σε άλλους καλλιτέχνες, οι οποίοι εμπνεύστηκαν από αυτά και αργότερα τα εξέλιξαν. Και φυσικό είναι, αφού η τέχνη έτσι κι αλλιώς αναπαράγεται κι ο ένας εμπνέεται από τον άλλο. Αλλά εμείς είχαμε πια προχωρήσει σε επόμενους στόχους. Πιστεύω όμως, ότι η μικρή χωρητικότητα του Τρένου, το ότι είναι ένα «off Broadway» θέατρο σε μία υποβαθμισμένη περιοχή, ίσως και το ότι κι εγώ η ίδια δεν ξέρω πώς να πακετάρω καλά ένα προϊόν σε συνδυασμό με μία δική μου, εξωτερικά, «αστική» παρουσία δεν βοήθησαν στο να κάνουν γνωστό στο ευρύ κοινό πως εδώ παράγονται κάποια πρωτοποριακά πολιτιστικά προϊόντα. Είναι χαρακτηριστικό μου να δημιουργώ κάτι, να χαίρομαι κατά τη διάρκεια της προετοιμασίας και αμέσως μετά να θέλω να προχωρήσω στο επόμενο. Δεν ξέρω να «πουλάω», να «εκμεταλλεύομαι» - με την καλή έννοια – τη δουλειά μου και να επωφελούμαι στο έπακρο απ’ αυτήν. Κρίμα, γιατί αυτό είναι απαραίτητο προσόν και στον δικό μας εργασιακό χώρο.
Αλλά κι αυτό καθαυτό ένα θέατρο σε τρένο - κι όχι μόνο θέατρο αλλά ένας καλλιτεχνικός πολυχώρος σε βαγόνια τρένου- είναι ήδη πρωτοπορία και μάλιστα διεθνής. Όντως, μετά από 14 χρόνια λειτουργίας, συνεχίζει να είναι το μοναδικό τρένο-θέατρο στον κόσμο. Είπατε εσείς τώρα πως είναι μια διεθνής παρουσία και χαίρομαι που μου δίνετε μία εναλλακτική πρόταση στη φράση «μοναδικό θεάτρο-τρένο». Γιατί πράγματι αυτή η προσπάθεια δεν έχει βρει μιμητές σ’ ολόκληρο τον κόσμο. Ίσως γιατί δεν είναι ιδιαίτερα εμπορικό εγχείρημα λόγω του περιορισμένου αριθμού θέσεων, οπότε ένας επιχειρηματίας δεν βρίσκει το λόγο γιατί να επενδύσει σε κάτι παρόμοιο. Από την άλλη πλευρά όμως, είναι ένα μεγάλο σχολείο και μία απίστευτη πρόκληση στη φαντασία και τη δημιουργικότητα του κάθε καλλιτέχνη που επιλέγει να ταξιδέψει με αυτό. Όπως είπατε νωρίτερα, η πρωτότυπη ιδέα ήταν αρχικά ένα βαγόνι που γίνεται σκηνή και πλατεία θεάτρου. Μετά ακολούθησε η προσθήκη των υπόλοιπων βαγονιών κι αυτό δημιούργησε έναν σιδηροδρομικό, πολιτιστικό πολυχώρο. Δημιουργήθηκε έτσι μια αλυσίδα από οκτώ βαγόνια, το καθένα από τα οποία έχει και μια λειτουργία, στεγάζει μία δράση... Είναι η θεατρική μας σκηνή, η μουσική σκηνή, το ρεστοράν, το μπαρ-φουαγιέ, το οποίο φέτος χρησιμοποιείται για πρώτη φορά και σαν θεατρικός χώρος, τα παρασκήνια κι οι βοηθητικοί χώροι. Φέτος όμως θα ταξιδέψουμε και μ’ ένα καινούργιο βαγόνι, το «New Wagon» όπως το ονομάσαμε, το οποίο επιθυμούμε να το ανοίξουμε σε νέους καλλιτέχνες στο πλαίσιο του project «Τα 12 κουπέ». Αυτό είναι όντως μία ακόμη πρωτοπορία. Η λογική του θεάτρου, ακόμα και αν πρόκειται για βαγόνι, είναι ότι υπάρχει μια σκηνή και οι θεατές σαν σύνολο παρακολουθούν τα δρώμενα. Όταν όμως έχεις ένα βαγόνι που είναι χωρισμένο σε κουπέ, τι κάνεις; Τι πιο αντισυμβατικό από το να μπορέσει ο δημιουργός να αποδομήσει, να διασπάσει τους θεατές σε σχέση με το δρώμενο; Επίσης μια φρέσκια ιδέα ήταν, πριν από 14 χρόνια, και η δυνατότητα που δώσαμε στους θεατές για φαγητό και ποτό λειτουργώντας ένα after-theatre restaurant μέσα σ’ έναν θεατρικό χώρο. Το να μπορεί κανείς με μία προπαραγγελία να απολαύσει το δείπνο του μετά την παράσταση, στον ίδιο χώρο. To 2001 ανακαινίσαμε ένα αυθεντικό βαγόνι του Orient Express, από τα ελάχιστα που έχουν σωθεί στον κόσμο, και δημιουργήσαμε μια μουσική σκηνή - μινιατούρα. Η πρωτοτυπία εδώ είναι ότι παρουσιάζουμε μεν τις μουσικοθεατρικές μας παραστάσεις, αλλά ο θεατής μπορεί ταυτόχρονα στο ίδιο βαγόνι να δειπνήσει στο διάλειμμα. Έχει μια ομοιότητα με τα music restaurants ή τα dinner theatres, που λειτουργούν ευρέως στην Ευρώπη, αλλά όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα βαγόνι, σε έναν μικρό χώρο που φιλοξενεί μόνο 33 θεατές με μοναδικό σκηνικό χώρο έναν διάδρομο πλάτους 50 πόντων. Σ’ αυτόν τον μικρό διάδρομο ανεβάσαμε στο παρελθόν μέχρι και μιούζικαλ με τραγουδιστές, μουσικούς αλλά και επαγγελματίες χορευτές, οι οποίοι εκτέλεσαν κανονικότατες χορογραφίες του Φωκά Ευαγγελινού. Κάτι που κι εμείς οι ίδιοι δεν το πιστεύαμε. Αυτό συνεχίζει ακόμη και τώρα να αποτελεί μια παγκόσμια πρώτη. Προηγήθηκε η παράσταση «Λαχτάρα για κεράσια» με ζωντανή ορχήστρα μέσα στο Θεατρικό Βαγόνι, όπου δώσαμε τη δυνατότητα στο διάσημο Πολωνό ηθοποιό Daniel Olbrychski να κάνει την πρώτη του θεατρική σκηνοθεσία. Το έργο ήταν ένα «μιούζικαλ για δύο», ένα είδος που είδαμε να βρίσκει την εφαρμογή του και να γίνεται μόδα σαν «μιούζικαλ τσέπης» δέκα χρόνια αργότερα. Μετά ανεβάσαμε την παράσταση «Η κυρία εξαφανίζεται», τη μεγάλη επιτυχία του Τρένου που παίχτηκε τρεις σεζόν. Υπήρξαν στιγμές στο έργο που κινήθηκαν 12 ηθοποιοί συγχρόνως στα τέσσερα τετραγωνικά σκηνής. Κάποια στιγμή μάλιστα έδιναν μία μάχη πολύ πειστική με πραγματικούς πυροβολισμούς με ολόκληρη στρατιά αντιπάλων που ήταν υποτίθεται έξω από το βαγόνι. Ήταν μια παράσταση που αγαπήθηκε πολύ και θα μπορούσε με αλλαγές στη διανομή να παίζεται ακόμα, αλλά εμείς θέλαμε να προχωρήσουμε σε άλλα πράγματα πια... Σ’ αυτή την παράσταση οι ηθοποιοί επιβιβάζονταν από την αποβάθρα και ξεκινούσε η γνωριμία τους με τους θεατές από το μπαρ-φουαγιέ του Τρένου. Το κοινό μετακινούνταν, παρακολουθούσε ένα μέρος της παράστασης στο ένα βαγόνι και το υπόλοιπο στο άλλο. Πράγμα το οποίο τώρα πια το βλέπουμε πολύ συχνά σε πρωτοποριακές παραστάσεις. Πριν από 13 χρόνια αυτό ήταν τολμηρή σκηνοθετική πρόταση. Η παράσταση «Η Ωραία Θυμωμένη», η πρώτη μας συνεργασία με τη Λένα Διβάνη, ξεκινούσε ταυτόχρονα σε δύο βαγόνια, το μπαρ-φουαγιέ και το ρεστοράν με τους μισούς ηθοποιούς στο ένα και τους μισούς στο άλλο. Οι θεατές που ήταν μοιρασμένοι και στα δύο βαγόνια, είχαν την δυνατότητα να βλέπουν τις δράσεις στο δικό τους βαγόνι αλλά και να παρακολουθούν τις δράσεις στο άλλο βαγόνι μέσω ασύρματων μικροφώνων. Στη συνέχεια μεταφερόταν στο Θεατρικό Βαγόνι για να παρακολουθήσουν την εξέλιξη της παράστασης που ήταν επίσης μιούζικαλ με ζωντανή ορχήστρα. Για χρόνια όλοι επέμεναν ότι στο τρένο είναι δύσκολο να αλλάζεις τα σκηνικά. Επομένως υπήρχε πάντα ένα θέμα για το πώς θα αλλάζει ο σκηνικός χώρος και χρόνος. Βάλαμε λοιπόν ένα στοίχημα ανεβάζοντας το «Σπάσε τη σιωπή», ένα έργο ρώσικης ατμόσφαιρας και εποχής που έγραψε ένας σύγχρονος, γνωστός στη χώρα του Βρετανός συγγραφέας ο Stephen Poliakoff. Το έργο διαδραματίζεται στη Ρωσία από το 1917 ως το 1924, τα πρώτα χρόνια της επανάστασης, μέσα σε ένα βαγόνι παρατημένο και ξεχασμένο κάπου στη Σιβηρία. Παρακολουθούμε την πορεία των ηρώων που είναι έγκλειστοι στο βαγόνι στη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων. Πρόκειται για αριστοκράτες που στην πορεία μετατρέπονται σε σκληρά εργαζόμενους προλετάριους. Το να αναπαραστήσουμε την πορεία και τις αλλαγές της ζωής τους στο κύλισμα του χρόνου, μέσα στο βαγόνι, ήταν και το πιο δύσκολο εγχείρημα. Τελικά εντάξαμε στη σκηνοθεσία την αλλαγή των σκηνικών και των κοστουμιών κάνοντάς τα δράση. Κι αυτό είναι επίσης ένας σύγχρονος θεατρικός κώδικας. Χωρίς παύσεις, χωρίς σκοτάδι, χωρίς αυλαία να φανεί το πέρασμα του χρόνου. Όλη η μετεξέλιξή τους γινόταν μπροστά στα μάτια των θεατών, καθώς το τρένο κυλούσε. Πρωταγωνιστούσε κι ο αγαπημένος, υπέροχος συνάδελφος Άρτο Απαρτιάν που χάθηκε τόσο ξαφνικά και πρόωρα. Δουλέψαμε για ένα απόλυτα ρεαλιστικό αποτέλεσμα, να δημιουργηθεί η πεποίθηση στους θεατές ότι βρίσκονται στη Ρωσία χαμένοι μέσα στα χιόνια μαζί με τους ήρωες που κοιμόνταν, έτρωγαν, έπιναν ανάμεσα τους, με αληθινό φαγητό, με σκεύη και αντικείμενα αυθεντικά της εποχής φερμένα ένα – ένα από τη Ρωσία, στοιχεία που συναντήσαμε αργότερα σε πολλές παραστάσεις νεώτερων ξένων σκηνοθετών, όπως του Άλβις Χερμάνις. Μετά ανεβάσαμε την «Πεντανόστιμη». Νιώθω πάντα ότι προηγούμαι λίγο στις επιλογές μου σε σχέση με τα κοινωνικοπολιτικά δρώμενα και γενικώς τις αναζητήσεις του κοινού. Την εποχή εκείνη με απασχολούσε πολύ το θέμα της διατροφής σαν ένα από τα βασικότερα προβλήματα των σύγχρονων κοινωνιών. Πόσο κακής ποιότητας τροφή καταναλώνουμε και που θα οδηγήσει αυτό στο μέλλον. Δεν έβρισκα όμως τότε θεατρικό έργο με σχετικό προβληματισμό. Μετά την προηγούμενη συνεργασία μας με την Λένα Διβάνη, σκέφτηκα να διασκευάσουμε το μύθο της Σταχτοπούτας προς αυτήν την κατεύθυνση. Έτσι η Λένα έγραψε για το Τρένο την «Πεντανόστιμη», μια παραλλαγή του γνωστού μύθου με κυρίαρχο θέμα το φαγητό. Επίσης μιούζικαλ. Αυτό ήταν και το έναυσμα για να εμφανιστούν αμέσως από την επόμενη χρονιά πολλά έργα και αντίστοιχες παραστάσεις με θέμα το φαγητό. Στην «Πεντανόστιμη» οι ηθοποιοί μαγείρευαν επί σκηνής μία ντοματόσουπα σε συνταγή του Ηλία Μαμαλάκη, αλλά και ένα γλύκισμα κατά τη διάρκεια ενός χορευτικού break-dance 1 ½ λεπτού, το οποίο στο τέλος προσέφεραν στους θεατές. Όλα αυτά δεν ήταν συνηθισμένα μέχρι τότε. Τα συναντήσαμε όμως αμέσως μετά σε πολλούς θεατρικούς χώρους. Τι είναι αυτό που τελικά σε ιντριγκάρει περισσότερο; Τίποτα δεν με ιντριγκάρει περισσότερο από το να προκύπτει κάθε φορά κάτι καινούργιο. Φυσικά σε τίποτα δεν υπάρχει παρθενογένεση, όλα έχουν ξαναγίνει, ωστόσο πολλές ενδιαφέρουσες ιδέες υλοποιήθηκαν στο Τρένο που λίγο αργότερα βρήκαν μιμητές, έγιναν μόδα και καθιερώθηκαν. Προτάσεις, που και ως προς το θέμα και ως προς την παρουσίασή τους προανήγγειλαν το μέλλον. Αυτό, αν θέλετε, είναι και ο στόχος μας, το στίγμα του θεάτρου μας.
Μίλησέ μου και για άλλους παρόμοιους σταθμούς του Τρένου στο Ρουφ... Θυμάμαι την πρώτη φορά που ανεβάσαμε παιδική παράσταση το 2008 με τον Ευγένιο Τριβιζά, ο οποίος έγραψε ένα θεατρικό έργο ειδικά για το Τρένο, τον «Έβδομο Σταθμό» που έπρεπε να παίζεται και πρωινά για σχολεία. Μέχρι τότε δεν είχαμε ανεβάσει παράσταση νωρίς, γιατί από τα παράθυρα του βαγονιού έμπαινε φως ημέρας. Πως ερεθίζεις την φαντασία των παιδιών χωρίς την εναλλαγή φωτός – σκοταδιού, ένα από τα πιο βασικά στοιχεία του θεάτρου; Τολμήσαμε να ανεβάσουμε την παράσταση σε φως ημέρας αποδίδοντας την ατμόσφαιρα μέσα από την ρεαλιστική υποκριτική των εννέα ηθοποιών, τους ήχους και τον μηχανισμό κίνησης του βαγονιού, τον οποίον ενεργοποιούμε δίνοντας την αίσθηση ότι το τρένο ταξιδεύει. Ήταν επιτυχία, η παράσταση παίχτηκε δύο σεζόν. Τα παιδιά έβγαζαν διαβατήριο κι επιβιβάζονταν κανονικά στο τρένο για να ζήσουν με τον πιο ρεαλιστικό τρόπο το θεατρικό ταξίδι. Κι αυτό ήταν μαγικό.
Διαλέγεις συχνά Έλληνες συγγραφείς για να συνεργαστείς…
Μου αρέσει να δημιουργείται κάτι από το μηδέν. Σε δύο γνωστούς Έλληνες πεζογράφους προσφέραμε το έναυσμα για να γράψουν θέατρο. Στη Λένα Διβάνη τα έργα «Ωραία Θυμωμένη» και «Πεντανόστιμη» και στον Αύγουστο Κορτώ, που με το πραγματικό του όνομα Πέτρος Χατζόπουλος διαπρέπει στην παιδική λογοτεχνία, το φετινό έργο της παιδικής μας σκηνής «Μυστήριο στο Τούνδρα Εξπρές», το τελευταίο του μυθιστόρημα διασκευασμένο σε θεατρικό έργο. Το οποίο θεατρικό έργο διαδραματίζεται επίσης μέσα σε τρένο. Ναι, έτσι είναι. Και νομίζω πως είναι σημαντικό να προτρέπεις ανθρώπους, ήδη καταξιωμένους στον χώρο τους, να στραφούν στο θέατρο και να προσφέρουν και εκεί τις δυνάμεις τους. Αυτό είναι πολύ ωφέλιμο, γιατί αυτή τη στιγμή ελάχιστοι Έλληνες συγγραφείς ασχολούνται με την παιδική δραματουργία. Είναι μια εγγύηση συγγραφείς ήδη δοκιμασμένοι να απευθύνονται σ’ αυτό το ιδιαίτερα ευαίσθητο κοινό προσφέροντας μία αξιόλογη δουλειά.
Πέρσι το βαγόνι έγινε και ταξί, αν δεν κάνω λάθος... Ναι, στο «Κολιέ της Ελένης». Είναι η ιστορία μίας γυναίκας από τη Δύση που χάνει ένα κολιέ κάπου στη Μέση Ανατολή και καθώς ψάχνει να το βρει έρχεται αντιμέτωπη με τον αληθινό πόνο κι άγνωστα σ’ αυτήν μεγέθη απώλειας. Το έργο διαδραματίζεται μέσα σ’ ένα ταξί που κινείται στους δρόμους μιας πόλης σαν τη Βηρυτό. Που σημαίνει θόρυβος, μποτιλιάρισμα, ανυπόφορη ζέστη και όλα αυτά ενώ οι ήρωες βρίσκονται μέσα σ’ ένα ταξί εν κινήσει. Για πρώτη φορά κλείσαμε τα παράθυρα και χρησιμοποίησα ένα σύστημα βίντεοπροβολών που προβάλλονται σ’ ολόκληρο το βαγόνι με πλάνα που τράβηξα η ίδια από τη Βηρυτό και την Τύρο. Σκηνοθετικά και κινησιολογικά, παρόλο που δουλέψαμε με μεγάλη λιτότητα, πιστεύω πως επιτύχαμε μία ρεαλιστική αίσθηση του χώρου του ταξί αλλά και του ίδιου του τόπου. Αποφάσισα να παίξω το ρόλο της Ελένης από τον Φεβρουάριο του 2009 έχοντας την πεποίθηση ότι το μήνυμα του έργου «δεν μπορούμε πια να ζούμε έτσι» είναι το πιο επίκαιρο και δυνατό μήνυμα που οφείλεις να απευθύνεις στον σημερινό θεατή. Πέρασε ένας χρόνος. Εν τω μεταξύ, η κατάσταση δυσκόλεψε στην ελληνική πραγματικότητα. Οι άνθρωποι άρχισαν να αντιλαμβάνονται ότι σοβαρά προβλήματα χτύπησαν και τη δική μας πόρτα, ότι μπήκαμε σε έναν δύσκολο δρόμο που δεν θα διανυθεί γρήγορα και εύκολα και ότι πρέπει πια να αλλάξει η νοοτροπία όλων μας. Έτσι το έργο ξαφνικά φέτος έγινε το κέντρο του ενδιαφέροντος του κοινού που ένιωσε μετά από ένα χρόνο πως το θέμα τον αγγίζει και τον αφορά άμεσα. Κάθε φορά υπάρχει μία πρόκληση. Έρχεστε αντιμέτωπη με ένα πρόβλημα και η αναζήτηση της λύσης οδηγεί σε μία άποψη. Μια πολύ ενδιαφέρουσα διαδικασία καλλιτεχνικά. Κι επειδή οι λύσεις είναι ζωτικές, επειδή πηγάζουν από την ανάγκη, γι’ αυτό είναι και ουσιαστικές. Είναι λειτουργικές, δεν έχουν σαν στόχο τον εντυπωσιασμό. Έτσι δίνουν ένα στίγμα πρωτοπορίας αυθεντικό χωρίς καν να επιδιώκεται η πρωτοπορία. Η ανάγκη γεννάει τέχνη. Το στημένο, το εγκεφαλικό και η μίμηση φαίνονται από απόσταση όπως και η πρόκληση για την πρόκληση. Παρουσιάζουμε τη φετινή μας παράσταση το «Γαϊδουροκαλόκαιρο» στο Wagon - Bar του Τρένου, όχι για να κάνουμε και εμείς bar-theatre που είναι τα τελευταία χρόνια της μόδας, αλλά γιατί το έργο «Indian summer» όπως είναι ο αγγλικός του τίτλος, διαδραματίζεται σε ένα καφέ – μπαρ σιδηροδρομικού σταθμού όπως ακριβώς είναι το δικό μας Wagon - Bar. Και οι ηθοποιοί είναι και οι σερβιτόρες του συγκεκριμένου καφέ που σερβίρουν ποτά και καφέδες στους θεατές την ώρα της παράστασης όπως ακριβώς κάνουν και οι ηρωίδες του έργου στους βιαστικούς ταξιδιώτες του σταθμού. Επιλέγεις συχνά έργα που περιστρέφονται γύρω από τη γυναικεία φύση και τις ανάγκες ή τους προβληματισμούς του φύλου μας... Είναι ένα θέμα που με έχει απασχολήσει αρκετά στο παρελθόν και πάντα μου φαινόταν αυτονόητο να στηρίζω τη γυναικεία πλευρά. Φέτος μέσα από τους γυναικείους ρόλους της συγγραφέως του «Γαϊδουροκαλόκαιρου» Lucy Maurice αντιμετώπισα για πρώτη φορά και τη δική μας ευθύνη. Δεν μπορούμε να κατηγορούμε συνεχώς τους άντρες για το κάθε τι που μας συμβαίνει, σαν αίτιο της δυστυχίας, της κόπωσης, της αποτυχίας ή της νεύρωσής μας. Εμείς πρέπει να πάρουμε στα χέρια μας τα πράγματα και να τα αλλάξουμε, αφού εμείς είμαστε το δυνατό κύτταρο που πρέπει να μπορεί να ελέγχει αλλά και να οδηγεί. Μ’ αυτό το έργο απευθυνόμαστε στη νέα γενιά θεατών ελπίζοντας ότι μέσα από τη θεματολογία του έργου αλλά κυρίως μέσα από τον τρόπο και τον χώρο παρουσίασής του, να γνωρίσουν τη δουλειά μας και να γίνουν συνταξιδιώτες στα όνειρά μας. Επίσης νομίζω πως είναι ιδιαίτερα πρωτοποριακό από μόνο του, το ότι έχετε ένα κλασσικό κοινό το οποίο σας ακολουθεί σε κάθε σας πρωτότυπη ιδέα. Κοινό που συνήθως ακούει πρωτοπορία και φεύγει. Αυτό εσείς θα το κρίνετε. Αλλά νομίζω πως μέσα από τον δικό μας αντισυμβατικό τρόπο, που ωστόσο συνδυάζεται και με μία μικρή δόση, καλώς εννοούμενου, «αστισμού», οι θεατές μαθαίνουν να αντιμετωπίζουν το θέατρο πιο ανοιχτά και να μην τους φοβίζουν οι πρωτοποριακές τάσεις. Κάνοντας πάντως σήμερα μια τέτοια αναδρομή στην πορεία του «Τρένου στο Ρουφ» σκέφτομαι πόσο σημαντικό είναι που ανοίξαμε δρόμους κι ας μην έγινε ποτέ αυτό ιδιαίτερα γνωστό... Δεν το φαντάζεται κανένας αλλά «το Τρένο στο Ρουφ» ήταν η αφετηρία πολλών καινοτόμων ιδεών στο χώρο του πολιτισμού τα τελευταία χρόνια.
Ίσως τα «Δώδεκα κουπέ» να είναι ένα ραντεβού των νέων καλλιτεχνών στο τρένο και να τους φέρει κοντά στις πρωτοποριακές σας δράσεις, οι οποίες θα μπορούσαν να είναι ένα έναυσμα για την δημιουργικότητά τους αλλά και μια νέα πρόταση για τις θεατρικές τους εξορμήσεις. Είθε…
|