Σχετικά άρθρα
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΜΑΡΚΟΥΛΑΚΗΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαριαλένα Κωτσάκη | |||
Πέμπτη, 31 Μάρτιος 2011 18:53 | |||
Κωνσταντίνος Μαρκουλάκης «Ο θεατής θέλει να δει μέσα από σένα ένα κόσμο που δεν μπορεί να φτιάξει, του δίνεις μια συμπυκνωμένη ζωή» Μια μέρα, μέσα στην πιο κρύα εβδομάδα του φετινού χειμώνα, κανονίστηκε το ραντεβού για την συνέντευξη με τον Κωνσταντίνο Μαρκουλάκη, στο θέατρο Αθηνών. Είναι πολύ ωραίο να συναντάς τον ίδιο άνθρωπο, που πριν από λίγα χρόνια ήταν εκείνος που σου έδωσε την πρώτη σου συνέντευξη! Μπορείς να μιλήσεις για όσα έμειναν ίδια αλλά και για όλα όσα άλλαξαν!
Μιλησέ μου για το «Σλουθ» που συνεχίζεται για δεύτερη χρονιά;
Είναι η πρώτη φορά που επαναλαμβάνω παράσταση και έχει λειτουργήσει ιδιαίτερα καλά. Ίσως γιατί το «Σλουθ» έχει λειτουργήσει πολύ καλά σε όλα τα επίπεδα και στο κοινό και μάλιστα σ’ ένα κοινό διαφοροποιημένο, αποτελούμενο τόσο από ανθρώπους που ασχολούνται με το θέατρο επαγγελματικά ή ερασιτεχνικά, όσο κι από ανθρώπους που θέλουν να δουν μια παράσταση και να διασκεδάσουν. Έχουμε καταφέρει με τον Γιώργο Κιμούλη, διασκευάζοντας το «Σλουθ» να κάνουμε κάποιες αλλαγές, που κάνουν το έργο, να λειτουργεί πολυεπίπεδα. Τι σε γοητεύει στο έργο; Καταρχήν με ενδιέφερε πολύ η «πάλη» των αρσενικών που έχει ως στόχο την κατάκτηση ενός επάθλου είτε αυτό είναι η εξουσία, είτε η απόκτηση μιας γυναίκας. Τα αρσενικά εν γένει στη φύση, μάχονται για να κατακτήσουν κάτι. Νομίζω ότι ο ανταγωνισμός είναι στη φύση τους, χρειάζεται να παλέψεις και να αγωνιστείς. Στο έργο, ο αγώνας αυτός δίνεται μέσα από το πρόσχημα ενός παιχνιδιού και αυτό το καθιστά κι ευχάριστο. Στην πορεία όμως το παιχνίδι αυτό κορυφώνεται και γίνεται πιο επικίνδυνο. Ο χώρος που διαδραματίζεται είναι η σκηνή του θεάτρου, ανάμεσα σε δύο ηθοποιούς και αυτό το κάνει να λειτουργεί σε πολλά επίπεδα, ανάμεσα στον μεγάλο και τον μικρό, τον διεκδικητή και τον κάτοχο του τίτλου του πρωταγωνιστή, στην νεότερη και στη μεγαλύτερη γενιά. Έτσι και ο κάθε θεατής ανάλογα με τις προσλαμβάνουσες του μπορεί να απολαύσει και να αναλογιστεί την ιστορία μέσα από τη δική του ματιά. Επιπλέον, είναι πολύ ευτυχής συγκυρία η συνεργασία μου με τον Γιώργο που πλέον είμαστε πολύ καλοί φίλοι. Είμαι πολύ χαρούμενος με αυτή τη δουλειά κι είναι εντυπωσιακό που μέσα σ’ αυτήν την πραγματικά πολύ δύσκολη εποχή καταφέρνει να πορεύεται με την δυναμική της. Μέσα σ’ αυτή την κατάσταση, είναι πολύ σημαντικό να μπορείς να ζεις από την δουλειά σου.
Πως επικοινωνείτε με τον Γιώργο Κιμούλη εντός και εκτός σκηνής;
Απόλυτα. Είναι σαν αυτή η σχέση να υπάρχει από παλιά. Εκ γενετής. Γι’ αυτό και είμαι πολύ χαρούμενος που συνεχίζουμε. Δεν φανταζόμουν ότι θα ήθελα να συνεχίσω μια παράσταση για δεύτερη χρονιά. Πως καταφέρνεις να διατηρήσεις την ενέργεια σου στα ίδια επίπεδα; Παρόλο που στο θέατρο φοβόμαστε την επανάληψη, επί της ουσίας, δεν υπάρχει. Κάθε μέρα είναι διαφορετική, γιατί το κοινό δεν είναι ποτέ ίδιο. Μια παράσταση δεν είναι μόνο οι ηθοποιοί της, είναι οι συγκεκριμένοι ηθοποιοί, μια συγκεκριμένη μέρα, με τους συγκεκριμένους θεατές. Πόσο μάλλον που λόγω της άριστης συνεννόησης που έχουμε με τον Γιώργο, μπορούμε πάνω στην πολύ συγκεκριμένη δομή να έχουμε ταυτόχρονα και την ελευθερία μας. Σαν προενορχηστρωμένη τζαζ, που κάθε μέρα μπορεί να προκύψουν ή να τονιστούν άλλα πράγματα. Αρκεί να ξέρεις τον τρόπο και το λόγο που κάθε φορά διαφοροποιείσαι και να μπορεί ο άλλος να συντονιστεί μαζί σου.
Δεν υποκύπτεις στην ασφάλεια που σου παρέχει η επανάληψη; Σε κάθε παράσταση δίνουμε πολλή ενέργεια και οι δυο μας. Στο τέλος κάθε παράστασης είμαστε εξαντλημένοι. Δεν έχω παίξει σε παράσταση που να μην με εξαντλεί, το ίδιο και ο Γιώργος κι αυτό είναι ένα από τα πράγματα για τα οποία τον θαυμάζω. Αν κάποια στιγμή έχω λιγότερη ενέργεια, νιώθω τρομερή ενοχή. Αν και ξέρω πως κάποιες φορές μπορείς να υπάρχεις και με λιγότερη ενέργεια. Ο θεατής θέλει να δει μέσα από σένα ένα κόσμο που δεν μπορεί να φτιάξει. Του δίνεις μια συμπυκνωμένη ζωή μέσα σε δυο ώρες. Μέσα από μια ιστορία βλέπει την πεμπτουσία της ζωής, που δεν είναι αδιάφορη και τυχαία όπως η καθημερινότητα όλων μας. Η ίδια η αφήγηση δίνει στο χάος της ζωής, μια οργάνωση. Για να αναγνωριστεί και να εκτιμηθεί πρέπει να’ ναι πέρα από κείνον... Όπως στο ποδόσφαιρο, δεν μπορεί να παίζει μπάλα ο φίλαθλος, μπορεί μόνο να συμμετέχει ψυχικά, έτσι και στο θέατρο, πρέπει να κάνεις κάτι παραπάνω, απ’ τον θεατή. Αυτό εξ’ ορισμού απαιτεί σωματικό κάματο.
Στη συγκεκριμένη ιστορία, μια γυναίκα, η οποία εν τέλει λίγο μας ενδιαφέρει, ενώνει και χωρίζει δυο άντρες που είναι και δεν είναι ίδιοι....
Το ίδιο το έργο από γραφής αλλά και μέσα από τη δική μας διασκευή αναδεικνύει αρχετυπικές συμπεριφορές, οι οποίες υπάρχουν εν γένει στη φύση. Για παράδειγμα, μέσα σε μια αγέλη ζώων ο γηραιότερος είναι ο αρχηγός, μέχρι που κάποια στιγμή εμφανίζεται ο διεκδικητής. Από εκεί ξεκινά η αντιπαράθεση η οποία έχει πολλά στάδια. Το τελικό και αναγκαίο στάδιο έχει έναν νικητή και έναν νεκρό. Έτσι και στη ζωή καθημερινά δίνεις μάχες και διεκδικείς, ότι έχεις ανάγκη.
Στο τέλος ο χαρακτήρας που υποδύεσαι κάνει ένα βήμα πίσω. Από φόβο ή ωριμότητα;
Στο τέλος, ο νεαρός «Μίλον» κάνει τον «Γουάϊκ» να αλλάξει, να μεταμορφωθεί πλήρως, τον οδηγεί εκεί που θέλει, ως απάντηση στην φράση του «Γουάϊκ» που λέει «σε χρειάζομαι». Ο «Μίλον» το εισπράττει κι αυτό ως μέρος του αγώνα και έτσι το «απαντάει». Η διαφορά τους έγκειται στη διαφορά γενεών. Οι νεότεροι είμαστε πιο φιλειρηνιστές, ίσως γιατί μέχρι τώρα τουλάχιστον, έχουμε ζήσει λιγότερο δύσκολα. Η παλιότερη γενιά αντιμετώπισε άλλες καταστάσεις και με πολύ πιο σκληρό τρόπο. Υπήρχε μια πιο αυστηρή ιεραρχία σε όλα τα επίπεδα. Για παράδειγμα μέσα στην οικογένεια σήμερα οι γονείς έχουν την τάση να γίνονται φίλοι με τα παιδιά τους... Όταν παρατηρείς τις παλιότερες γενιές καταλαβαίνεις ότι οι σχέσεις ήταν πολύ πιο διακριτές και αυστηρές. Όσο επιτακτικές και αν νιώθουμε τις σημερινές μας ανάγκες, οι πατεράδες και οι παππούδες μας δεν τις είχαν ούτε ως όνειρα. Νομίζω ότι ο καθένας μας θα αναγκαστεί να γυρίσει σε ένα σκληρότερο τρόπο ζωής αναφορικά με το πως θα επιτύχει ευμάρεια και ευτυχία στη ζωή του.
Στο έργο, ο ένας θέτει τους όρους και ο άλλος τα όρια. Όμως αυτό ανατρέπεται όταν εμπλέκεται η ταπείνωση;
Από την αρχή δρομολογείται το φινάλε του έργου. Ο στόχος είναι ο εξευτελισμός του άλλου. Στο πρώτο μέρος ο «Μίλον» εμφανίζεται με αφελή αλαζονεία για να διεκδικήσει τη γυναίκα του άλλου! Αυτό πηγάζει μέσα από την πεποίθηση ότι όλα θα του δοθούν εύκολα. Εκεί επεμβαίνει ο άλλος και του εξηγεί ότι το εισιτήριο που πρέπει να πληρώσει, είναι πολύ ακριβό. Εξ’ ου και μέσα στο έργο υπάρχει η φράση «ο εξευτελισμός είναι ο πιο γρήγορος και εύκολος τρόπος να γνωρίσεις την καρδιά ενός άντρα». Η κυριαρχία ενός άντρα πάνω σ’ έναν άλλον είναι κάτι γνώριμο και συνυφασμένο με την φύση των αντρών. Τώρα που έχει περάσει καιρός, θέλω να μου αποτιμήσεις την καλοκαιρινή σου εμπειρία ως «Οιδίποδας» στην Επίδαυρο;
Με αυτά τα έργα νιώθεις πάντα την ανάγκη ότι θες να τα ξανακάνεις, έχεις αφήσει ορθάνοιχτα όλα τα ερωτήματα. Μια παράσταση κάθε φορά έχει άλλη οπτική, ο κάθε ρόλος συναρτάται και εξαρτάται από το σύνολο της παράστασης. Πιστεύω ότι καταφέραμε να πούμε την ιστορία πολύ κατανοητά, χωρίς «τερτίπια» αλλά ούτε ακαδημαϊσμούς. Και είχε μια καινοτομία, η οποία δεν ξέρω γιατί δεν εκτιμήθηκε... Οι ήρωες παιζόντουσαν από ηθοποιούς που είχαν την αντίστοιχη ηλικία. Ο Οιδίποδας είναι ένας άντρας στην ακμή του, είναι και νιώθει κυρίαρχος. Για αυτό φέρεται με αυτήν την ευφυή και αφελή αλαζονεία και επιπολαιότητα. Προσπαθεί να αποφύγει κάτι και τελικά πάει κατευθείαν πάνω του. Με την ίδια λογική, η Ιοκάστη έχει μικρά παιδιά και πρέπει να ‘ναι μια γυναίκα που έχει ερωτισμό. Όσο περισσότερο αυτό τονίζεται, τόσο πιο πολύ μεγεθύνεται το μέγεθος της τραγωδίας. Όλα αυτά σε συνδυασμό και με την συνεργασία με τον Σπύρο Ευαγγελάτο, του οποίου οι γνώσεις τα κάνουν όλα να φαίνονται απλά, μου προσέφεραν μια πολύ ωραία εμπειρία. Με δεδομένη τη γνωστή κατάσταση που έχει δημιουργηθεί με το «Αμφιθέατρο», τι πιστεύεις εσύ για τις κρατικές επιχορηγήσεις;
Είναι κρίμα να κλείσει το Αμφιθέατρο. Γενικά όμως το θέμα των επιχορηγήσεων μέσα σε μια ευνομούμενη πολιτεία, θα ήταν καλό να επανεξεταστεί. Θα έπρεπε να δίνονται πιθανώς σε ιστορικούς θιάσους, ανάλογους σε ποιότητα με το Αμφιθέατρο, το οποίο για πάρα πολλά χρόνια είχε πολύ πλούσιο ρεπερτόριο και είχε αναδείξει πολλά έργα, άγνωστα μέχρι τότε, αλλά γενικά οι επιχορηγήσεις πρέπει να δίνονται σε πειραματικούς θιάσους, οι οποίοι δεν μπορούν να ανταπεξέλθουν σε ανταγωνιστικούς όρους. Στηρίζοντας θιάσους που μπορούν να προσελκύσουν θεατές και βάσει ρεπερτορίου και με κρατικές επιχορηγήσεις, απλά ενισχύεις τον αθέμιτο ανταγωνισμό ως προς τους υπόλοιπους.
Ποια είναι τα μελλοντικά σου σχέδια;
Μετά την ολοκλήρωση την παραστάσεων στην Αθήνα, θα ανέβουμε στη Θεσσαλονίκη. Όσο για το καλοκαίρι θα είμαστε πάλι μαζί με τον Γιώργο, την Σμαράγδα Καρύδη, την Γωγώ Μπρέμπου και τον Αλέξανδρο Μπουρδούμη, σε περιοδεία σε όλη την Ελλάδα, στον «Οθέλλο» του Σαίξπηρ. Είναι η κατάλληλη στιγμή μέσα και από την σχέση που έχουμε αναπτύξει με τον Γιώργο να κάνουμε το συγκεκριμένο έργο. Δουλεύουμε την απόδοση και την σκηνοθεσία μαζί και πιστεύω θα καταφέρουμε να κάνουμε το έργο να λειτουργήσει στο σήμερα. Εγώ θα υποδυθώ τον Ιάγο, τον απόλυτα κακό. Θέλω να αποφύγω ένα πολύ συνηθισμένο λάθος, θέλω να μην φαίνεται το πόσο κακός είναι. Πρώτον, γιατί έτσι θα έχει πιο πολύ ενδιαφέρον και δεύτερον γιατί αλλιώς οι υπόλοιποι θα φαίνονται ηλίθιοι, που δεν τον καταλαβαίνουν. Αναίτια είναι ο πιο κακός ήρωας στο παγκόσμιο θέατρο και δεν τον παίρνει είδηση. Κανείς. Μόνο το κοινό μέσα από τους μονολόγους του, γνωρίζει τις πράξεις του. Είναι κακός στην ουσία του κι όχι σε εξωτερικές συμπεριφορές.
|
Σχόλια