Σχετικά άρθρα
ΤΡΩΑΔΕΣ |
Συντάχθηκε απο τον/την Παύλος Λεμοντζής |
Πέμπτη, 03 Σεπτέμβριος 2020 10:39 |
Τρωάδες του Ευριπίδη Στη Θεσσαλονίκη την πολυπολιτισμική, στην πόλη – πρωταγωνίστρια της καθημερινής επικαιρότητας λόγω αυξημένου αριθμού κρουσμάτων του φονικού ιού και του αμφίσημου πανικού, το Κ.Θ.Β.Ε. προλαβαίνει ανάμεσα στις ακυρώσεις να ανεβάσει μια τραγωδία, σε συμπαραγωγή με το Κέντρο Πολιτισμού Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας και το ΔΗΠΕΘΕ Βέροιας, όπου η πηγή της δράσης, η πηγή των αποφάσεων, είναι για τον θεατή το αόρατο συμβούλιο των Αχαιών, θεατρικό ισοδύναμο της εκκλησίας του δήμου, που σωριάζει τη μια παράλογη απόφαση, το ένα θύμα, τη μια ύβρη πάνω στην άλλη. Σημεία των καιρών. Του τότε και του σήμερα. «Τρωάδες» του Ευριπίδη. Έργο παγκόσμιο και πολυεθνικό. Ο πόλεμος, οι απώλειες, τα τραγικά στίγματα, οι ανατροπές στους επιζώντες, το πένθος, οι πληγές σώματος και ψυχής δεν έχουν σύνορα, όρια, χρώματα, ηπείρους. Είναι πανανθρώπινες συνθήκες. Ο «οικουμενικός» Ευριπίδης, διαχρονικός και οδυνηρά επίκαιρος, συναντάται σχεδόν κάθε χρόνο σε αρχαία θέατρα ή σκηνές, όπου γης. Η τραγωδία του Ευριπίδη αποτελεί ένα αμείλικτο «κατηγορώ» για τις φρικαλεότητες του πολέμου κι ένα σπαρακτικό αίτημα για αλληλεγγύη και ανθρωπισμό. Η υπόθεση Εκτυλίσσεται στο στρατόπεδο των Αχαιών, στα παράλια της λεηλατημένης Τροίας. Οι αιχμάλωτες Τρωαδίτισσες και η βασίλισσά τους Εκάβη, θρηνούν για τα δεινά τους. Όσες έχουν απομείνει ζωντανές από την ξεκληρισμένη βασιλική οικογένεια δωρίζονται στους Αχαιούς, ενώ ο εγγονός της Εκάβης, Αστυάνακτας, γκρεμίζεται από τα τείχη. Θύμα αθώο κι αυτός, ανάλγητη ακρότητα των κατακτητών. Η πόλη αφανίζεται και οι απελπισμένες γυναίκες οδηγούνται στα πλοία των Αχαιών, ως λάφυρα - σκλάβες. Ο Ευριπίδης έγραψε την τραγωδία το 415 π.Χ. καταδικάζοντας τα εγκλήματα των Αθηναίων στη Μήλο, όπου έσφαξαν τους άνδρες και εξανδραπόδισαν τα γυναικόπαιδα. Μέσα σ’ αυτή τη γενικότερη ατμόσφαιρα απαξίωσης και βαναυσότητας των κατακτητών Αθηναίων και στις παραμονές της Σικελικής εκστρατείας τους, ο ποιητής τελείωσε αυτό το καταγγελτικό έργο, αναπαριστώντας τα δεινά του πολέμου από τη θέση και την οπτική γωνία των θυμάτων. Οι «Τρωάδες», εξάλλου, αποτελούν την κατάληξη μιας τριλογίας που είχε ως θέμα τον πόλεμο της Τροίας. Τα άλλα δύο έργα, «Αλέξανδρος» και «Παλαμήδης», έχουν χαθεί. Ο Ευριπίδης δεν περιορίστηκε στη δυστυχία των νικημένων. Η αίσθηση της απόλυτης νίκης οδηγεί στην τύφλωση εκείνου που νομίζει ότι είναι άτρωτος. Επιπρόσθετα, το έργο δεν απηχεί τόσο τον πόλεμο και την ήττα, όσο την υπέρβαση κάθε ορίου στη διαχείριση κρίσεων από τη μεριά των νικητών. Δεν είναι τυχαίο ότι η συγκεκριμένη τραγωδία ανεβαίνει τακτικά στο θέατρο. Πρόκειται για έργο του οποίου η σύνδεση με τη σημερινή εποχή είναι εμφανής, αποτυπώνοντας στις σελίδες του το «τέρας» της εξουσίας, την αλαζονεία της και τις ολέθριες συνέπειές της σε βάθος χρόνου. Οι αιώνες που ακολούθησαν μάς βοηθούν να καταλάβουμε και να αφομοιώσουμε το πυκνό μήνυμα των Τρωάδων. Κύριο μέλημα του δυνατού πρέπει να είναι η δικαιοσύνη, όχι ο αφανισμός του αδυνάτου. Βασική μέριμνα όσων νικούν πρέπει να είναι η μοίρα των ηττημένων. Οι φοβερές επαναστάσεις του 18ου και του 19ου αιώνα αλλά και ο 20ός με τους δύο παγκόσμιους πολέμους του, υποχρεώνουν κάθε πολιτισμένο άνθρωπο να ανατρέξει στα μηνύματα του Ευριπίδη, ο οποίος πρόσφερε στην ανθρωπότητα τούτη την κορυφαία τραγωδία, επειδή είχε απαυδήσει από την αστραφτερή αλαζονεία της Αθήνας. Έτσι ήταν κι έτσι είναι η εξουσία. Το μοιρολόι των Τρωάδων για μια καθημαγμένη πόλη γίνεται μια πανανθρώπινη κραυγή διαμαρτυρίας, γίνεται ο θρήνος των ηττημένων και εξόριστων όλου του κόσμου. Επιπλέον, εισάγεται το θέμα της ατομικής ευθύνης, αλλά και η έννοια της πατρίδας. Η παράσταση Όχημα για να προσεγγίσουμε τον λόγο του ποιητή, η έξοχη μετάφραση του Γιάννη Τσαρούχη. Μετάφραση που έγινε «από έρωτα και με έρωτα», όπως λέει χαρακτηριστικά ο Ρίτσος. Καμιά βεβιασμένη φιλολογική προσπάθεια ή επιτήδευση. Λιτή, δωρική, όπως μιλάει και καταλαβαίνει ο λαός, άνετη, εύστοχη, χωρίς στόμφο, όμως με δραματική ένταση, έξαρση πάθους και λυρισμό στα χορικά. Σκληρή και κριτική όταν αναφέρεται στην πολιτική των Αθηνών. Αποδίδει στο έπακρο την τέχνη του Ευριπίδη. Το ταπεινό, απέριττο και το υψηλό, την αρμονία και την ισορροπία ανάμεσα στο πρωτόγονο αίσθημα, το πάθος και την εποπτεία, την ορθολογιστική σκέψη. Σκηνικό λιτό, αφαιρετικό. Μακριά μπαμπού- κοντάρια, σύμβολα ισχύος, υπεροχής ή υποζύγια, αλλά και οργής και αντίστασης και, κυρίως, περιχαράκωσης ορίων. Μεταλλικοί κύβοι με τα οποία δομείται κι αποδομείται ο σκηνικός χώρος, αναλόγως των αναγκών της δράσης. Στην τελευταία σκηνή αυτές οι κατασκευές σχηματίζουν ένα εξαιρετικό φωταγωγημένο εικαστικό έργο μοντέρνας τέχνης. Κοστούμια ανδρών και γυναικών ομοιόχρωμα, παραπέμπουν σε στολές κρατουμένων, ως μια εύστοχη διαχρονική αναφορά στους τρόφιμους στρατοπέδων είτε νικητών είτε νικημένων, εφόσον ο πόλεμος είναι πληγή αιμορραγούσα αενάως και χωρίς διακρίσεις κραυγών. Θριάμβου ή απώλειας. Ο Γιάννης Παρασκευόπουλος έχοντας στη σκευή του γνώση και ταλέντο, γνώριζε πολύ καλά ότι οι «Τρωάδες» δεν είναι μια τραγωδία δράσης, δεν είναι ένα αριστοτελικό έργο, δεν έχει θεατρική πλοκή και ανέλιξη χαρακτήρων. Οι ηθοποιοί πρέπει να μπουν στη σκηνή για να κλάψουν, να καταραστούν και να φύγουν. Κι έτσι, μας δίνει έναν «Ευριπίδη» που γλιστράει από τον δικό του κανόνα. Δημιουργεί, αντί μιας τραγωδίας, μια πένθιμη ωδή μοιρασμένη σε πολλές φωνές. Υπάρχει στην παράσταση η ένταση μιας υπέροχης απελπισίας που αρχίζει από την σπαρακτική τρέλα της Κασσάνδρας , κορυφώνεται στον μητρικό θρήνο της Ανδρομάχης και καταλήγει στον ψυχικό θάνατο της Εκάβης. Όμως, ταυτόχρονα, μας δίνει πληθώρα θεαματικών σκηνών. «Άνθρωποι εν πολέμω». Μια ομάδα ο θίασος, Χορός καλά εξασκημένος, που αφηγείται θεατρικά, χορωδιακά, κινησιολογικά. Κι ανάμεσά τους η Εκάβη, η Κασσάνδρα, η ωραία Ελένη, ο Ταλθύβιος, ο Ποσειδώνας, ο Μενέλαος, οι οποίοι ξεφεύγουν από το σμάρι, υποδύονται τα πρόσωπα και επιστρέφουν. Η σκηνοθετική προσέγγιση του Γιάννη Παρασκευόπουλου διαφοροποιείται από την κλασσική τραγωδία με ευρήματα όπως: -Αντί της έναρξης με την Εκάβη στο έδαφος, ο Χορός φωνάζει την παραίνεση «μη σκύβεις το κεφάλι, σήκωσε τον λαιμό σου». Η Εκάβη είναι στον Χορό. - Η βασίλισσα δε φέρει τιάρα, διαδήματα, ακριβή φορεσιά. Είναι μια μέλλουσα σκλάβα όπως όλες οι γυναίκες της μοίρας της. -Η φωτιά που καίει την Τροία δεν οπτικοποιείται ούτε συμβολίζεται. Τα στημένα όρθια δοκάρια σε ευθεία γραμμή υπαινίσσονται περισσότερο μια φυλακή, παρά μια κατεστραμμένη πόλη. - Στην πορεία, αναδεικνύεται ο λυρισμός του έργου με τα μελωδικά μοτίβα - εξαιρετική η κινηματογραφική μουσική του Μάνου Μυλωνάκη – και με τα εκφραστικά μέσα των ηθοποιών. Συντονισμένες, ενορχηστρωμένες οι κινήσεις και οι ερμηνείες όλων. Η ομάδα ανταποκρίνεται στην πολυπλοκότητα του έργου και γίνεται η καμένη γη, η τσακισμένη αξιοπρέπεια, η οργή, ο φόβος, η μανία της εκδίκησης και τιμωρίας, αλλά και η απαντοχή και η σοφία. Η Εκάβη της Γιώτα Φέστα είναι η ραχοκοκαλιά που χρεώνεται τα μεγαλύτερα δεινά. Όλοι προορίζονται για δούλοι αλλά αυτή υπομένει τη χειρότερη δουλεία. Χρεώνεται τον βιασμό της Κασσάνδρας , τον θάνατο της Πολυξένης, το γκρέμισμα του Αστυάνακτα. Παρόλα αυτά, ο θρήνος της είναι μετρημένος. Οι εξάρσεις της στερούνται επιτήδευσης και βερμπαλισμού, μοιάζουν με γόους γυναικών για οδυνηρές απώλειες, στην όποια εποχή. Η Μαρία Καραμήτρη σηκώνει επιδέξια τον δύσκολο ρόλο της Κασσάνδρας με τα πολλά επίπεδα και τη διαφορετική διάσταση. Γήινη , μα και μεταφυσική. Η Ωραία Ελένη της Γιολάντας Μπαλαούρα, όπως την ήθελε ο σκηνοθέτης. Μια καλλονή εστεμμένη με το αριστείο του Πάρη, ένα θηλυκό πονηρό και μια γυναίκα κατεργάρα. Ο νεαρός Χρήστος Διαμαντούδης είναι ένας όμορφος Ποσειδώνας με δυνατό κορμί, μα με αδύναμη φωνή. Πιθανώς, σκόπιμα επέλεξε ο σκηνοθέτης τον όγκο στο στέρνο του, παρά στις φωνητικές του χορδές. Ο Νικόλας Μαραγκόπουλος είναι καλός και έμπειρος ηθοποιός, απολαυστικός στον Χορό, όμως σαν Μενέλαος αδικείται κατάφορα από την ενδυματολόγο. Το γαλαζοπράσινο μπουφανάκι που του φοράει ξαφνικά, γκρεμίζει το κλέος του στρατηλάτη, τη δύναμη του αρχηγού των Αχαιών που τρεμουν οι στρατιώτες του. Ατυχέστατη και λάθος επιλογή. Θα αρκούσε ένα πορφυρό γάντι, ως συμβολισμός του αιμοσταγούς χεριού του. Ο Χρίστος Στυλιανού, και ως μέλος Χορού και ως Ταλθύβιος, στο ύψος που μας έχει συνηθίσει. Ερμηνεύει και συναρπάσει. Ομοίως και οι: Ελένη Θυμιοπούλου ως Αθηνά και Ιωάννα Παγιατάκη ως Ανδρομάχη. Όλες οι γυναίκες Τρωαδίτισσες, όλος ο θίασος κινείται με θαυμαστό συντονισμό στην ορχήστρα, τα σχήματά τους σχεδόν πάντα γεωμετρικά, άψογη η εκτέλεση, εικαστικό το αποτέλεσμα. Το να πεις το έργο επίκαιρο είναι κάτι κοινότοπο που περνάει απαρατήρητο, γιατί συνηθίζουμε να λέμε ότι τα μηνύματα των τραγικών μας είναι διαχρονικά, άρα πάντα επίκαιρα. Σε μια εποχή, όμως, που μετακινούνται μεγάλα τμήματα πληθυσμών και αναδύονται ανά πάσα στιγμή οι σύγχρονες Τρωάδες κατατρεγμένες από διάφορες πληγείσες γωνιές του πλανήτη, τα λόγια του ποιητή, ένας έξοχος θρήνος της άδικης προσφυγιάς, αγγίζουν τα μύχια της ψυχής και του πιο ανάλγητου σύγχρονου «βολεμένου» ή και επαναστάτη του «καναπέ» και σε οδηγούν στην ενσυναίσθηση.
Λόγω της πανδημίας του covid-19 οι παραστάσεις πραγματοποιούνται με πλήρη τήρηση των υγειονομικών κανονισμών και των μέτρων που προβλέπονται από την Πολιτεία. Για το λόγο αυτό παρακαλούμε θερμά για την έγκαιρη προσέλευσή σας και τη χρήση μάσκας κατά την είσοδο και έξοδό σας από το θέατρο. |
Τελευταία Ενημέρωση στις Πέμπτη, 03 Σεπτέμβριος 2020 10:56 |