Σχετικά άρθρα
ΤΡΙΣΕΥΓΕΝΗ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη |
Τρίτη, 31 Μάιος 2011 16:20 |
Τρισεύγενη του Κωστή Παλαμά
Μια δραματουργία ποιητική κι ακατάσχετη Η Τρισεύγενη, το μοναδικό θεατρικό έργο του Κωστή Παλαμά, γράφτηκε το 1902 και παρά την αρνητική αντιμετώπιση του πρώτου του ανεβάσματος, ακολούθησε μια ενδιαφέρουσα πορεία αφού έχει αρκετές φορές παρουσιαστεί κι από το Εθνικό Θέατρο κι από το ελεύθερο. Ποιητική γραφή, έντονος συμβολικός χαρακτήρας, ρόλοι-κλειδιά οι οποίοι χρησιμοποιούνται για την ανάδειξη στην ουσία του κεντρικού προσώπου, μια σειρά μονολόγων που ομοιάζουν συχνά με παραληρήματα και οξείς αντιπαραθέσεις οι οποίες υποσκάπτουν όχι μόνο τα κοινωνικά δεδομένα αλλά και τις βαθύτερες δυναμικές και στόχους των εξουσιαστικών φορέων. Η ηρωίδα, της οποίας η διαφορετικότητα είναι ταυτόχρονα γοητευτική και επικίνδυνη, μέσα από μια αναρχική προσήλωση στις σωματικές και ψυχικές ανάγκες της, οδηγείται σε ανοιχτή ρήξη με το στενό και ευρύτερο περιβάλλον της και τελικά στην αυτοεξόντωσή της. Οι χωρικοί κι οι γυναίκες σαν σε ένα χορικό, κρίνουν, σχολιάζουν αλλά και επηρεάζουν ως ένα βαθμό τα γεγονότα και τις δράσεις. Ως εκπρόσωποι του λαού τίθενται άλλοτε υπέρ κι άλλοτε κατά της ηρωίδας, σε αντίθεση με τον χορό της τραγωδίας ο οποίος διαμορφώνει εξ αρχής σαφή και αμετάκλητη θέση παρά την ποικιλία των σχολιασμών του. Ο πατέρας, ο εραστής, ο αγρονόμος, η μητριά, ο φίλος του εραστή, ο μουζικάντης, η γειτόνισσα, η κόρη της μάγισσας, η φιλενάδα, αναπτύσσουν τις δικές τους θεωρίες ανάλογα με την δράση της Τρισεύγενης αλλά και με τις επιρροές που δέχονται από το περιβάλλον, επιχειρώντας άλλοι να την καθυποτάξουν, πάντα ανεπιτυχώς κι άλλοι να προβάλλουν το ελεύθερο πνεύμα της προσδίδοντάς του μια σχεδόν μυστικιστική υπόσταση η οποία ενισχύει ως άλλοθι το ακαταλόγιστο και δικαιώνει την κάθε της ενέργεια. Ένας μαγικός χαρακτήρας γεμάτος αποχρώσεις
Η ίδια η Τρισεύγενη αποτελεί ίσως το πιο ενδιαφέρον στοιχείο αυτής της παραμυθένιας δραματουργίας μια και πρόκειται για έναν πλούσιο σε αποχρώσεις, αντιφατικό αλλά και συγκροτημένο εσωτερικά χαρακτήρα, ο οποίος διαρκώς ανατρέπει τα δεδομένα και φέρει τους αντιπάλους του σε αδιέξοδο. Το κορίτσι είναι έξυπνο, γνωρίζει καλά και την τέχνη της αποπλάνησης και την δικανική επιχειρηματολογία, είναι παρορμητικό και διψάει για απολαύσεις, προσφέρεται και την ίδια στιγμή αποσύρεται ενισχύοντας την αίσθηση του άπιαστου, γοητεύει σαν μια ξωθιά και εξοργίζει σαν δαίμονας, λατρεύεται σαν ένα άυλο πνεύμα των υδάτων αλλά και σαν μια υλική υπόσταση που υπαινίσσεται γήινες, ηδονικές απολαύσεις. Ποια είναι πραγματικά η Τρισεύγενη; Θα έλεγε κανείς ένα «σύμβολο» αν δεν ήταν τόσο συμπαγής και τόσο ξεκάθαρη η προσωπικότητά της. Θέλει φιλάρεσκα να προκαλεί όλων το ενδιαφέρον, να τους κατακτά και να τους χρησιμοποιεί, θέλει όμως ταυτόχρονα κι απελπισμένα να αγαπηθεί έτσι όπως δεν αγαπήθηκε από τη νεκρή μητέρα της, από τον άβουλο πατέρα της ο οποίος παρασύρονταν διαρκώς από την συντηρητική και συμφεροντολόγα μητριά της ακόμα κι από τον εραστή της, οικογενειακό εχθρό αλλά γοητευτικό και χαρισματικό άντρα, στον οποίο παραδίδεται γνωρίζοντας πως ακολουθεί επικίνδυνα μονοπάτια, παλαιών εκδικήσεων και σύγχρονων προκαταλήψεων. Την νεαρή γυναίκα φλογίζει η ανάγκη της φυγής, δεν είναι κορίτσι του σπιτιού, είναι στοιχειό των θαλασσίων οδών και των μακρυσμένων πόντων, των εξοχών και των δασών, της απέραντης φύσης. Όταν ο σύζυγός της αρνείται να την πάρει μαζί του στα θαλασσινά του ταξίδια η γυναίκα, υποτάσσεται στη θέλησή του από αγάπη κι ανάγκη, κλείνεται στο σπίτι που δεν ξέρει πώς να το διαχειριστεί, πώς να το κουμαντάρει, παγιδεύεται... Κάθε της πράξη από κει κι έπειτα αποτελεί και μία πρόκληση. Σκορπίζει τα αγαθά του άντρα της για να αποκτήσει εύνοιες, χορεύει προκλητικά στα πανηγύρια για να καθησυχάσει τους εσωτερικούς της δαίμονες, συναναστρέφεται με τον εχθρό του άντρα της για να ελαφρώσει το βαρύ φορτίο της αβάσταχτης συζυγικής σκλαβιάς και στο τέλος ψεύδεται για να αντιμετωπίσει συνέπειες πράξεων που γι’ αυτήν δεν αποτέλεσαν ποτέ τεκμήρια ενοχής. Όταν ο άντρας της την εγκαταλείπει, δηλητηριάζεται, ξέροντας πια πως μόνο έτσι θα μπορέσει να τον φέρει πίσω, μόνο έτσι καθαγιάζεται η προκλητική της φύση και μόνο έτσι κατάρες και απορρίψεις μετατρέπονται σε ενοχές. Η Τρισεύγενη χάνεται, γίνεται μύθος, κρατώντας όμως κοντά της τα αγαπημένα πρόσωπα μέσα από ανατρεπτικούς κώδικες που λόγω του θανάτου καταλήγουν πανίσχυροι ενώ απέναντι στη ζωή αποδείχτηκαν ασθενείς. Μια παράσταση πιστή στο κείμενο και με ενδιαφέρουσες προεκτάσεις Δίχως μια λείανση, μια διακριτική και έντεχνη επέμβαση, το έργο το οποίο διαρκεί και τρεις ώρες, γίνεται αναγκαστικά κουραστικό ενώ τα ενδιαφέροντα στοιχεία του αμβλύνονται από τις διαρκείς συσσωρεύσεις λόγου που αναλύει το αυτονόητο κι επαναλαμβάνεται μέσα από διαφορετικές εκδοχές, χάνοντας την οικονομία του και την λεκτική του οξύτητα. Η Κονιόρδου ωστόσο κράτησε το κείμενο αυτούσιο κι έστησε την παράσταση σε ένα εξαιρετικά λιτό σκηνικό, μέσα από τους γνωστούς της κώδικες αρχαίας τραγωδίας, κινώντας διαρκώς αλλά χωρίς συγκεκριμένη στοχοκατεύθυνση τους ηθοποιούς σαν ένα μπαλέτο χορικού με τον λόγο να μεταποιείται σε τραγούδι και το τραγούδι να ενισχύει μουσικά το λόγο. Μια σειρά παύσεων που στόχευαν στην ενίσχυση των φράσεων-κλειδιών, κατέληξαν μάλλον πιο φλύαρες κι από τα λόγια, αφού παρέμειναν άδειες. Ενδιαφέρουσες οι ερμηνείες των ηθοποιών οι οποίοι υπηρέτησαν πιστά το σκηνοθετικό πνεύμα κι απέδωσαν τους χαρακτήρες με φυσικότητα, χωρίς υπερβολικές εξάρσεις αλλά και χωρίς συγκλονιστικές κορυφώσεις. Η Γουλιώτη στο δύσκολο ρόλο της Τρισεύγενης είναι ίσως υπερβολική κινησιολογικά αλλά θαυμάσια φωνητικά και πλούσια συναισθηματικά. Δυνατή η παρουσία της Δημητρίου ως Κυρά-Αλτάνας, της Χατζηπασχάλη ως Πραξιθέας και της Αποστόλου ως κυρά-Καλής οι οποίες αναδεικνύουν τα υποκριτικά τους προσόντα χωρίς να υποβαθμίζουν στο ελάχιστο τους δύο χαρακτήρες που ανέλαβαν να ενσαρκώσουν. Υπερβολική η Θλιβέρη στο ρόλο της Ποθούλας αλλά και συναρπαστική κάποιες στιγμές στην ερμηνευτική αλήθεια της. Η Οικονόμου στο ρόλο της μητριάς αποδίδει ένα ενδιαφέρον σχήμα το οποίο χωρίς να χάνει το μέτρο του αναδεικνύει την παγερότητα και την αδηφάγα επιρροή της αρνητικής ηρωίδας. Ο Κουρής στο ρόλο του Φλώρη κι ο Γάλλος στο ρόλο του Τράτα υστερούν σε ερωτισμό, εσωτερική δυναμική και αρσενική σφριγηλότητα, αποδίδοντας τους δύο κυρίαρχους αρσενικούς της νέας γενιάς μέσα από μια μάλλον παραπλανητική παθητικότητα που έρχεται σε αντίθεση με το λόγο και τις δράσεις τους. Σκηνοθεσία: Λυδία Κονιόρδου Σκηνικά: Βασίλης Μαντζούκης Κοστούμια: Άγγελος Μέντης Μουσική: Τάκης Φαραζής Κίνηση: Αποστολία Παπαδαμάκη Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος Βοηθός σκηνοθέτη: Άννα Τσαπάρα
Παίζουν: Τρισεύγενη: Στεφανία Γουλιώτη Πέτρος Φλώρης: Νίκος Κουρής Πάνος Τράτας: Γιώργος Γάλλος Δεντρογαλής: Φαίδων Καστρής Κάραλης: Αργύρης Πανταζάρας Γυναίκα του Δεντρογαλή: Αγορίτσα Οικονόμου Νίκαρος: Δημήτρης Παπανικολάου Μπουρνόβας: Χρήστος Στέργιογλου Κυρ - Αλτάνα: Μαριάννα Δημητρίου Κυρά Καλή: Ευγενία Αποστόλου Πραξιθέα: Γαλήνη Χατζηπασχάλη Ποθούλα: Τζίνα Θλιβέρη A΄ Κορίτσι: Αμαλία Τσεκούρα Β΄ Κορίτσι: Σεβίλλη Παντελίδου Μουσικοί: Μιχάλης Καταχανάς, Κώστας Κοράκης, Ντένης Μακρής, Γιάννης Παπαδόπουλος, Αποστόλης Ψαρρός
Εθνικό Θέατρο Κεντρική Σκηνή
Αγίου Κωνσταντίνου 22-24 Ομόνοια
Οι παραστάσεις έχουν ολοκληρωθεί.
|
Σχόλια