Σχετικά άρθρα
ΤΟ ΥΣΤΑΤΟ ΣΗΜΕΡΑ |
Τετάρτη, 16 Δεκέμβριος 2009 23:26 |
Το ύστατο σήμερα του Χάουαρντ Μπάρκερ
Το έργο, γραμμένο το 2004, με τον πρωτότυπο τίτλο «The Dying of Today», που σημαίνει ο «θάνατος του σήμερα», παίζεται για πρώτη φορά στη χώρα μας. Ο συγγραφέας Ο Μπάρκερ γεννήθηκε το 1946 στο Dalwich. Ιδιοφυής, πολυτάλαντος, μονόχνοτος και πείσμων έχει εκφραστεί σε πολλούς τομείς της τέχνης, την ποίηση, τη ζωγραφική, τη σκηνογραφία και τη σκηνοθεσία. Έχει δημιουργήσει ένα θίασο που ονόμασε «The Wrestling School» δηλαδή «Σχολή ελευθέρας πάλης», όπου ανεβάζει τα δικά του έργα. Αγαπάει τη μουσική αλλά απεχθάνεται τις ευκολίες του μουσικού θεάτρου. Έχει διχάσει τους αποδέκτες του, κοινό και κριτικούς εξ αιτίας κυρίως του δύσκαμπτου ποιητικού λόγου του και της ικανότητάς του να ενεργοποιεί ηφαιστειακές εκρήξεις χωρίς παράλληλα να προσφέρει εύκολες, λυτρωτικές λύσεις. Το όραμα του συγγραφέα με τις ανατρεπτικές αντιλήψεις και την αντισυμβατική συμπεριφορά, στρέφεται προς μια μορφή τέχνης που όχι μόνο θα αφυπνίσει τη συνείδηση των εκλεκτών αλλά και θα είναι σε θέση να αντισταθμίσει την ήττα του σοσιαλισμού, αντιστρέφοντας τις νωθρές δυναμικές των σαθρών ιδεολογιών και προετοιμάζοντας το έδαφος για ανοίκειες και επικίνδυνες εκρήξεις. Ο Μπάρκερ αποκαλεί το θέατρό του «Θέατρο καταστροφής» επιδιώκοντας, όχι να προτείνει άλλη μία θεωρία για την τέχνη, αλλά να προσδιορίσει μέσω αυτού του όρου, το είδος εκείνο του θεάτρου που διευρύνει τη συνείδηση του θεατή, οδηγώντας τον μέσα από τη θεατρική εμπειρία στην ουσιαστικότερη γνώση της φύσης του ανθρωπίνου και των κανόνων που τη διέπουν. Στόχος του είναι, μέσα από την τέχνη να δοθεί στο άτομο η ευκαιρία να έρθει σε ρήξη με το άρρηκτο δεδομένο, να απελευθερωθεί από την παγίδα του άκρατου συναισθηματισμού και να ισορροπήσει στο μεταίχμιο ανάμεσα στη θολή αντίληψη της ύπαρξής του και τους αρχέγονους κώδικες του συλλογικού ασυνείδητου. Η οδύνη λειτουργεί ευεργετικά όχι μόνο ως μηχανισμός αφύπνισης αλλά και ως μέθοδος μαθητείας για την υπέρβαση των ορίων της γνώσης και την κατάκτηση του υπερβατικού. Το έργο Υπάρχει μια παλιά ιστορία για την εκστρατεία στη Σικελία, που αναφέρεται από τον Πλούταρχο σε δύο έργα του και περιγράφει την είσοδο ενός ξένου σε ένα κουρείο. Ο ξένος έρχεται από την Σικελία και βιάζεται να ανακοινώσει πρώτος την καταστροφή του Αθηναϊκού στόλου. Η εκστρατεία αυτή, την οποία επιθυμούσε ο Αλκιβιάδης αλλά ήθελε να αποτρέψει ο Νικίας ο οποίος τελικά την υπέστη, περιγράφεται από τον Θουκυδίδη, μαζί με την ήττα του στόλου και το τραγικό τέλος όλων σχεδόν των στρατιωτών με την ίδια εμμονή στη λεπτομέρεια που θα ακολουθήσει όταν την διηγείται στο έργο κι ο Κουρέας. Η καταστροφή και οι επιπτώσεις της οδήγησαν στο τέλος της ακμής της την Αθηναϊκή δημοκρατία και τερμάτισαν τη δόξα ενός χρυσού αιώνα. Υπάρχει κι ένα ποτάμι που παρά ένα γράμμα, συγγενεύει με το όνομα του ξένου ο οποίος εισβάλλει στο κουρείο για να αναγγείλει την καταστροφή. Ο ποταμός Δνείστερ στη Ρουμανία (καί σήμερα στην Μολδαβία και την Ουκρανία) έχει πολλές φορές γίνει μάρτυρας αιματοχυσιών. Μάλιστα ο ποταμός χωρίζει σήμερα τη χώρα από ένα κομμάτι της, που θέλει να αυτονομηθεί. Επίσης υπάρχει εκεί ένα κρυμμένο ολοκαύτωμα. Μετά την επίθεση της Ρουμανίας στη Σοβιετική Ένωση ο δικτάτορας Αντονέσκου μπόρεσε να καταλάβει την ανατολική περιοχή, η οποία έγινε χώρος υποδοχής για Ρομά και Εβραίους, οι οποίοι στάλθηκαν εκεί για να εξοντωθούν με στόχο τον εξαγνισμό της ρουμανικής φυλής. Από τον Δεκέμβριο του 1937, άρχισε εναντίον τους μία λυσσαλέα δίωξη. Μέχρι τον Μάιο του 1945 ο αριθμός των θυμάτων υπολογίστηκε στους 300.000 Εβραίους ενώ δολοφονήθηκαν επίσης και πάνω από 11.000 Ρομά. Τα αμίλητα, ματωμένα νερά του ποταμού κατέβασαν μαζί με τα πτώματα, την είδηση που εκείνος δεν μπορούσε να αρθρώσει αλλά οι αποδέκτες της γνώριζαν ήδη και μετασχημάτισαν σε φράσεις αιχμηρές, τόσο σκληρές ώστε μόνο το αναπότρεπτο θα μπορούσε να τις συναγωνιστεί. Σαν ματωμένος ποταμός, χωρίς συναισθήματα, χωρίς κακές προθέσεις και χωρίς καμμιά αγωνία για την εξέλιξη των πραγμάτων, ο Δνείστερ μπαίνει στο κουρείο για να συναντήσει έναν συνηθισμένο Τζων και να αλλάξει για πάντα τη ζωή του. Ο Δνείστερ όμως, αν και έχει υπερβεί τις κοινές αδυναμίες της ανθρώπινης φύσης, διαθέτει ακόμα μία. Τη βασιλικότερη και την πιο επικίνδυνη. Του αρέσει να βλέπει τους ανθρώπους πεσμένους. Όχι βέβαια από σαδισμό. Αλλά γιατί βυθισμένοι στην οδύνη τους, οι άνθρωποι είναι ευγενέστεροι, ωραιότεροι, υπερβατικοί, σχεδόν μεγαλειώδεις. Η ύβρις του Δνείστερ τον οδηγεί ως την πόρτα πολλών περίκλειστων κόσμων μέσα στους οποίους, άνθρωποι που χτες ήταν ανυποψίαστοι, μετά την δική του αναγγελία, θα υποστούν ένα πλήγμα τόσο ισχυρό ώστε το σήμερά τους θα είναι πια νεκρό. Και οι ίδιοι, ψυχικά πρηνηδόν. Μέσα από μία δυναμική δραματουργική ανατροπή, ο Δνείστερ θα αξιωθεί να αντλήσει μία ακόμα λεπταίσθητη απόλαυση. Ο κουρέας αναλαμβάνει να αφηγηθεί ο ίδιος την ιστορία που ακόμα δεν γνωρίζει αλλά που αλάθητα διαισθάνεται. Μια σειρά από κύκλους που ξεφυλλίζονται σε σπείρα διέπουν αυτήν την αφήγηση. Ο γιος του είναι νεκρός. Όμως κι όλος ο στόλος είναι κατεστραμμένος. Οι γιοι όλων είναι νεκροί. Ο γιος έχει πεθάνει στα λατομεία. Δεν πέθανε δηλαδή εύκολα, πέθανε με το χειρότερο θάνατο. Ο κουρέας γνωρίζει τα πάντα, την κάθε ανατριχιαστική λεπτομέρεια. Δεν κάνει λάθη. Κλαίει αλλά δεν θρηνεί. Εξοργίζεται και καταστρέφει το μικρό του βασίλειο. Διώχνει τους τακτικούς του πελάτες, νοιώθοντας οδύνη ακόμα και στο γεγονός του ότι σε λίγο κι αυτοί θα γνωρίσουν εκείνο που ο ίδιος ξέρει. Προβλέπει ακόμα και την επερχόμενη, την ολοκληρωτική συντριβή, όταν η ανοχύρωτη πόλη θα αφεθεί ανυπεράσπιστη στα όπλα των εισβολέων. Ο κουρέας έχει πέσει. Ο Δνείστερ όμως είναι βυθισμένος σε μια μεθυστική άτη. Το σκληρό καύκαλο της αταραξίας του γεμίζει ρωγμές. Μην έχοντας αφηγηθεί ο ίδιος την ιστορία, έγινε αναγκαστικά ο αποδέκτης της. Η ανθρώπινη φύση του αφυπνίζεται. Όταν ο κουρέας ισχυρίζεται πως δεν θυμάται το γιο του και παίρνει τη σκούπα για να επαναφέρει στο κουρείο την τάξη, ο Δνείστερ ταράζεται. Ο θάνατος του σήμερα του κουρέα, γίνεται αίφνης ο θάνατος και του δικού του σήμερα. Τα πλοία έχουν σηκώσει άγκυρες. Είναι αποκλεισμένος σ’ αυτήν την καταραμένη πόλη. Η συνηθισμένη του μέθοδος προστασίας, η φυγή, έχει απενεργοποιηθεί. Η νέμεσις του Δνείστερ είναι η αδυναμία του να διαφύγει από το σήμερα που σκότωσε. Το «μέτρο» που τόσο προσεκτικά έκτισε μέσα από την αποστασιοποιημένη του απόλαυση έχει καταρρεύσει μαζί με την επιπόλαιη ανεμελιά της πόλης, μαζί με την αδιατάρακτη γαλήνη του αυστηρού κουρείου, μαζί με τα θραύσματα του καθρέφτη που κομματιάζοντας το πρόσωπο του κουρέα, εξαφάνισαν και το δικό του είδωλο. Είναι έξαλλος, εξοργισμένος. Που σημαίνει πως έχει αποκτήσει συναισθήματα. Ο κουρέας, χωρίς να το επιθυμεί, τον έχει παγιδεύσει. Όχι τυχαία, ο κουρέας έχει αυτή τη δύναμη. Ο κουρέας γνώριζε τη συμφορά που ήρθε να του ανακοινώσει ο άγνωστος επειδή όφειλε να την γνωρίζει. Γιατί ο Τζων ήταν στην Αμφίπολη, είχε πολεμήσει στην Αμφίπολη. Ο Τζων είχε ήδη τους κωδικούς για να προβλέψει μια συμφορά, αφού την είχε ήδη ζήσει. Και ο Τζων έχοντας αναγγείλει την συμφορά στον εαυτό του, έχει τώρα την δυνατότητα να διαβάσει στην ψυχή του αγγελιαφόρου μιαν αδιόρατη αλλά και αδιάψευστη αλήθεια. «Ίσως η ευχαρίστηση που αντλείτε από την αναμετάδοση των κακών ειδήσεων», του λέει, «έχει το ανάλογό της μόνο στην τρομακτική αίσθηση πως οι ειδήσεις είναι ευπρόσδεκτες; Σαν να είχαμε όλοι μέσα μας ένα πόνο, ένα κενό, που χάσκει ακόμα και στη μέση του γέλιου, ειδικά, ναι, ειδικά στη μέση του γέλιου και μόνο το τρομερό θα μπορούσε να το γεμίσει». Ο Δνείστερ που πάντα έλεγε τις τρομερότερες ειδήσεις αλλά ποτέ δεν ένοιωθε τίποτα ζητάει από τον κουρέα να τον διδάξει. Η «τραγική» πορεία του ολοκληρώνεται. Επιζητεί πια τη λύτρωση. Όμως υπάρχει ένα εμπόδιο. Τίποτα δεν έχει την ύψιστη σημασία. Οι Τροίες ήταν επτά... Καταστράφηκε η μία για να την ακολουθήσει μία άλλη. Τα μυρμήγκια πανικοβάλλονται όταν δέχονται φονική επίθεση στη φωλιά τους αλλά κάποια στιγμή, πολύ γρήγορα ο πανικός δίνει τη θέση του στη δράση και οι βλάβες αποκαθίστανται. Οι νεκροί απομακρύνονται. Νέες πόλεις ιδρύονται και νέοι χρυσοί αιώνες παίρνουν τη θέση των παλαιών. Το αναντικατάστατο μπορεί να λυτρωθεί, το αναλώσιμο, όχι. Ο κουρέας ήδη σκουπίζει και δεν υπάρχει μια δεύτερη σκούπα για τον Δνείστερ. Εκείνος που πάντα δραπέτευε, γλύτωνε μεν από το θάνατο του σήμερα αλλά δεν είχε αποκτήσει ποτέ καμμία πρόσβαση και στο αύριο. Ο κουρέας δεν θα τον σκοτώσει, γιατί οι Τζων αυτού του κόσμου δεν είναι φονιάδες. Μια ακόμα ελπίδα διαφυγής ματαιώνεται. Ο Δνείστερ μην έχοντας τίποτα για να το πενθήσει και μην έχοντας καν απέναντί του έναν κουρέα που να πενθεί, παγιδεύεται. Ζητάει μια χάρη, την τελευταία . Ζητάει από τον κουρέα να φορέσει μια καθαρή ποδιά. Τότε ο κουρέας αντιλαμβάνεται εκείνο που ως την στιγμή αυτή δεν ήταν σε θέση να αντιληφθεί. Και θαυμάζει το Δνείστερ. Γιατί εκείνος ξέρει χωρίς πόνο αυτά που ο κουρέας δεν θα έφτανε να μάθει ποτέ ούτε και πονώντας. Προσφέρει τη λύτρωση στον Δνείστερ, βρίσκει την καθαρή ποδιά του και διώχνει τον αγγελιαφόρο. Οι κύκλοι έχουν ολοκληρωθεί, το μόνο που μένει είναι ένα αύριο για να σκοτώσει το σήμερα μαζί με την καταστροφή του, ως είθισται. Άλλωστε το σήμερα δεν πεθαίνει μόνο του, πεθαίνει μαζί με την καταστροφή που προκάλεσε το θάνατό του και όταν δεν μπορεί πια να υπάρξει, την παίρνει μαζί του, στην καταπιόνα της λήθης. Η παράσταση Ο κύριος Βογιατζής με κίνδυνο να διαβρώσει τους κώδικες επικοινωνίας με το κοινό, ακολούθησε τον δύσβατο δρόμο που του άνοιξε το έργο. Η σκηνοθεσία του μοιάζει περισσότερο με εκτέλεση μουσικού έργου. Οι ηθοποιοί λειτουργούν σαν δύο μουσικά όργανα που επιχειρούν να αναπτύξουν τις μελωδίες των ήχων και όχι να αναδείξουν τα νοήματα των λέξεων. Για τον εξασκημένο και έμπειρο θεατή η μυσταγωγία οδηγεί κατευθείαν στην ουσία της αποκάλυψης χωρίς να αμβλυνθεί από τις οχλήσεις των περιττών ερμηνευτικών επεξηγήσεων. Οι ελάχιστες αλλά σαφείς και αισθητικά άψογες σκηνοθετικές παρεμβάσεις ενισχύουν την ποιητικότητα του κειμένου με μια ανάλογη εικαστική ποιότητα. Οι εύστοχες ηχητικές παρεμβάσεις, η εμπνευσμένη σκηνογραφία, οι επιβλητικοί φωτισμοί συνεισφέρουν σε ένα συμπαγές αλλά ταυτόχρονα και ευέλικτο αποτέλεσμα. Οι ερμηνείες, μέσα από έναν αριστοτεχνικό συντονισμό, στοχεύουν κατευθείαν στις σκοτεινές παρυφές του υποσυνείδητου, αποκαθιστώντας τις δυναμικές των φράσεων και εξελίσσοντας αρμονικά τη ζοφερή ατμόσφαιρα ως τα όρια της έκρηξης. Μετάφραση: Τζένη Μαστοράκη Σκηνοθεσία: Λευτέρης Βογιατζής Σκηνικά-Κοστούμια: Ελένη Μανωλοπούλου Σύνθεση ήχων-Μουσική: Θοδωρής Αμπατζής, Σταύρος Γασπαράτος Φωτισμοί: Λευτέρης Παυλόπουλος Διανομή: Λευτέρης Βογιατζής Δημήτρης Ήμελλος Θέατρο της οδού Κυκλάδων Νέα Σκηνή Κεφαλληνίας και Κυκλάδων 11 Τηλέφωνο: 210 8217877 www.neaskini.gr |
Τελευταία Ενημέρωση στις Παρασκευή, 18 Δεκέμβριος 2009 20:49 |