Σχετικά άρθρα
ΣΤΕΛΛΑ ΜΑΡΗ |
![]() |
![]() |
Συντάχθηκε απο τον/την Νεκτάριος-Γεώργιος Κωνσταντινίδης | |||
Τετάρτη, 26 Μάιος 2010 22:59 | |||
Στέλλα Μαρή Η αλήθεια δεν είναι ενός μόνο χρώματος
Αφού σπούδασε Νομικά στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών, μεταπτυχιακά στο Ναυτικό Δίκαιο στο Southampton University, πιάνο και Μουσική στο Ελληνικό Ωδείο και στη Μουσική Σχολή Κηφισιάς, αφού έγινε μέλος του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και του αντίστοιχου στο Λονδίνο (ως solicitor), και ασχολήθηκε με διάφορα άλλα άσχετα (;) πράγματα, όπως είναι τα Αγγλικά, τα Γαλλικά, τα Γερμανικά και τα Ιταλικά, μπόρεσε, επιτέλους, να παραδεχτεί ότι αυτό που την ενδιαφέρει είναι το Θέατρο. Σπούδασε θέατρο στην τετραετούς φοιτήσεως Σχολή Υποκριτικής Τέχνης του Άκη Δαβή, από την οποία αποφοίτησε το 2004. Παρακολούθησε σειρά μαθημάτων Ιστορίας Θεάτρου στο City University of London, και εργαστήρια με τους Marcello Magni και Kathryn Hunter (Theatre De Complicite), Lorna Marshall, Ryszard Nieoczym, David Glass, Enrico Stolzenburg κ.α. Συνεργάστηκε ως ηθοποιός με τη θεατρική ομάδα «Ζάω-Ζω» (της Εύας Κουκούτση), με τη χοροθεατρική ομάδα «Ι- δανικοί» (του Γιάννη Ντανάκου), με τη σκηνοθέτιδα και συγγραφέα Αγγελική Κασόλα κ.α. Συμμετείχε ως νέα θεατρική συγγραφέας στο Θεατρικό Αναλόγιο που διοργάνωσε το Ελληνικό Κέντρο του Διεθνούς Ινστιτούτου Θεάτρου, το 2008 ,με τη σκηνοθετική επιμέλεια του Κ. Αρβανιτάκη. Τον Ιανουάριο του 2008 μετείχε με κείμενά της στην παράσταση της Σοφίας Διονυσοπούλου «Ρωτάω Γιατί» στο Θέατρο «Φούρνος». Το 2006 ιδρύει μαζί με τον αρχιτέκτονα και σκηνογράφο Γιώργο Σταματάκη την Ομάδα Minus [two]. Το πρώτο έργο της ομάδας ανέβηκε το 2007, στο θέατρο Αλκμήνη, και ήταν το «Δύο για την Τραμπάλα» (του W. Gibson, σε μετάφραση της ίδιας). Το έργο σκηνοθέτησε ο Ακης Δαβής, με τον ίδιο και την γράφουσα στους πρωταγωνιστικούς ρόλους. Ο Ακης Δαβής «έφυγε» αιφνίδια και τραγικά τον Ιανουάριο του 2008. Στην μνήμη του αφιερώθηκε η νέα σκηνοθετική ανάγνωση του έργου. Η Στέλλα Μαρή ανέλαβε το εγχείρημα αυτής της (δεύτερης) παραγωγής της Minus [two], σαν τον μόνο τρόπο με τον οποίο θα μπορούσε να τιμήσει το Δάσκαλο, Φίλο και Συνεργάτη, μέσω δηλαδή της δουλειάς, της έρευνας, και του καλλιτεχνικού στοιχήματος, και πρωταγωνίστησε με τον ηθοποιό Δημήτρη Παπαναστασίου. Η σκηνοθεσία της για το «Δύο Για Την Τραμπάλα», για τη θεατρική σεζόν 2008-2009, στο θέατρο «Ράγες», αποτέλεσε την πρώτη της σκηνοθετική δουλειά. Φέτος, ( αρχές Απριλίου έως τέλη Μαΐου 2010), η Minus [two] παρουσίασε το «Forever Yours ή π στο τετράγωνο» στο θέατρο «Ράγες» σε κείμενο και σκηνοθεσία της Στέλλας Μαρή, με την ίδια και τους Άννα Μιχελή, Φίλιππο Φραγκούλη, Σωτήρη Χατζινικολάου. Μιλήστε μας για τον τίτλο του πρώτου θεατρικού σας έργου «Forever yours ή π στο τετράγωνο», λοιπόν. Η, τι γίνεται όταν ένα κλισέ ρομαντισμού, συναντά μια μαθηματική διατύπωση. Φαίνεται αντιφατικό, και αταίριαστο, σε πρώτο άκουσμα, και γι’ αυτό με ενδιαφέρει. Γιατί έτσι αποκτούν όλα νόημα. Μόνο όταν δεχτούμε ότι η αλήθεια δεν είναι μόνο ενός χρώματος, Υπάρχει το απόλυτο στη διατύπωση του «για πάντα» (απόλυτο που φαντάζει πιο ψεύτικο μάλιστα σε μια ξένη / όχι μητρική μας γλώσσα), αλλά ωστόσο δίπλα στο απόλυτο της διάθεσης οριοθέτησης μέσω επιστήμης, φαντάζει ίσως πιο ανθρώπινο στις προθέσεις του, αν και πιο αφελές. Το ότι το «για πάντα» διαψεύδεται στην πορεία, δε μειώνει την αλήθεια του και την ευγένεια του, όταν λέγεται, όταν δίνεται σαν υπόσχεση. Και εδώ είναι που η τέχνη έρχεται να μας στηρίξει από τα αδιέξοδα της εκλογίκευσης. Η λειτουργία της δεν αφορά στον ορισμό του σωστού και του λάθους, αλλά απλά στο να καταδειχτούν φαινόμενα και τόποι συνάντησης για να (συν)ταξιδέψουμε. Κι όσο αφορά συγκεκριμένα στο «π», γνωρίζουμε όλοι τη σύνδεση του με τον κύκλο. Οι ιστορίες των ρόλων εδώ, όπως και το ίδιο το έργο και η δομή του (μέσω π.χ. λεκτικών, ηχητικών και κινητικών μοτίβων) χαρακτηρίζονται αναμφίβολα από την αίσθηση κυκλικότητατας και του επαναλαμβανόμενου (ως αντίθετο της γραμμικότητας). Και ναι, όπως ο κύκλος δεν τετραγωνίζεται, ομοίως και εδώ δημιουργούνται αδιέξοδα από τη συνύπαρξη και των δύο Αντρών στη ζωή της Γυναίκας. Ας με συγχωρήσουν οι φίλοι επιστήμονες για το αυθαίρετο του συλλογισμού, αλλά χωρίς το δικαίωμα στο αυθαίρετο της φαντασίας, η τέχνη δε θα υπήρχε- έτσι δεν είναι; Γράψατε και σκηνοθετήσατε το έργο. Επιλογή εξ αρχής, ή προέκυψε ως ανάγκη; Γυρνώντας στη διαδρομή δημιουργίας του έργου από την αφετηρία της, παρατηρώ πώς το έργο δεν πέρασε δυο διακριτά στάδια, πρώτα δηλαδή γραφής του και μετά σκηνοθεσίας του. Για την ακρίβεια, κατά μία έννοια, το έργο αυτό είναι φορές που έχω σκεφτεί ότι ήταν σα να σκηνοθετήθηκε πρώτα, κι ύστερα να γράφτηκε! Δεν είναι όσο παράδοξο ακούγεται. Η δομή του και το καλλιτεχνικό του concept ήρθαν και αξίωσαν πολλά από το κείμενο, κι αυτό πάλι φώτιζε συγχρόνως και τα άλλα στρώματα γραφής του έργου- τρεις άξονες εξαρχής, Λόγος Σώμα. Πολυμέσα. Έτσι η γραφή του φαίνεται ότι εμπεριείχε και τις (τουλάχιστον) βάσεις της σκηνοθεσίας του. Κι αυτό βέβαια συνέχισε να εξελίσσεται μέχρι τέλους.. Ναι, αισθάνομαι ότι έπρεπε να το σεβαστώ αυτό, για να μη σταματήσει ο δημιουργικός διάλογος που είχε οργανικά γεννηθεί μεταξύ των δύο- γραφής και σκηνοθεσίας. Είναι ωραίο άλλωστε όταν τα όρια εμπλέκονται σε μια δημιουργική διαδικασία. Νομίζω, τότε αρχίζει η πραγματική πρόκληση για τον δημιουργό Αναφερθήκατε σε καλλιτεχνικό concept. Θέλετε να γίνετε συγκεκριμένη; Ας μιλήσω για πρόταση, καλλιτεχνικό στοίχημα και αντίστοιχη καλλιτεχνική γλώσσα. Με ενδιέφερε η δημιουργία μιας εμφανέστατης «κατασκευής» , μέσω ενός διάλογου μεταξύ κειμένου, διαδρομών physical theatre, χρήσης πολυμέσων κι ενός ηχητικού περιβάλλοντος. Φιλοδοξία, η δημιουργία μιας «παρτιτούρας», η οποία για να λειτουργήσει, θα πρέπει αφενός να έχει γίνει πολύ προσεχτική μελέτη μετρημένης χρήσης τόσο τεχνολογίας, όσο και σωμάτων, αφετέρου να είναι διατεθειμένοι οι ηθοποιοί να συναντηθούν σε μια κοινή γλώσσα ακρίβειας, όχι φλυαρίας και περιγραφικότητας. Ακούγεται αρκετά εγκεφαλικό, αλλά πιστέψτε με, στόχος μου δεν είναι η αποδυνάμωση του συναισθήματος. Αντίθετα, αυτό που με προκαλεί, είναι πώς μέσα από διαδικασίες δόμησης αφήνεται χώρος για να αναδειχτεί επιτέλους αυτό που βρίσκεται πέρα από το «τετράγωνο», που εγγίζει έτσι τα όρια του ασυνειδήτου και του συναισθήματος. Υποθέτετε πώς στην πορεία σας θα κλίνετε κάποια στιγμή υπέρ μιας συγκεκριμένης οπτικής; Εννοώ είτε αυτή του σκηνοθέτη. είτε αυτή του συγγραφέα, είτε αυτή της ηθοποιού; Δεν έχω ιδέα. Αυτό που ξέρω είναι πώς το θέατρο είναι Ένας Τόπος, Μία Χώρα, που κάποιες στιγμές έχεις τη βαθειά ανάγκη να ταξιδέψεις σε αυτήν μέσα από διάφορες και διαφορετικές διαδρομές. Και κάνοντας το είναι συγκινητικό να συνειδητοποιείς πώς το ένα μονοπάτι μπορεί να φωτιστεί καλυτέρα από την εμπλοκή σου και στο διπλανό. Στη σκηνοθεσία για παράδειγμα είναι τόσο σημαντικό να νιώσεις ότι κρίνεται στην οργανικότητα της και στο δικό σου το σώμα πάνω- ότι, ομοίως, το κείμενο, κι αυτό είναι σε μια ζωντανή διαδικασία «διάλογου» και αλληλεπηρεασμού με υλικό που παράγεται από τις πρόβες με τους συνεργάτες σου κ.ο.κ. Δεν ξέρω αν θα το τολμούσα ξανά, αν θα είχα τις αντοχές να εμπλακώ σε ένα άλλο έργο και στα τρία αυτά μέτωπα. Αυτό που ξέρω είναι πώς ήταν πολύτιμη εμπειρία- και φυσικά πολύ-πολύ απαιτητική και κουραστική. Και όταν υπάρχουν στιγμές που νιώθεις ότι κάποιοι από τους πολλαπλούς σου ρόλους συγκρούονται, τότε βλέπεις τόσο καθαρά μπροστά σου ότι το έργο σου έχει φύγει πια από εσένα, είναι ένας ζωντανός οργανισμός που αξιώνει σεμνότητα από όλους, για να αφουγκραστούν τις ανάγκες του και να υπακούσουν τελικά σε αυτές. Αυτό δίνει τελικά τις ισορροπίες. Η έμπρακτη, εκ τω πραγμάτων, τοποθέτηση, πώς υπηρετούμε το Έργο. Και όταν το υπηρετείς από πολλές πλευρές, αυτό δεν μπορεί να σου δώσει εξουσία, αλλά αίσθηση τεράστιας ευθύνης, και αντίστοιχο κάλεσμα δουλειάς και αφύπνισης σε περισσότερες από μία συχνότητες. Πάντως θα με ενδιέφερε η εμπλοκή μου ξανά και στη σκηνοθεσία, και στη συγγραφή, και στην υποκριτική πάντα, έστω μεμονωμένα σε κάποιες δουλειές. Αν κάποια στιγμή καταλήξω κάπου, θα έχει γίνει μέσα από οργανικές, κι όχι εγκεφαλικές διαδικασίες. Υπάρχει κάποιο ρίσκο σε αυτό; Το ρίσκο της έκθεσης. Το ζητώ, το επιδιώκω, το επιλέγω. Είναι μέσο εξέλιξης, και συνεχές μάθημα σεμνότητας. Πώς φαντάζεστε το θέατρο στο μέλλον; Αισθάνομαι ότι θα ήταν κάτι μεταξύ αφέλειας και αλαζονείας, να ισχυριστώ πώς ξέρω πώς θα εξελιχτούν τα πράγματα. Αλλά, όπως, είπα πριν, ας τολμούμε να υποστηρίζουμε το δικαίωμα μας στο αυθαίρετο της φαντασίας. Λοιπόν μάλλον είμαι αισιόδοξη για το μέλλον του θεάτρου. Σε μια εποχή τεράστιων προβλημάτων- κρίσης σε κάθε επίπεδο της ανθρώπινης δραστηριοποίησης, πνευματικής, ηθικής και αισθητικής έκπτωσης- το πολιτικό της θεατρικής πράξης, ως μέσο άρθρωσης λόγου, συνειδητοποίησης, αυτογνωσίας, και αναζήτησης συμμαχιών, φαντάζει ως πολύτιμη εστία οξυγόνου πολιτισμού και αντίστασης. Σε δύσκολους καιρούς η ενασχόληση με την τέχνη, καθίσταται πιο πολύ από ποτέ, θέμα ανάγκης, και όχι πολυτέλειας. Για να δούμε…
|