Σχετικά άρθρα
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΦΕΡΕΝΤΟΥΡΟΣ |
![]() |
![]() |
Συντάχθηκε απο τον/την Μάριος Παϊτάρης | |||
Παρασκευή, 05 Οκτώβριος 2012 16:43 | |||
Κωνσταντίνος Φερεντούρος "Ο ηθοποιός είναι εργαλείο στα χέρια του σκηνοθέτη"
Ο Κωνσταντίνος Φερεντούρος γεννήθηκε το 1984 στο Μαρούσι και ζει στον Πειραιά. Αποφοίτησε από την Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης «Μέλισσα» το 2004 και είναι απόφοιτος του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και έχει υπάρξει Πρωταθλητής Ελλάδος στην υδατοσφαίριση. Ξεκίνησε την θεατρική του καριέρα με την παράσταση «Το άγαλμα που κρύωνε» στο θέατρο «Αργώ» σε σκηνοθεσία Αιμιλίας Υψηλάντη. Επίσης συμμετείχε στην «Αυλή των Φευγάτων» και στο «Όνειρο Καλοκαιρινής Νύχτας» και τα δύο σε σκηνοθεσία Έλντας Πανοπούλου. Φέτος συμμετείχε στην παράσταση «Δουλειά δεν είχε ο διάολος ....δεν έχουμε και εμείς» στον θέατρο Παραμυθίας, όπου ήταν και ο χορογράφος της παράστασης και αμέσως μετά στην παράσταση «Ορέστης» σε σκηνοθεσία του Τηλέμαχου Μουδατσάκι, η οποία συμμετείχε στο Φεστιβάλ της Αβινιόν, με εξαιρετικές κριτικές από τον γαλλικό τύπο και η οποία συνέχισε την πορεία της το καλοκαίρι στην Κρήτη και τον Οκτώβριο θα παρουσιαστεί σε αθηναϊκό θέατρο. Επίσης έχει συμμετάσχει σε αρκετές χοροθεατρικές δουλειές όπως : στο «Photo Finish» της χοροθεατρικής ομάδας «Syndram» στο θέατρο «Ροές» στα πλαίσια του Φεστιβάλ Χορού το οποίο διοργανώνει το Σωματείο Ελλήνων Χορογράφων, επίσης στην παράσταση «Τα Μάγια της Πεταλούδας» σε χορογραφίες Κατερίνας Ανδριοπούλου στο θέατρο «Αργώ» και πάλι, καθώς επίσης και στους «Θεατές» στο θέατρο «Olvio» σε χορογραφία της Νατάσας Παπαμιχαήλ. Τηλεοπτικά έχει συμμετάσχει, μεταξύ άλλων, στο «Μη μου λες αντίο» του Μανούσου Μανουσάκη, στην «Πολυκατοικία» του Βασίλη Θωμόπουλου και στο «Ευτυχισμένοι Μαζί» του Ανδρέα Μορφονιού. Ο ανερχόμενος και πολλά υποσχόμενος ηθοποιός με την εξαιρετική κινησιολογία και την ιδιαίτερη φωνή μιλάει στο «Επί Σκηνής» για τους δασκάλους που τον ενέπνευσαν, την συνεργασία του με τον Τηλέμαχο Μουδατσάκι, για την αγάπη στην δουλειά του αλλά και για το πώς αντιλαμβάνεται εκείνος την θεατρική πράξη σήμερα.
Μίλησε μου για την μέχρι τώρα πορεία σου στο θέατρο. Εγώ το ξεκίνησα πολύ περίεργα το θέατρο, για την ακρίβεια πρώτα δούλεψα στην τηλεόραση αμέσως μετά μπήκα στην δραματική σχολή και μετά πέρασα στο θέατρο. Η πορεία μου ξεκίνησε αντίθετα, έκανα ερασιτεχνικό θέατρο, το οποίο το αγαπούσα και αυτό ήθελα να κάνω, αλλά έτυχε και πήγα σε μια οντισιόν του Μανούσου Μανουσάκη και με πήρε για το «Μη μου λες αντίο» και από εκεί πέρα αποφάσισα ότι αυτό θα είναι το επάγγελμα μου, το αγαπούσα από το λύκειο επειδή συμμετείχα σε παραστάσεις εκεί. Μετά εκείνη η σειρά έφερε μια ακόμα και μετά πήγα στην δραματική σχολή της Έλντας Πανοπούλου. Πρώτη μου επαγγελματική θεατρική δουλειά ήταν στο δεύτερο έτος της σχολής στην παράσταση «Το άγαλμα που κρύωνε» στο θέατρο «Αργώ».
Μίλησε μου για την εμπειρία της παράστασης «Ορέστης» και την συνεργασία με τον Τηλέμαχο Μουδατσάκι. Ο κύριος Μουδατσάκις έχει άπειρες γνώσεις επάνω στην ελληνική γλώσσα και τον πολιτισμό , από τους ανθρώπους που είναι μοναδικοί στην Ελλάδα, είναι καθηγητής πανεπιστημίου άλλωστε. Στην παράσταση αυτή έχει «παντρέψει» την βυζαντινή λογοτεχνία με την αρχαία ελληνική και την δημοτική. Δηλαδή οι ηθοποιοί στην παράσταση μιλάμε και με βυζαντινές εκφράσεις επίσης στα αρχαία ελληνικά αλλά φυσικά και στην δημοτική γλώσσα. Όλο αυτό είναι πολύ ενδιαφέρον, η κατεύθυνση της παράστασης στο υποκριτικό κομμάτι δεν είναι ρεαλιστική, παίζουμε φορμαλιστικά, αυτή η φόρμα δημιουργεί εικόνες σαν φωτογραφίες αλλά με πολύ κίνηση, είναι όλο σαν χορογραφία. Ο κύριος Μουδατσάκις μας καθοδήγησε επακριβώς σε αυτό που ήθελε, όλοι οι ηθοποιοί είχαν πολύ καλά αντανακλαστικά ώστε να υλοποιήσουν αυτό το οποίο ζητούσε ο σκηνοθέτης και αυτός πιστεύω είναι από τους λόγους για τους οποίους είχε αυτή την απήχηση στο εξωτερικό, το ότι «βλέπαμε» δηλαδή τον λόγο, την κίνηση, την ένταση της φωνής, «βλέπαμε» το σώμα να πασχίζει.
Τι είναι για σένα καλός σκηνοθέτης; Ο καλός σκηνοθέτης είναι αυτός που στον κάθε ηθοποιό του μιλάει τόσο όσο προκειμένου να καταλαβαίνει τι θέλει να του πει, είτε για να τον «ξεκλειδώσει» σε μια σκηνή για να πάει παρακάτω, είτε να ακούσει αυτά τα οποία θέλει εκείνος. Όταν δηλαδή ένας σκηνοθέτης μιλάει σε όλους τους ηθοποιούς με τον ίδιο τρόπο, γιατί οι άνθρωποι μεταξύ μας έχουμε ο καθένας διαφορετική προσωπικότητα και αντίληψη, για μένα είναι «ντεμί» καλός σκηνοθέτης. Ο κάθε σκηνοθέτης πρέπει να βρει το κλειδί του κάθε ηθοποιού προκειμένου να τον «ξεκλειδώσει». Οι ηθοποιοί είμαστε εργαλεία των σκηνοθετών. Επίσης θεωρώ ότι ο σκηνοθέτης πρέπει να έχει εμπιστοσύνη στον ηθοποιό του, και να τον αφήνει να πάει λίγο παρακάτω αλλά πάντα να έχει το μέτρο αυτός για να τον «μαζέψει» τον ηθοποιό όπου χρειάζεται.
Είσαι υπέρ του δημιουργικού διαλόγου μεταξύ ηθοποιού και σκηνοθέτη ή θα σε ενδιέφερε ενδεχομένως και μια συνεργασία με έναν σκηνοθέτη ο οποίος έχει έναν πολύ συγκεκριμένο στόχο σκηνοθετικά και θέλει να τον υλοποιήσει στην εντέλεια; Σε αυτό το θέμα εντοπίζω μια διαφορά, υπάρχουν σκηνοθέτες οι οποίοι έχουν ένα συγκεκριμένο πράγμα στο μυαλό τους και θέλουν να το υλοποιήσουν στο 100% αλλά τελικά το καλλιτεχνικό αποτέλεσμα είναι ανύπαρκτο. Από την άλλη υπάρχουν και οι σκηνοθέτες που και αυτοί έχουν ένα πολύ συγκεκριμένο όραμα το οποίο το υλοποιούν επακριβώς χωρίς ο ηθοποιός να το αντιληφθεί στο ελάχιστο, αφήνοντας τον ηθοποιό να πιστεύει ότι ήταν δική του επιλογή. Νομίζω ότι ο ηθοποιός πρέπει να δείχνει τα αντανακλαστικά του στον σκηνοθέτη κι αυτός να ξέρει να τα εκμεταλλευτεί. Αυτό είναι και το εργαλείο που εννοούσα νωρίτερα, δηλαδή ότι ο ηθοποιός πρέπει να δίνει στον σκηνοθέτη αυτά τα οποία έχει κι ο σκηνοθέτης να εκμεταλλεύεται αυτά που του δίνει ο ηθοποιός. Γενικά είμαι υπέρ του δημιουργικού διαλόγου, αρκεί ο σκηνοθέτης να μπορεί να τον εκμεταλλευτεί προς την σωστή κατεύθυνση και να μην έχει παρωπίδες, γιατί τότε υπάρχει πρόβλημα.
Ποια είναι εκείνα τα στοιχεία που πιστεύεις ότι πρέπει να έχει ένας νέος ηθοποιός προκειμένου να ξεχωρίσει; Δύσκολη ερώτηση. Είμαστε χιλιάδες και για αυτό ο καθένας έχει και κάτι διαφορετικό. Πιστεύω ότι για να ξεχωρίσει ο οποιοσδήποτε ηθοποιός πρέπει να έχει κάτι διαφορετικό το οποίο δεν έχει κάποιος άλλος. Και τι εννοώ με αυτό; Στην κοινωνία την οποία ζούμε ο ηθοποιός πρέπει να τα έχει όλα, πρέπει να έχει καλή φωνή και κίνηση, να τραγουδάει καλά, πρέπει να είναι καλός υποκριτικά, πρέπει να ξέρει από φώτα, σκηνικά τα πάντα… Να το επαναλάβω, πρέπει να είναι ένα εργαλείο 100% έτοιμο για να αντιμετωπίσει την οποιαδήποτε δυσκολία. Οι ηθοποιοί οι οποίοι δεν έχουν αυτή την δυνατότητα νομίζω ότι θα έχουν πρόβλημα. Επίσης για μένα δεν είναι μόνο σημαντικό να ξεχωρίσεις σαν καλός ηθοποιός στην δουλειά αλλά και σαν άνθρωπος, εκεί είναι η ουσία. Από την εμπειρία μου μέχρι τώρα έχω παρατηρήσει ότι οι άνθρωποι οι περίεργοι ή οι δύστροποι έχουν «θέμα» πάνω στην δουλειά. Πώς βίωσες την όλη εμπειρία του να καταπιάνεσαι με έναν τόσο σημαντικό ρόλο σαν αυτόν του Ορέστη και μάλιστα σε τόσο νεαρή ηλικία; Ο «Ορέστης» είναι από τα μεγαλύτερα έργα του ελληνικού ρεπερτορίου αλλά και σε παγκόσμιο επίπεδο φυσικά… Το συγκεκριμένο έργο το γνωρίζουν οι πάντες, ο ήρωας είναι ο μητροκτόνος της «ιστορίας» μας. Το να μπω σε διαδικασία να ερμηνεύσω, όσο μπορούσα, τον ρόλο αυτό ήταν τρομερό άγχος για μένα και πολύ δύσκολο το εγχείρημα γιατί όπως μου είπες κι εσύ είμαι σε νεαρή ηλικία αν και βέβαια ο Ορέστης όταν διέπραξε τον φόνο ήταν πιο νέος από μένα. Είναι ένα πριγκηπόπουλο το οποίο έχει υποστεί την πίεση ενός κράτους, παίζει με την ζωή του και έχει σκοτώσει και την μητέρα του. Όλα αυτά τον φτάνουν στο σημείο να τρελαίνεται και να βλέπει τις Ερινύες, οι οποίες είναι ουσιαστικά οι τύψεις του. Και παρόλο που στο έργο λέει «καλά έκανα στην μητέρα μου και την σκότωσα», πάνω στην κρίση του το πρώτο πράγμα που θα φωνάξει είναι η μητέρα του… Όλο αυτό, τον δικό μου ψυχισμό, αλλά και των θεατών, τον ταρακουνάει, γιατί όταν βλέπεις έναν άνθρωπο να τον κυνηγάνε οι Ερινύες, να βγάζει αφρούς στην σκηνή, να ιδρώνει, να χτυπιέται, να κλαίει, είναι κάπως σοκαριστικό για το κοινό. Δεν ήταν εύκολη η προσέγγιση, ήταν από τις λίγες φορές που προσπάθησα να δουλέψω τόσο πολύ πάνω σε έναν ρόλο, πρωί, μεσημέρι, βράδυ στον ύπνο μου, στον ξύπνιο μου, όλη την ώρα υπήρχε ένας Ορέστης, σε μια άλλη εποχή, έξω από ένα παλάτι, με κίονες. Όλο το έργο είχε γίνει πρώτα κινηματογραφική ταινία στο μυαλό μου, μετά γνώρισα τον Ορέστη, πέρασα το «πρόσωπο» μου μέσα του, και μετά ήρθε αυτό που ήρθε
Πώς βίωσες την ενασχόληση σου με ένα τέτοιο είδος σαν την αρχαία τραγωδία; Η αρχαία τραγωδία είναι ένα εξαιρετικό είδος, για μένα πέραν από το γεγονός ότι είναι το είδος που καθιέρωσε το θέατρο σε όλο τον κόσμο, είναι μαγικός ο τρόπος γραφής των κειμένων. Δεν αντιλέγω ότι γράφονται και σήμερα πολύ ωραία κείμενα, γράφονται όμως σε άλλη «γλώσσα», σε άλλη μορφή, με άλλη προβληματική. Όταν συναντάς ένα τέτοιο είδος γραφής, όπως των αρχαίων κειμένων, σε κάνει να θέλεις να ασχοληθείς. Εγώ προσωπικά την αρχαία τραγωδία την λατρεύω και θα ήθελα να ασχοληθώ και στο μέλλον. Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω και αν θα μου δοθεί ξανά η ευκαιρία, αλλά θα το ήθελα πολύ.
Ποια είναι η γνώμη σου για την νεοελληνική σύγχρονη δραματουργία; Έχουμε στην Ελλάδα εξαιρετικούς συγγραφείς, αλλά και συγγραφείς οι οποίοι με την γραφή τους θέλουν μόνο να προκαλέσουν, είτε μάλλον αρνητικά, είτε θετικά, είτε και εντελώς αρνητικά με την έννοια ότι υπάρχουν κείμενα που γράφονται για να γραφτούν. Υπάρχουν συγγραφείς που χρησιμοποιούν την πρόκληση δραματουργικά μόνο για την πρόκληση, όπως υπάρχουν και οι σκηνοθέτες που κάνουν το ίδιο ακριβώς, δηλαδή ανεβάζουν παραστάσεις απλά για να τις ανεβάσουν και στο τέλος ο θεατής δεν «παίρνει» τίποτα φεύγοντας από την παράσταση. Το να φεύγει ένας θεατής από μια παράσταση χωρίς να έχει εισπράξει κάτι κι ο σκηνοθέτης να είναι της άποψης ότι ο κάθε θεατής θα εισπράξει ότι θέλει από την παράσταση, το θεωρώ λάθος. Ο σκηνοθέτης πρέπει να ξέρει τι είναι αυτό που θέλει να εισπράξει το κοινό βλέποντας την παράσταση του. Όταν το ξέρει αυτό τότε και ο ηθοποιός αυτό θα επιδιώξει να μετουσιώσει σκηνικά. Όταν από μια παράσταση οι 100 θεατές εισπράττουν και από κάτι διαφορετικό ο καθένας, δεν σημαίνει ότι αυτό είναι κακό, αλλά δεν σημαίνει αυτόματα ότι μιλάμε και για μια επιτυχημένη παράσταση.
Είτε σαν ηθοποιός είτε σαν θεατής τι είδους παραστάσεις σου αρέσουν; Μου αρέσουν οι καλές παραστάσεις, οι οργανωμένες, με δουλειά από πίσω, να τα έχουν όλα, κίνηση, φώτα, ρυθμό, μουσική, να μην κάνουν «κοιλιά», να μπορείς να μεταφέρεις μια καρέκλα στο δευτερόλεπτο και παράλληλα να γίνονται αλλά δέκα πράγματα και το κοινό να μην χάνει τίποτα από όλα αυτά. Μου αρέσει πάρα πολύ ο χορός, χορεύω κιόλας, οπότε θα με ενδιέφερε το χοροθέατρο, έχω κάνει παλαιότερα. Γενικά μ’ ενδιαφέρουν οι παραστάσεις οι οποίες είναι δουλεμένες, δεν με ενδιαφέρει καμία παράσταση που είναι «άρπα-κόλλα». Μπορεί σε μια δουλειά να μην χρειαστούν πολλές πρόβες, μπορεί να διαρκέσουν μόνο ένα μήνα, αλλά θέλω η παράσταση να είναι τόσο καλοδουλεμένη που φεύγοντας να πω «κοίτα τι κάνανε οι άνθρωποι». Και φυσικά να έχει καλές ερμηνείες.
Ανέφερες την ενασχόληση σου με το χοροθέατρο, ποια είναι η γνώμη σου για το συγκεκριμένο είδος στην Ελλάδα; Έχω παρατηρήσει ότι έχει μια άνοδο σαν είδος γιατί ο κόσμος, κακά τα ψέματα, θέλει θέαμα. Βλέπουμε το ενδιαφέρον του κόσμου για παραστάσεις του εξωτερικού που έρχονται στην Ελλάδα. Και στο χοροθέατρο υπάρχει το θέμα του δημιουργού του καλλιτέχνη, του χορογράφου. Υπάρχει αυτό που λέμε στον χώρο «κουλτούρα», όλος ο κόσμος γνωρίζει από κουλτούρα, δεν μου άρεσε ποτέ η ψευτοκουλτούρα, μου αρέσει πάρα πολύ όταν ένας άνθρωπος είναι κουλτουριάρης, αλλά πάντα όταν αυτός ο άνθρωπος ξέρει τι λέει και γιατί το λέει. Υπάρχουν παραστάσεις που φεύγεις και αναρωτιέσαι «τι είδα;» και συνειδητοποιείς ότι είδες μια πολύ ωραία κίνηση, από ένα ανύπαρκτο κείμενο, ή πολύ ωραίο κείμενο χωρίς πολύ καλή κίνηση. Αλλά γενικά πιστεύω ότι το χοροθέατρο έχει μια άνοδο και αυτό οφείλεται πολύ στους νέους χορογράφους και στον πρόεδρο του Σωματείου Ελλήνων Χορογράφων τον Πέτρο Γάλλια. Το Φεστιβάλ Χορού που γίνεται κάθε χρόνο έχει ανταπόκριση από τον κόσμο. Για παράδειγμα οι παραστάσεις του Παπαϊωάννου είναι εξαιρετικές, πιστεύω ότι σαν είδος έχει μέλλον στην Ελλάδα.
Υπάρχουν άνθρωποι στον χώρο που τους θεωρείς δασκάλους σου; Σαφώς και υπάρχουν και εντός δραματικής σχολής και έξω από αυτήν. Από όλους τους ανθρώπους έχω να πάρω κάτι, είτε αυτό είναι θετικό είτε αρνητικό… Για μένα αυτό είναι η διδασκαλία. Είχα εξαιρετικούς δασκάλους στην «Ανωτέρα Σχολή Δραματικής Τέχνης Μέλισσα» από την οποία και αποφοίτησα, οι οποίοι με βοήθησαν πολύ στο επάγγελμα μου, όπως ο Τάσος Χαλκιάς ο οποίος μου δίδαξε αρχαία τραγωδία και τον θεωρώ μεγάλο δάσκαλο. Η Έλντα Πανοπούλου είναι πολύ μεγάλη δασκάλα για μένα και η Μαρία Κανελλοπούλου. Λατρεύω την Ζωή Ρηγοπούλου, η οποία ξέρει από θέατρο, ξέρει τι είναι αυτό που θέλει να δει το κοινό κάθε φορά και σε ότι συμβουλή θα σου δώσει, αν όχι στο 100%, στο 98% σίγουρα, θα έχει πέσει μέσα, είναι εξαιρετική σ’ αυτό. Μέσα από την δουλειά έχω πάρει πολλά από τον Κώστα Βουτσά, από τον Τόνυ Άντονυ επίσης, η γνωριμία μαζί του είναι πολύ σημαντική για μένα. Υπάρχουν και πολλοί άλλοι που δεν τους ξέρει το κοινό αλλά για μένα είναι πολύ σημαντικοί μέσα μου. Ο πρώτος άνθρωπος ο οποίος με βοήθησε είναι ο Απόστολος Παπαγεωργίου, δάσκαλος μου στο σχολείο και σκηνοθέτης, ο οποίος με μύησε στον χώρο του θεάτρου.
Τι θεωρείς σωστό και τι λάθος πάνω στην σκηνή; Όταν ένας ηθοποιός ανεβαίνει πάνω στην σκηνή θεωρώ ότι πρέπει να είναι «εκεί». Δεν θεωρώ σωστό κάποιος ηθοποιός να φέρνει τα προσωπικά του προβλήματα στην δουλειά, σε βαθμό τέτοιο ώστε να επηρεάζουν την τελική του σκηνική απόδοση. Να δίνει ο ηθοποιός ότι μπορεί στην σκηνή αλλά όχι τα μισά απ’ αυτά που πραγματικά μπορεί.
Ποιο θεωρείς υποκριτικά το δυνατό σου σημείο; Δεν το γνωρίζω να σου πω την αλήθεια… Κάθε ρόλος έχει διαφορετική προσέγγιση οπότε δεν μπορώ να το ξέρω αυτό πραγματικά. Κάποιοι μου λένε ότι έχω καλή κίνηση, άλλοι ότι με βοηθάει η φωνή μου αλλά και πάλι είναι κάτι το οποίο δεν μπορώ να το πω εγώ, ας το κρίνουν οι άλλοι.
Αν δεν έκανες αυτό το επάγγελμα με ποιό άλλο επάγγελμα θα ένιωθες εξίσου δημιουργικός; Για να είμαι ειλικρινής δεν με έχει απασχολήσει ποτέ αυτή η σκέψη από την ώρα που ξεκίνησα να κάνω αυτό το επάγγελμα. Έχω κάνει πολλά άλλα επαγγέλματα, όπως οι περισσότεροι ηθοποιοί, αλλά δεν μπορώ να σκεφτώ τον εαυτό μου να κάνει κάτι άλλο. Θα με ενδιέφερε για παράδειγμα, σε μια τέτοια περίπτωση να εργαστώ με παιδιά, με ποιό τρόπο δεν μπορώ να ξέρω, μπορώ να σκεφτώ από baby sitting μέχρι δάσκαλος, αγαπώ πολύ τα παιδιά. Θα μπορούσα να ασχοληθώ με τα ζώα, με τα σκυλιά, σαν εκπαιδευτής για παράδειγμα.
Θα σε ενδιέφερε να ασχοληθείς με τα παιδιά μέσα από το επάγγελμα σου; Πέρα από την υποκριτική θα ήθελες ενδεχομένως να δοκιμαστείς στο παιδικό θέατρο από το πόστο του σκηνοθέτη για παράδειγμα; Δεν ξέρω αν θα μπορούσα να σκηνοθετήσω για το θέατρο, με ενδιαφέρει είναι η αλήθεια, αλλά δεν είναι πρωταρχικός μου στόχος για την ώρα. Με ενδιαφέρει αυτό που βλέπω και σαν θεατής αλλά κι αυτό στο οποίο παίζω ως ηθοποιός, αισθητικά να είναι καλό. Μπορείς να μου πεις ότι το «αισθητικά καλό» είναι κάτι υποκειμενικό αλλά όχι εγώ δεν το βλέπω έτσι. Γενικά μ’ ενδιαφέρει η σκηνοθεσία αλλά για την ώρα μόνο στο κομμάτι που αφορά το πώς παίζω εγώ σαν ηθοποιός, το πώς είμαι δηλαδή σκηνοθετημένος. Όσο αφορά την σκηνοθεσία παιδικού θεάτρου την θεωρώ πολύ σημαντική, καταρχήν γιατί τα παιδιά είναι οι θεατές του αύριο αλλά και οι θεατές του σήμερα κατά μια έννοια. Είναι οι πιο δύσκολοι θεατές. Γιατί για να «κρατήσεις» παιδιά από 6-7 ετών μέχρι και τρίτης γυμνασίου, είναι κάτι το τρομερά δύσκολο αλλά όταν τα καταφέρεις είναι μαγικό.
Υπάρχει κάποια θεατρική σου δουλειά την οποία ενδεχομένως ξεχωρίζεις; Θεωρώ τον εαυτό μου τυχερό… Η πρώτη μου δουλειά ήταν το καλύτερο ξεκίνημα που θα μπορούσα να κάνω. Ήταν «Το άγαλμα που κρύωνε» στο θέατρο Αργώ, παιδική παράσταση, με τρεις συναδέλφους χορεύτριες εκ των οποίων η μία και ηθοποιός και έναν ακόμα συνάδελφο, τον Αλέξανδρο Ζαχαρέα. Ήταν μια εξαιρετική συνεργασία και περάσαμε απίστευτες στιγμές. Μια αξιομνημόνευτη συνεργασία θεωρώ και την φετινή, τον Ορέστη, επειδή είναι ένα τρομερά απαιτητικό έργο. Πίστευα ότι θα είναι πολλές οι δυσκολίες, ότι η χημεία δεν θα επιτευχθεί τόσο εύκολα, παρόλα αυτά δεν ήρθε ούτε μια στιγμή που να αντιμετωπίσαμε σκηνικό πρόβλημα. Όλοι οι ηθοποιοί ήταν εξαιρετικοί στην συνεργασία, ο ένας βοηθούσε τον άλλον. Υπερασπιστήκαμε αυτό που ζητήθηκε όσο καλύτερα μπορούσαμε. Αυτές είναι οι δύο συνεργασίες που ξεχωρίζω ιδιαίτερα, εκτός φυσικά από τις άπειρες παραστάσεις που κάναμε με τα παιδιά από την σχολή. Στη σχολή μου βλέπεις, ξεκινήσαμε να κάνουμε παραστάσεις από το πρώτο έτος.
Πώς βλέπεις τα πράγματα τώρα με την κρίση όπου δεν υπάρχει πλέον παραγωγή τηλεοπτικών σειρών; Είναι λυπηρό το ότι έχουμε 98% ανεργία στον χώρο, δηλαδή δουλεύουν οι δύο στους εκατό. Βέβαια η τηλεόραση προσέφερε μέχρι και προ κρίσης θέσεις εργασίας, κάτι που κάνει τώρα πιο δύσκολα τα πράγματα. Δεν θεωρώ ότι έχουμε κακούς ηθοποιούς στην Ελλάδα, μάλλον έχουμε πολύ καλούς και εκφραστικούς ηθοποιούς. Αλλά γενικά η κατάσταση στην χώρα είναι λυπηρή, όχι μόνο στην τηλεόραση. Επίσης θεωρώ πολύ λογική την εισβολή των τούρκικων σήριαλ στην ελληνική τηλεόραση, γιατί κοστίζουν πολύ λιγότερο απ’ τα ελληνικά. Όταν κάποιος παραγωγός δεν επιλέγει να ρίξει λεφτά σε ένα ελληνικό σήριαλ τότε φυσικά και θα σου έρθει το τούρκικο και το οποιασδήποτε εθνικής προέλευσης,σήριαλ.
Για το μέλλον του ελληνικού θεάτρου σε σχέση με την οικονομική κρίση; Ο κόσμος όταν είναι σε οικονομικές δυσκολίες, η κοινωνία όταν οικονομικά πάσχει, το πρώτο πράγμα που θα κόψει είναι η ψυχαγωγία. Μετά την ψυχαγωγία θα κόψουν το κάπνισμα και μετά θα κόψουν τελείως τις εξόδους οπότε θα του μείνει αναγκαστικά η τηλεόραση. Είναι πολύ λογικό να υπάρχει κρίση στο θέατρο εφόσον ο κόσμος δεν έχει λεφτά να πάει. Έχουν γίνει πολύ σημαντικές κινήσεις από πέρυσι όσο αναφορά την μείωση του εισιτηρίου, εγώ ποτέ δεν καταλάβαινα γιατί μια παράσταση να έχει 35 ευρώ εισιτήριο. Γιατί για να πάει μια τετραμελής οικογένεια με 35 ευρώ το άτομο αυτό αμέσως σημαίνει ένας μισθός, εδώ που φτάσαμε. Μια δουλειά που είναι να πάει καλά θα πάει είτε έχει 35 ευρώ εισιτήριο είτε 10 ευρώ,πρέπει το εισιτήριο να διατηρείται σε λογικά πλαίσια. Το θέατρο θεωρώ ότι είναι για όλους και όχι για τους λίγους, γιατί προς τα εκεί πάει το πράγμα, να γίνει δηλαδή μόνο για λίγους και εκλεκτούς. Υπάρχει κοινό το οποίο βλέπει θέατρο αλλά και κοινό που πλέον είναι απαγορευτικό το θέατρο για κείνο.
Μίλησε μου για την εμπειρία σου στο Φεστιβάλ της Αβινιόν Η Αβινιόν ήταν μια εξαιρετική εμπειρία. Μια πόλη μέσα σ’ ένα κάστρο το οποίο ήταν θέατρο από την μια άκρη ως την άλλη… Ήθελες μια ώρα περπάτημα για να την διασχίσεις, υπήρχανε γύρω στις 400 σκηνές και 1.161 παραστάσεις ημερησίως. Τόσες πολλές παραστάσεις, τόσα πολλά είδη, ηθοποιοί από όλο τον κόσμο! Μια γιορτή πολιτισμού! Είδα παραστάσεις που μου άρεσαν και κάποιες που δεν μου άρεσαν, είδα μονολόγους πειραματικούς στα γαλλικά στους οποίους οι ηθοποιοί το μόνο εκφραστικό μέσο που χρησιμοποιούσαν ήταν το «στόμα»… Οι Γάλλοι έχουν μια τάση να παίζουν μόνο με την εκφορά του λόγου και όχι τόσο με την κίνηση και το σώμα όπως κάνουν οι Έλληνες. Απ’ το γαλλικό θέατρο που είδα εκεί, αντιλήφθηκα ότι οι Γάλλοι είναι αποστασιοποιημένοι στην θεατρική έκφραση. Φυσικά είδα και γαλλικές παραστάσεις πραγματικά αξιοζήλευτες. Για παράδειγμα τον «Ερνάνι» του Βίκτωρα Ουγκώ, σε συμπαραγωγή του Εθνικού Θεάτρου του Παρισιού και της Μαλαισίας, με εξαιρετικούς ηθοποιούς που έπαιζαν με τα εκφραστικά τους μέσα, αξιοποιημένα στο έπακρο. Θα σου πω ότι υπήρχαν παραστάσεις που αν και δεν ήξερες την γλώσσα, καταλάβαινες τα πάντα. Αυτό αν μη τι άλλο αποτελεί επιτυχία για τους διοργανωτές, γιατί μην ξεχνάμε ότι μιλάμε για ένα παγκόσμιο φεστιβάλ. Υπάρχει πλουραλισμός στο πρόγραμμα εκεί, είδα κορεάτικο θέατρο, κινέζικο χορό όπως και ιαπωνικό και αφρικάνικο. Γενικά ήταν μια εμπειρία που δεν περιγράφεται με λόγια.
Πες μου την γνώμη σου για την θεατρική παιδεία στην Ελλάδα. Θεωρείς ότι έχουμε ανεξέλεγκτα μεγάλο αριθμό δραματικών σχολών στην Αθήνα; Υπάρχουν πάρα πολλές δραματικές σχολές κι ένας λόγος είναι η μεγάλη ανεργία στον χώρο. Πολλοί αξιόλογοι ηθοποιοί γίνονται δάσκαλοι σε δραματική σχολή εξ αιτίας των λίγων θέσεων εργασίας στα θέατρα. Η θεατρική παιδεία στην Ελλάδα θεωρώ ότι είναι καλή αλλά δεν κάνουν όλες οι δραματικές σχολές εξίσου καλή δουλειά. Σε μια σχολή νομίζω ότι πρέπει να μαθαίνεις τα πάντα, σκηνογραφία, ενδυματολογία, φωτισμούς, μουσική επένδυση τα πάντα. Θα μου άρεσε να υπάρχει μια «Ακαδημία Θεάτρου» στην Ελλάδα, να είναι μια σχολή που οι άνθρωποι θα μπορούν να ζούνε μέσα στον πολιτισμό και στην κουλτούρα, να μαθαίνουν για όλα τα είδη θεάτρου.
Ποιοί είναι οι επαγγελματικοί σου στόχοι; Ποτέ δεν με ενδιέφερε να γίνω ο «σούπερ-σταρ» ηθοποιός. Θα ήθελα να δουλεύω συστηματικά, γιατί η δουλειά, μου δίνει τρομερή ενέργεια, την αγαπάω πολύ. Και θα ήθελα να κάνω καλές δουλειές κι ο κόσμος να φεύγει ικανοποιημένος από το αποτέλεσμα και να ξαναέρχεται να με δει με το σκεπτικό «πάμε να τον δούμε αυτόν κάτι καλό θα έχει κάνει». Και φυσικά να εξελίσσομαι καθημερινά γιατί μόνο με συνεχή εξέλιξη μπορείς να σταθείς διαχρονικά σε αυτό το επάγγελμα.
Ποιά είναι τα προσεχή σου σχέδια; Συζητάω κάποια πράγματα αλλά δεν είναι κάτι ανακοινώσιμο. Για την ώρα θέλω να αφοσιωθώ στον Ορέστη γιατί δεν έχει κλείσει ακόμα ο κύκλος του. Μετά τις παραστάσεις στο θέατρο «Έναστρον» στις 24 με 28 Οκτωβρίου ενδέχεται να συνεχίσουμε την περιοδεία και σε κάποιους άλλους σταθμούς, για τους οποίους γίνεται συζήτηση αυτή την περίοδο.
|
Σχόλια