ΤΑ ΓΑΣΤΕΡΟΠΟΔΑ (ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ ΑΣΠΑΣΙΑ) |
![]() |
![]() |
Παρασκευή, 22 Ιούλιος 2011 17:04 | |||
ΤΑ ΓΑΣΤΕΡΟΠΟΔΑ ΜΑΥΡΟΜΜΑΤΗ ΑΣΠΑΣΙΑ
Έξω βρέχει καταρρακτωδώς. Ανοίγει η πόρτα και μπαίνει στην κουζίνα ο Θεόφιλος (μάγειρας αλχημιστής), βρίζοντας.
Θεόφιλος-Να πάρει παλιόκαιρος. Μουσκίδι έγινα. Αυτό δεν είναι βροχή, δεν είναι καταιγίδα είναι σημείο της αποκάλυψης, συντέλεια. Μα τέτοιος καιρός αυγουστιάτικο. Σκέτη θεομηνία (Τακτοποιεί ταυτόχρονα τα ψώνια από το σουπερ μάρκετ κι ετοιμάζεται για το μαγείρεμα Φοράει αντί για μαγειρικό σκούφο το σκούφο του αλχημιστή και την ποδιά μαγειρικής τη φοράει σαν μπέρτα.)
Να δω πως θα έρθει η άλλη. Θα μπορέσει άραγε να προσγειωθεί? Γίνονται άραγε οι πτήσεις? Μα την αθεόφοβη να μη στείλει ένα μήνυμα αν πήρε ή όχι το αεροπλάνο. Αυτό τουλάχιστον να ξέραμε. Τι ζητήσαμε? ένα στίγμα μόνο. Πες μας κυρία μου τουλάχιστον αν πήρες το αεροπλάνο ή όχι. Να ξέρουμε. Μας στέλνεις ένα ξερό μέιλ πριν 3 μέρες και ειδοποιείς ότι έρχεσαι το σάββατο Κύριος οίδε από πού, κατά το βραδάκι. Ούτε γράμμα ούτε γραφή. ¨ένα γραμματόσημο τουλάχιστον θα μας έδινε μια πληροφορία. Μας πεθύμησε λέει πολύ, και λαχταρά η αφεντιά σου να φάει κοχλιούς από τα χεράκια μου. Αξεπέραστη η κρητική συνταγή σου θεόφιλέ μου αξεπέραστη! Γαλίφω Μάλιστα κι εμείς βαρέσαμε προσοχή πάλι. Η επιθυμία της βλέπεις είναι διαταγή. Τέτοια δύναμη της άφησες να έχει πάνω σου Θεόφιλε, ( στον καθρέφτη μπροστά)εσύ αποφάσισες να της κάνεις όλα τα χατίρια και να μην της αντιστέκεσαι. Αυτή είναι τουρίστρια στη ζωή σου , όποτε θέλει εξαφανίζεται όποτε λαχταρήσει κοχλιούς η κυρία εμφανίζεται για να σου κάνει τη ζωή πάλι ναυάγιο. Ναυάγιο είπα? Σωστά με τέτοιο νερό που ρίχνει έξω, με πλοίο θα ερχόταν πιο εύκολα παρά με αεροπλάνο κι ας της αρέσει να έρχεται ουρανοκατέβατη. Η αθεόφοβη δεν είπε ούτε από πού έρχεται. Κάπου στην ευρώπη βρίσκομαι συνήθως’’ Μας ενημέρωσε την τελευταία φορά. Πάλι καλά ήπειρο τουλάχιστον γνωρίζουμε. Συντεταγμένες μπορεί να μη μας δίνεις, αλλά ήπειρο ξέρουμε. Ξέρουμε? συνήθως λες. Τέλος πάντων ξέρουμε και δεν ξέρουμε την ήπειρο. Τοπικά λοιπόν μπορούμε κάπου να σε τοποθετήσουμε. Και τώρα μπορούμε να αρχίσουμε την αναζήτηση…. (αρχίζει και ψάχνει κατσαρολικά) Ωχ θα με τρελλάνει! Τι νόημα έχει από πού έρχεται Τόσο καιρό που ήταν εξαφανισμένη Θεόφιλε, ούτε αναρωτήθηκες τι κάνει που βρίσκεται. Τώρα που εμφανίζεται πάλι και ζητάει στα καλά καθούμενα κοχλιούς αναστατώνεσαι κι αναρωτιέσαι τι κάνει και από πού έρχεται. ¨όχι Θεόφιλε τι θέλει είναι η ερώτηση μετά από τόσο καιρό και εμφανίζεται τι μαγειρεύει άραγε? Χα κοχλιούς ας γελάσω. Λιγουρεύτηκε τάχα κοχλιούς. ¨ασε μας κυρά μου σε ξέρω καλά δε με ξεγελάς. Κάτι άλλο έχεις στο νου σου αλλά τι? Τι?
Με τι άλλο να συνοδέψω τώρα τους κοχλιούς? Πάει να κάνω και μια μακαρονάδα? Ψοφάει και για μακαρονάδες. Ας κάνω μακαρονάδα λοιπόν μια αρραμπιατα να σε κάψω να το φχαριστηθεις. Έτσι αν έρχεσαι από Ιταλία δεν θα σε ενθουσιάσει πολύ η ιδέα της μακαρονάδας και θα το καταλάβω. Χε χε. Ας βάλω και τα σαλιγκάρια στο αλεύρι να καθαρίσουνε. Τι ώρα είναι? Να έχω και το νου μου. ( Τόση ώρα έξω ακούγονται αστραπές και βροντές και η δυνατή βροχή. Ξαφνικά ακούγεται Εκεί που αναρωτιέται τι ώραείναι και γυρνάει να δει το ηλεκτρονικό ρολόι, πέφτει μια πολύ δυνατή αστραπή και σβήνουν όλα. Στον πανικό του και με τη τρομάρα που πήρε από τον θόρυβο ξεχνάει να κλείσει την κατσαρόλα που έβαλε μέσα τα σαλιγκάρια. Ψάχνει να βρει κερί να ανάψει . Ψάχνει και βλαστημάει.) Που να πάρει αυτό μου έλειπε τώρα δεν φτάνει ο χαλασμός έξω έχω και τη διακοπή ρεύματος. Αμ τόξερα εγώ.Τ όξερα Φανούλα δεν έρχεσαι για καλό. Πρώτα ο κατακλυσμός και τώρα από πάνω κι η διακοπή. Αν δεν είναι αυτά σημάδια ….να γίνω σαλιγκάρι να με φας. Κακούργα με έφαγες τη ζωή μου έφαγες και τώρα ότι έχει απομείνει το ζητάς σε τελευταίο δείπνο. (Ψάχνει στα ντουλάπια στα συρτάρια για κερί) Στο καλό που έβαλα τα κεριά…. Φωνή. Τα κεριά είναι στο ντουλάπι πάνω από τον αποροφητήρα ( ακούγεται μια φωνή) Θεόφιλος.-Ποιος είναι εκεί? Φωνή.-Εκεί έβαλες την πασχαλινή λαμπάδα Θεόφιλος. Ποιος μιλάει? Θεέ μου άρχισα να παραννοώ. Φωνή. Άσε τις υστερίες δεν παραννόησες ακόμα αν και κάνεις τα πάντα για να το πετύχεις με τις υπερβολές σου. ( Ανάβει το κερί ο Θεόφιλος αλλά είναι μόνος του δεν υπάρχει κανείς) Θεόφιλος. Που είσαι λέγε και τι θέλεις? Φωνή.Χα χα που είμαι? Κρυφτό θέλεις να παίξουμε Θεόφιλε? Θα χάσεις γιατί δε θα με βρεις ποτέ Χα χα Θεόφιλος. Είσαι πνεύμα ή από την ταραχή μου σε γέννησε η φαντασία μου? (σιωπή καμία απόκριση) Αυτό είναι δε μπορεί Έχω ψευδαισθήσεις. Ναι είσαι του μυαλού μου. Ουφ και τρόμαξα Να σε πάρει η ευχή
-Φωνή¨ Χα χα Είσαι πολύ αστείος Θεόφιλε. Ψάχνεις συνέχεια εξηγήσεις για όλα. Εγώ γι αυτό είμαι εδώ! ¨ηρθα να σου δώσω πληροφορίες. Θεόφιλος.-Και τι είσαι η καλή νεράιδα μου? Φωνή.- Άσε τις ανοησίες, ξέρεις πολύ καλά πως δεν υπάρχουν νεράιδες. Θεόφιλος.-Αλήθεια? Και που το ξέρω? Αν υπάρχεις εσύ γιατί να μην υπάρχουν και νεράιδες? Λέγε τι είσαι? Φωνή.-Είμαι από τα άλλα, απ’ αυτά που υπάρχουν αλλά δεν τα βλέπεις. Θεόφιλος.Ευχαριστώ πολύ χάρηκα. Θεόφιλος Καραγεωργίου. Τι μου λες καλό μου αερικό και κάθομαι και σε ακούω ο άνθρωπος Πως το μεταφράζω εγώ αυτό που μου λες στα γήινα δεδομένα μου λες σε παρακαλώ? Φωνή.-Πάλι ζητάς αποδείξεις! Μόνο που δεν υπάρχουν. Η με πιστεύεις ή όχι. Δεν μπορώ να σ’ αποδείξω ότι δεν είμαι ελέφαντας. Θεόφιλος.-Για ελέφαντα σίγουρα δε μου μοιάζεις. Καλά λοιπόν. Πές μου τουλάχιστον είσαι καλό ή κακό πνεύμα?
Φωνή -Χ Θεόφιλος- Τι είναι αυτό? Το χ? Φωνή.- Δεν ξέρω έχετε ένα παιχνίδι μου φαίνεται με ομάδες. Και στοιχηματίζεται Παοκ-ηρακλής Βάζω Χ Θεόφιλος.-Κοίταξε δεν θα με τρελάνεις. ¨έχεις έρθει στο σπίτι μου κι από ευγένεια και μόνο δε θέλω να σε διώξω Πες μου λοιπόν τι θέλεις. Σε ρώτησα αν είσαι καλό ή κακό πνεύμα κι εσύ με δουλεύεις. Φωνή.-Τι να σου πω? Δεν γνωρίζω τέτοιους διαχωρισμούς. Εδώ δεν υπάρχουν αντίθετες έννοιες Δεν τα ξέρω εγώ αυτά τα φιλοσοφικά. Θεόφιλος.-Ξές κάτι? Με κούρασες. Δε θέλω να ξέρω πως είναι ο κόσμος σου. Με το ζόρι καταλαβαίνω τον δικό μου των ανθρώπων. Τέλος πάντων δε βλέπω να μιλάμε την ίδια γλώσσα και δεν θα συνεννοηθούμε εμείς οι δύο κι έχω έναν πολύ σημαντικό καλεσμένο σήμερα και πρέπει να μαγειρέψω και αυτή η διακοπή….. ¨όλα πάνε άνω κάτω Τι θα κάνω? Φωνή.-Ωρε νεύρα!!! Πολύ ένταση κουβαλάτε εκεί κάτω οι άνθρωποι. Τόσο δύσκολο είναι να μου εξηγήσεις τι είναι καλό και τι κακό? Μ’αρέσει να μαθαίνω Θεόφιλος -Σάρέσει να μαθαίνεις μόνο που εγώ πνίγομαι. Ας είναι φιλομαθή μου. Καλό είναι όταν κάνεις σε κάποιον κάτι για να τον βοηθήσεις, κακό όταν του κάνεις κάτι που δεν το θέλει. ΦΩΝΗ -Κι αν είναι για το καλό του? ΘΕΟΦΙΛΟΣ -Άμα δεν το θέλει πως θα είναι για το καλό του? ΦΩΝΗ -Κατάλαβα άρα καλό είναι ότι μας βολεύει και μας εξυπηρετεί. Σωστά? Γι αυτό είμαι λοιπόν κι εγώ εδώ. Ήρθα να σου κάνω απ’ αυτό το… κακό εε που είναι για καλό όμως μη φοβάσαι. Ήρθα να σε βοηθήσω ΘΕΟΦΙΛΟΣ -Χα να με βοηθήσεις? Μμμμ γιατί όχι? Δε μου λες, κάνεις μήπως και μαγικά? Γιατί μόνο με μαγικά θα τα καταφέρω να τα έχω όλα έτοιμα. Να φτιάξω τις σάλτσες, να βράσω τα σαλιγκάρια….. Τα σαλιγκάριαααααα Θε μου ξέχασα ανοιχτή την κατσαρόλα και βγήκαν όλα τα σαλιγκάρια έξω. Φτου να πάρει. Πως θα τα μαζέψω τώρα στο σκοτάδι? Που είσαι εσύ τώρα? Δεν απαντάς? Βέβαια στα δύσκολα όλοι εξαφανίζονται ακόμα και τα πνεύματα. ( χτυπάει το κουδούνι της πόρτας) -¨άλλος αόρατος επισκέπτης? (Παίρνει το κερί και πάει να ανοίξει την πόρτα.) (Ανοίγει την πόρτα και μπαίνει μέσα μια χοντρή γυναίκα μέσης ηλικίας γύρω στα 45) ΘΕΟΦΙΛΟΣ -Καλώς την κουμπάρα Πως κι από δω? (Βρήκες την ώρα). ΚΑΤΙΑ -γεια σου Θεόφιλε (τον φιλάει) είσαι καλά? Ήμουν στο μάθημα διαλογισμού εδώ κοντά και είπα να περάσω να σε δω. Είχα ένα προαίσθημα ότι κάτι σου συμβαίνει ή θα σου συμβεί… ακαθόριστο συναίσθημα Πες μου τι έγινε με τη ΔεΉ και δεν έχετε ρεύμα? ΘΕΟΦΙΛΟΣ -Άλλη ψυχανεμισμένη από δω.(της δίνει το κερί για να βλέπει και προχωράνε προς την κουζίνα)Δε μου λες αυτά τα διαισθητικά στο διαλογισμό σας τα μαθαίνουν? ΚΑΤΙΑ. Πάντα χωρατατζής. Κορόιδευε εσύ. Στα μαθήματα γράφτηκα επειδή ο δάσκαλος ‘ήταν κούκλος. Πάντως η διαίσθησή μου έχει αμβλυνθεί ΘΕΟΦΙΛΟΣ. -κι όχι μόνο η διαίσθηση φαντάζομαι αλλά και η λίμπιντο Και βέβαια κάτι μου συμβαίνει κάτι φοβερό όπως διαπιστώνεις κι εσύ. Όλο το τετράγωνο είναι βουτηγμένο στο σκοτάδι κι εγώ πρέπει να μαγειρέψω γιατί έχω το βράδυ τραπέζι. ΚΑΤΙΑ. -Μμμμμ τι καλό ετοιμάζεις?( έχουν μπει στη κουζίνα και παίρνει ο Θεόφιλος άλλο ένα κερί και το ανάβει κι αυτος) ΘΕΟΦΙΛΟΣ -πρόσεξε που πατάς! ( Έχει πατήσει σαλιγκάρι και το σπάει) ΚΑΤΙΑ -τι έκανε έτσι? Κατσαρίδα πάτησα? ΘΕΟΦΙΛΟΣ- Μου ποδοπατάς το πρώτο πιάτο (σκύβει και μαζεύει το πατημένο σαλιγκάρι) ΚΑΤΙΑ. -Έλα μη γίνεσαι αηδιαστικός. ΘΕΟΦΙΛΟΣ.-Σαλιγκάρια είναι Κάτια Κοχλιούς είπα να μαγειρέψω. ΚΑΤΙΑ.-Και τι δουλειά έχουν στο πάτωμα? ΘΕΟΦΙΛΟΣ -Είπα να τα αφήσω να κάνουν μια βόλτα στο σπίτι μέσα να ξεμουδιάσουν λίγο, νάναι πιο μαλακό το κρεατάκι τους μετά. Τι δουλειά λες να έχουν στο πάτωμα? Ίσως να σφουγγαρίζανε μήπως? Ξέχασα στην ταραχή να κλείσω το καπάκι και μου αμολήθηκαν όλα έξω . Άντε βοήθα με να τα μαζέψω. ΚΑΤΙΑ.-Απαπα τα σιχαίνομαι τα σαλιγκάρια Θεόφιλε δεν μπορώ ούτε να τα πιάσω. Για μια στιγμή ζήλεψα που δεν έιμαι προσκεκλημένη στο τραπέζι σου αλλά τώρα … Μπλιαχ σαλιγκάρια. Δε μου λες για ποιόν τυχερό ετοιμάζεις τέτοιο εκλεκτό έδεσμα? Ορέξεις που έχει ο κόσμος… ΘΕΟΦΙΛΟΣ.-για τη Φανή. ΚΑΤΙΑ. -ποια? Την παρ’ολίγο γυναίκα σου? ( η Κάτια καθιστή δείχνει με το δάχτυλο τα σαλιγκάρια που βλέπει για να το μαζέψει ο Θεόφιλος που σκυμμένος προσπαθεί να τα μαζέψει) ΘΕΟΦΙΛΟΣ.- Αναθεματισμένα γαστερόποδα! ΚΑΤΙΑ. - τι είναι αυτό? Αρρώστια? ΘΕΟΦΙΛΟΣ.- Ναι Κάτια ανίατη αρρώστια όπως και η βλακεία ένα πράμα. ΚΑΤΙΑ.-Να σου πω τα δικά μου Θεόφιλε βλέπω ότι δεν είναι η κατάλληλη στιγμή αλλά δεν έχω που αλλού να τα πω. Θέλω να μου πεις το φλιτζάνι
ΦΩΝΗ. – ωχ θα σε πρήξει τώρα. ΘΕΟΦΙΛΟΣ.- Καλώς το φίλο μου, μάγος είσαι? Δεν ξέρω βρε Κάτια να λέω φλιτζάνι. ΚΑΤΙΑ. . Πως αφού την προηγούμενη φορά τα βρήκες όλα. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. πλάκα σου έκανα κι εσύ το πίστεψες δεν ξέρω φλιτζάνι. Τι συζητάμε για καφέ αφού δεν έχω ρεύμα αν θες σου διαβάζω ένα φραπέ. ΚΑΤΙΑ. ψήσε τον καφέ στο γκαζάκι. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Το γκαζάκι! Μπράβο Κάτια καλά λες το είχα ξεχάσει το γκαζάκι. Θα μαγειρέψω στο γκαζάκι Τέλεια. Άντε θα ψήσω πρώτα δυο ελληνικούς να τους πιούμε στα σκοτεινά και θα σου πω και το φλιτζάνι αφού το θέλεις τόσο. ( Βγάζει το γκαζάκι και ετοιμάζει τους καφέδες. Στο μεταξύ πατάει και κανά σαλιγκάρι) Να σας πάρει η ευχή! Έχω και τα σαλιγκάρια. Μα όλα πρόλαβαν και βγήκαν έξω.? Έλα ρε Κάτια μάζεψε τα σε παρακαλώ όσα μπορείς, τα άτιμα πότε προλάβανε και βγήκαν ? Ούτε δρομείς να ήταν. Να δεις που στο τέλος θα τα κυνηγάμε. Αντε Κάτια κάνε μια θυσία για την αγάπη μου που έρχεται και θέλει να φάει σαλιγκάρια. Να τα φάει να ησυχάσω κι εγώ από δαύτα (κατ’ιδίαν) ΚΑΤΙΑ . ε ρε Θεόφιλε τι μου κάνεις.( παίρνει το κερί και σηκώνεται σκύβει στο πάτωμα και αρχίζει να ψάχνει τα σαλιγκάρια) νάξερες πως τα σιχαίνομαι ( βρίσκει ένα και με μορφασμό αηδίας κλείνει τα μάτια και προσπαθεί στα τυφλά να το πιάσει) Έχε χάρη… ΘΕΟΦΙΛΟΣ . Ναι για την αγάπη μου που θα έρθει θυσιάζεσαι. ΚΑΤΙΑ . ποια αγάπη σου μωρε και κουραφέξαλα! Για την άχρηστη που σε παράτησε στα σκαλιά της εκκλησίας και σε ρεζίλεψε? Για να μου πεις το φλιτζάνι μαζεύω τα τέρατα. Σιγά μη με νοιάζει αν θα χλαπακιάσει η αγάπη σου τα μαλάκια. ΘΕΟΦΙΛΟΣ . Γαστερόποδα (διορθώνει) ΚΑΤΙΑ. ΅what ever! Και φίδια θα μάζευα για να μου πεις φλιτζάνι. ( κρατάει ένα σαλιγκάρι) Μπλιαχ γιατί βγάζουν τόσα σάλια τα σιχαμένα? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Γλείφουν για κανένα ρουσφέτι μάλλον. Να γλυτώσουν τη κατσαρόλα ίσως? ΚΑΤΙΑ. Μμμ χαριτωμένο το κοινωνικό σου αστείο. Πολύ ατμοσφαιρικό δένει με το σκοτάδι. ΘΕΟΦΙΛΟΣ . (φέρνει τους καφέδες στο τραπέζι) Άντε πίνε το καφέ σου να δούμε τι σου γράφει η μοίρα αυτή τη φορά. Κ.ΑΤΙΑ.( χαρούμενη παίρνει όλο λαχτάρα τον καφέ στα χέρια της και αφήνει τα σαλιγκάρια που μάζεψε στο τραπέζι δίπλα της) Ευχαριστώ θεόφιλε είσαι πολύ γλυκός. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Μέτριο στον έκανα ΚΑΤΙΑ. και μεγάλο πειραχτήρι. ( πίνουν τον καφέ τους) ΦΩΝΗ. Ώστε ξες να διαβάζεις το φλιτζάνι? Γνωρίζεις τα μελλούμενα.? Τότε εμένα (με παράπονο) δε με χρειάζεσαι. ΘΕΟΦΙΛΟΣ Είσαι τρελό? Αυτή πιστεύει ότι της λέω δεν ξέρω τίποτα. Έτσι μελοδραματικά είστε τα πνεύματα? ΦΩΝΗ. . Ωραία τότε (χαρούμενο πάλι) θα σε βοηθήσω εγώ να της πεις το φλιτζάνι. Να ξέρεις πάντως ότι είμαστε πολύ ευαίσθητα τα πνεύματα. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. . Καλώς θα προσέχω τότε. ΚΑΤΙΑ . ( έχει πιει τον καφέ και προσπαθεί να γυρίσει το φλιτζάνι αλλά στο σκοτάδι δυσκολεύεται) ΘΕΟΦΙΛΟΣ. φέρτο εδώ να το γυρίσω θα μου τα κάνεις όλα χάλια. (παίρνει το φλιτζάνι και το γυρνάει) ΚΑΤΙΑ. ( σταυρώνει τα πόδια της και κάθεται αναπαυτικά) ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (Παίρνει με το ένα χέρι το φλιτζάνι και με το άλλο το κερί για να φωτίζει το φλιτζάνι) Μμμ Ένα συντριβάνι βλέπω στην καρδιά σου πετάει με δύναμη το νερό. Το νερό είναι καλό καθαρίζει αλλά παρασύρει τα πάντα. Θέλει προσοχή γιατί μπορεί να παρασύρει και τα καλά. Πάντως είναι καλό καθαρίζεις Ναι… ένα πλοίο σου μεταφέρει μια είδηση. Μια είδηση που έρχεται από μακριά. ΦΩΝΗ. Δεν είναι πλοίο , είναι βάρκα ΘΕΟΦΙΛΟΣ. δεν έχει σημασία ΦΩΝΗ. πως δεν έχει να είσαι αντικειμενικός Θ ΕΟΦΙΛΟΣ. Τώρα εσύ με βοηθάς? Δεν βλέπεις ολόκληρο φουγάρο εδώ? Μου έγινες και ειδικός (στη κάτια) Μόνο που η είδηση που φέρνει δεν είναι καλή ο καπνός που βγαίνει από το φουγάρο είναι μαύρος . ΚΑΤΙΑ. Λες να με χωρίσει? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Τι σε νοιάζει? Θα βρεις άλλον να τον αντικαταστήσεις ΚΑΤΙΑ. Να λείπουν τα σχόλια αυτό δεν είναι στο φλιτζάνι ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Αναπτύσσω λίγο το θέμα με δικά μου λόγια. Τέλος πάντων Εσύ στο φλιτζάνι κοιτάς αλλού η είδηση έρχεται από πίσω σου. Τώρα ή δε θα σε ενδιαφέρει πολύ ή θα σου έρθει ύπουλα. ΚΑΤΙΑ. Τόξερα εγώ πως κάτι ετοιμάζει ο χαμένος Τόσες μέρες ούτε ένα τηλέφωνο, ποιος ξέρει τι μου σκαρώνει. Για λέγε για λέγε όλα τα βρίσκεις. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Δύο δρόμους θα διαβείς ο ένας είναι με επιστροφή ο άλλος κλείνει στο τέλος. (στην κάτια) θα πας πουθενά μήπως? ΚΑΤΙΑ. (σκέφτεται λίγο)Είναι να πάω στη Μαίρη στην Καλαμάτα ΘΕΟΦΙΛΟΣ. δεν ξέρω που θα πας πάντως σ’αυτό το δρόμο συναντάς μια κουκουβάγια Είναι καλό η κουκουβάγια είναι σύμβουλος κάτι θα σου πει και θα σε βοηθήσει πάντως. ΚΑΤΙΑ. άλλο τίποτα βλέπεις? Τίποτα με ανθρώπινη μορφή? Με τρέλανες στον ζωολογικό κήπο. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (γελάει) Με κόβεις Κάτια και δεν μπορώ να αποδώσω θα χάσω την έμπνευσή μου στο τέλος. ΚΑΤΙΑ. με συγχωρείς Θεόφιλε με συγχωρείς είμαι αναστατωμένη ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Άκου τώρα για να τελειώνουμε. Στον άλλο δρόμο στο τέρμα συναντάς ένα λιοντάρι που σου κλείνει το δρόμο. Το λιοντάρι είναι δύναμη, το αρσενικό στοιχείο, εξουσία τέτοια. Λοιπόν το λιοντάρι είναι όρθιο σαν σε στάση επίθεσης ΦΩΝΗ. Δεν είναι λιοντάρι είναι τίγρης. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Εσύ μην ανακατεύεσαι. ΦΩΝΗ. αφού έχει βούλες δε βλέπεις? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Δε ετοιμάζεις καλύτερα το νερό για τα μακαρόνια? Άσε τη μαντική δε σου πάει. (ακούγεται μια κατσαρόλα να γεμίζει νερό) (θεοφιλος στο πνεύμα) ευχαριστώ (συνεχίζει στην Κάτια) Δε θα σου κάνει κακό όμως το λιοντάρι. Από πάνω σου στέκεται ένας αετός και κάτι σου βάζει στο κεφάλι. ΦΩΝΗ. Τα κέρατα. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. πάψε εσύ. ΦΩΝΗ. αφού κέρατα είναι γιατί δε της το λες να ησυχάσει? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Δε βάζεις τώρα και το νερό να βράσει που τα καταφέρνεις καλά στα οικοκυρικά? Άντε. ΦΩΝΗ. (φαίνεται να ανάβει το γκαζάκι μόνο του) μονολογεί. Σταχτοπούτα μ’έκανες. Κάτια απορροφημένη ούτε αντιλαμβάνεται το γκαζάκι που άναψε ΚΑΤΙΑ. τι μου βάζει? (με νάζι και πονηριά) τι μου βάζει πες μου πες μου. ΘΕΟΦΙΛΟΣ .Μη χαίρεσαι δε στο βάζει εκεί που σκέφτεσαι στο κεφάλι είπαμε στο βάζει δεν ακούς? ΚΑΤΙΑ. κορώνα κορώνα μου βάζει? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Ναι σε στεφει αυτοκράτειρα. ¨ένα αυγό σου βάζει στο κεφάλι Κάτια ΚΑΤΙΑ. αυγό? Αφού δε μου το πετάει πάλι καλά ΘΕΟΦΙΛΟΣ. ναι το αυγό είναι ή σκέψεις ή κάποια ιδέα. Έχει να κάνει με το καινούριο το δημιουργικό, τη γονιμότητα γενικά. Χάρη σε μια καινούρια ιδέα δηλαδή βγαίνεις νικήτρια απ’ την επίθεση του λιονταριού. Αυτά, κάνε μια ευχή τώρα. ΚΑΤΙΑ. έκανα ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (βάζει το δάχτυλο στο πάτο του φλιτζανιού) Σα να φύτεψες ένα δεντράκι και είναι μικρό ακόμα αλλά είναι γερό και θα μεγαλώσει. Θα βγει η ευχή σου. ΚΑΤΙΑ. γεια στο στόμα σου Θεόφιλε κι εσύ ό,τι επιθυμείς με το καλό να δεχτείς την καλή σου πίσω. (κατ’ιδίαν) Ποιος ξέρει τι της συνέβη και γυρνάει πίσω. (Ο Θεόφιλος σηκώνεται και βάζει τα μακαρόνια να γίνονται και καθαρίζει διάφορα λαχανικά στο νιπτήρα) ΚΑΤΙΑ . Ο Κώστας μου φαίνεται ότι τσιλιμπουρδίζει ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Ο κώστας ποιος κώστας? ΚΑΤΙΑ. Ο δεσμός που έχω ρε Θεόφιλε. ΘΕΟΦΙΛΟΣ .ποιός? Μ’αυτόν που κεράτωσες τον Νίκο? ΚΑΤΙΑ. ¨όχι μ’εκείνον. Ο Κώστας είναι καινούριος. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. που να ξέρω τη σειρά? Εγώ με έναν σε ένωσα με τα ιερά δεσμά του γάμου. Και αφότου τα παραβίασες και κεράτωσες το φίλο μου, έχασα και τον αριθμό των εραστών σου. ΚΑΤΙΑ. Ξέρεις ότι δεν είναι ακριβώς έτσι Θεόφιλε. Παιδεύτηκα πολύ ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (τη διακόπτει). για να τον κερατώσεις? ΚΑΤΙΑ. Όχι αυτό αν θες να ξέρεις ήταν εύκολο. Τον Νίκο δεν τον ενδιέφερε καθόλου το σεξ Από τότε που έγινε βουδιστής , το δαιμονοποίησε εντελώς. Με χριστιανική τελετή δε μας πάντρεψες? Πως μου βγήκε μετά βουδιστής μου λες? Τι διαλογισμούς έκανα μαζί του , τι γιόγκες για να μη χάσω την επαφή μαζί του, τι σε συγκεντρώσεις των πιστών του βουδισμού πήγαινα. Έλεγα δε μπορεί πρέπει να έχω μια επαφή με τον άντρα μου έστω και μέσω των Ομμμμμμ Τον παρακαλούσα για να κάνουμε έρωτα στην αρχή, τίποτα αυτός. ‘’Πρέπει να αντισταθούμε στις κατώτερες επιθυμίες μας’’ μου έλεγε με ύφος μακάριου βούδα. Μετά άρχισα να κυκλοφορώ γυμνή στο σπίτι μήπως και η κατώτερη ‘’φύση ‘’ του( δείχνει τα γεννητικά όργανα) ξυπνήσει και παρασυρθεί. Τίποτα. Βρε καλέ μου βρε χρυσέ μου χάρισε μου ένα παιδί να το μεγαλώσω βουδιστικά η γυναίκα να το ντύσω στα πορτοκαλί… Σπάνια και που κάτι γινότανε για χάρη της εξέλιξης του είδους και της εξάπλωσης του βουδισμού. Ε φτάνει πια. Ήρθε μια μέρα που λύγισα Η γυναίκα υπέκυψα επιτέλους στις κατώτατες επιθυμίες και ορέξεις ενός συναδέλφου. Έτσι από βουδίστρια έγινα πάλι γυναίκα αλλά χωρίς Νίκο πια. Δεν πειράζει Θεόφιλε πάλι κουμπάρος μας είσαι δε χωρίσαμε μαζί σου. Μεταξύ μας χωρίσαμε. ΦΩΝΗ. Πολύ δραματική η ιστορία της. Αυτός ο Βούδας τελικά δεν την αγαπούσε καθόλου ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Πως μιλάς έτσι βλάσφημο στοιχειό? Ο Βούδας δεν είναι άνθρωπος είναι θρησκεία. ΦΩΝΗ. Και που τις ξέρω εγώ τις θρησκείες. Μόνο το θεό ξέρω. Εξ ακοής βέβαια. ΘΕΟΦΙΛΟΣ .Εντάξει βρε Κάτια μου χωρίσατε με το Νίκο αλλά κι εσύ απ τον ένα εραστή στον άλλο είσαι. Δεν είναι συλλογή γραμματοσήμων. ΚΑΤΙΑ .Το ξέρω Θεόφιλε το ξέρω γι αυτό πηγαίνω στον ψυχολόγο να μου τα εξηγήσει. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Και τι λέει ο επιστήμονας? ΚΑΤΙΑ. Έχω λέει γυναικείο δονζουανισμό ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Νυμφομανία λέγεται ΚΑΤΙΑ. Μη γίνεσαι χυδαίος. Λέει ότι το ναρκισσιστικό μου εγώ ζητάει συνέχεια επιβεβαίωση και ότι στην πραγματικότητα δε με ενδιαφέρει το σεξ. Την επιβεβαίωση ψάχνω. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Τσάμπα τους ξεντύνεις δηλαδή τους ανθρώπους.( χτυπάει η πόρτα με δύναμη γιατί το κουδούνι δε λειτουργεί) (στην Κάτια) Μπορείς σε παρακαλώ να ανοίξεις γιατί τα χέρια μου είναι λερωμένα? (η Κάτια σηκώνεται και πάει να ανοίξει την πόρτα) (επιστρέφει με μια κοπέλα γύρω στα 30 είναι ζωγράφος φοράει μια ποδιά ρόμπα λερωμένη με μπογιές) ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Συγνώμη βρε Θεόφιλε που ενοχλώ. Ήθελα να σε ρωτήσω μήπως σου περισσεύει κανένα κερί. Δούλευα όταν έγινε η διακοπή κι επειδή έχω έμπνευση δε θέλω να σταματήσω. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Βέβαια Αλεξάνδρα μου δε κάνει να κόβεσαι πάνω στη δημιουργία (πάει στο ντουλάπι και ψάχνει για κερί) ΦΩΝΗ. Μάγειρας και το κορίτσι? ΘΕΟΦΙΛΟΣ . Όχι ζωγράφος, κάνει εικόνες δηλαδή για να μαθαίνεις ΦΩΝΗ. Αχ πολύ θα ήθελα να μου κάνει το πορτραίτο μου(φιλάρεσκα το λέει αυτό) ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Αυτό θάθελα να το δω να συμβαίνει. ( στην Αλεξάνδρα ) έλα κάτι βρήκα είναι ένα επιτραπέζιο κερί σου κάνει? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Αχ θεόφιλε έχεις μήπως κανένα ρεσώ? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Ρεσώ? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Ναι θέλω να το στερεώσω στο κεφάλι μου να ζωγραφίσω όπως ο Γκόγια. Ζωγράφιζε μόνο τις νύχτες με ένα κερί στο κεφάλι του για να τρεμοπαίζει το φως με τις σκιές. Γι’ αυτό είναι τόσο απόκοσμα και εφιαλτικά τα έργα του. Αυτό το κερί είναι βαρύ για να το στηρίξω. ΚΑΤΙΑ. Παρανάλωμα θα γίνεις καλέ μ’αυτό κι εσύ και το έργο τέχνης. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Μάλιστα να βρούμε λοιπόν ένα ρεσώ για τον καλλιτέχνη να μας τρομάζει με τα έργα του σαν τον Γκόγια . ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Μπράβο θεόφιλε μου σε ευχαριστώ ( κάθεται να περιμένει Ο Θεόφιλος βγαίνει από την κουζίνα να βρει ρεσώ) (κάθεται στο τραπέζι κι η Αλεξάνδρα. Η Κάτια μασουλάει κάτι κουλουράκια που είναι στο τραπέζι. Προσφέρει και στην Αλεξάνδρα) ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Όχι ευχαριστώ πρέπει να σταματήσω τα τσιμπολογήματα τρώω πολύ τελευταία. Από τότε που έκοψα το τσιγάρο τρώω από νευρικότητα. Από τη μια εξάρτηση στην ‘άλλη πήγα. Ο ψυχαναλυτής μου λέει πρέπει να τις περάσω όλες. Τώρα είμαι στο ποτό. Βοηθάει και στη ζωγραφική αλλά θα το κόψω κι αυτό. Μετά δε μένει άλλη εξάρτηση έτσι δεν είναι? ΚΑΤΙΑ . δεν ξέρω πόσες έχεις κάνει, το σεξ το πέρασες? Γιατί εγώ σ’ αυτή την εξάρτηση είμαι (πιο σιγά στον εαυτό της) εδώ και καιρό. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Σεξ? (σχεδόν με αηδία) ΚΑΤΙΑ. Ναι σεξ. Δεν κάνεις? Ξες αυτό, ένας άντρας μια γυναίκα μμμμμ Γούτσου γούτσου?????????????? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Μπλιαχ τι είναι αυτό? (ένα σαλιγκάρι από αυτά που ξέχασε η Κάτια στο τραπέζι ανέβηκε στην Αλεξάνδρα) ΚΑΤΙΑ ¨Τόσο το σιχαίνεσαι πια? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Ένα σαλιγκάρι πως βρέθηκε εδώ? Έξω είναι η βροχή. ΚΑΤΙΑ . Α! Αυτό? Θα γίνει γεμιστό με σκορδοβούτηρο ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Σιχαμερό. ΚΑΤΙΑ. Συμφωνώ! Το σαλιγκάρι λες ή το σεξ? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Και το ένα και το άλλο. Σιχαμερά. Εγώ είμαι αφιερωμένη στην τέχνη μου. Ο ψυχαναλυτής μου λέει ότι ο καθένας διοχετεύει την ενέργεια της λίμπιντό του όπου θέλει. Δεν τόξερα να έχω έναν άντρα από πάνω μου, από πίσω μου… (με αηδία όλα αυτά τα λέει ενώ η Κάτια σκανδαλίζεται στο από πάνω και από πίσω). Άλλωστε δεν ξέρω και τι είναι αυτό που λένε χαρά της ζωής. Είμαι μελαγχολική, συνήθως είμαι χάλια. ΚΑΤΙΑ. Θέλεις να είσαι καλά? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Δεν ξέρω. Μ’αρέσει έτσι. Το συνήθισα. ΚΑΤΙΑ. Απίστευτο μου φαίνεται. Δε μου λες για το φθόνο του πέους σου είπε τίποτα ο ψυχαναλυτής σου>? Εγώ στη θέση σου κορίτσι μου θα άλλαζα ψυχαναλυτή. (κατ’ιδίαν) απαπα Χειρότερη κι απ’ τον πρώην βουδιστή μου. (γυρνάει ο Θεόφιλος με ένα ρεσώ μπαίνει μέσα) ΦΩΝΗ. Όλο για Ξεξ μιλάνε αυτές. (με κουτσομπολίστικη διάθεση) ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Σεξ, σεξ το λένε κουφέ. Χάθηκε να μου στείλεις Θεέ μου ένα πνεύμα της προκοπής και μου έστειλες το ελαττωματικό? ΦΩΝΗ. Πρέπει να είναι σημαντικό για τους ανθρώπους. Είναι κάποιο παιχνίδι? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Ναι παιχνίδι εξουσίας. Απ’ τα πιο βάρβαρα. Μέχρι να εξοντώσεις και τον άλλο και τον εαυτό σου ΦΩΝΗ. (τρομαγμένο) Ωωωωωωωωωω ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (στην ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ) αυτό σου βρήκα μόνο. Πρέπει να έχω κι άλλα αλλά στο σκοτάδι δε μπορώ να ψάξω. (το δίνει στην ¨αλεξ) ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Ευχαριστώ. Σε διέκοψα Θεόφιλε και βλέπω έχεις ετοιμασίες. Περιμένεις κάποιον? ΘΕΟΦΙΛΟΣ . Ναι (χαρούμενα) είναι να έρθει η Φανή τη θυμάσαι την αρραβωνιαστικιά μου? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Που θα παντρευόσασταν? Αυτή? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Ναι (κομμένος λίγο) αυτή έστειλε μήνυμα ότι έρχεται και είπα να της κάνω λίγα σαλιγκάρια που της αρέσουν. Αλλά μ’αυτό τον καιρό γίνονται άραγε πτήσεις? Ποιος ξέρει? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ . Α γ’αυτό έπεσε κεραυνός και δεν έχουμε ρεύμα. Θα έρθει η φανή. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Σε παρακαλώ Αλεξάνδρα …. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Με συγχωρείς Θεόφιλε . Δεν ήθελα τέλος πάντων Καλώς να τη δεχτείς ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Ευχαριστώ αν και χλωμό το βλέπω.. Πάντως αν τελειώσεις έλα σε καμιά ώρα να φάμε τουλάχιστον εμείς ε Κάτια τι λές? Θα χαρώ πολύ να φάμε μαζί. Να μην παν κι αυτά χαμένα να έχω κι εγώ παρέα. Μόνος μου με τα γαστερόποδα να περιμένω την Φανή δε θα το αντέξω ο δόλιος ο μάγειρας. ΚΑΤΙΑ + ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ (κοιτάζονται) Ερωτευμένεεεεεε (πειραχτικά) Θα σου κάνουμε το χατίρι. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Πάω λίγο να δουλέψω κι έρχομαι σε λίγο. ΚΑΤΙΑ. Στο καλό Γκόγια ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (συνεχίζει το μαγείρεμα στη κουζίνα του) Τσιγαρίζει τη σάλτσα στο γκαζάκι) Στην Κάτια ) Μόλις τελειώσω με τη σάλτσα θα κάνω τα μπουμπούρια. ΚΑΤΙΑ. τα ποια? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Τους κοχλιούς ντε. ΚΑΤΙΑ. Τα μάζεψες όλα? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. ¨Όσα μαζεύτηκαν Τα άλλα που γλίτωσαν ελπίζω να μη με μαρτυρήσουν για το φονικό που έκανα. Έτσι κι αλλιώς μόνο μια μερίδα για τη Φανή θέλω. Κανένας άλλος δε τρώει σαλιγκάρια . Ούτε κι η Αλεξάνδρα απ’ όσο ξέρω. ΚΑΤΙΑ. Από κει να καταλάβεις πόσο ιδιαίτερη είναι η καλή σου.. ( χτυπάει η πόρτα πετάγεται με αγωνία ο Θεόφιλος. Στην Κάτια) Κράτα λίγο το κατσαρολάκι μη χυθεί. Πάω να ανοίξω. (σίγουρος ότι είναι η Φανή) Σηκώνεται η Κάτια) Ακούγονται από το διάδρομο φωνές ανδρικές. ΣΑΒΒΑΣ. ( από το διάδρομο) Παλιόφιλε γύρισα ( Μπαίνουν μέσα ο θεόφιλος με τον Σάββα) ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Βρε τον Σάββα (ελαφρά απογοητευμένος) γύρισε από το ταξίδι του. ΣΑΒΒΑΣ. Γύρισα και δεν κρατιόμουν. Ήθελα να στα πω. Πο πω τι σκοτάδια είναι αυτά? Α! (βλέπει την κάτια) δεν είσαι μόνος σου (συνεχίζοντας) κάτι καλό φαίνεται να σκαρώνεις εδώ. Ποπο για να μαγειρεύεις με το γκαζάκι. Δεν πειράζει κάνε τη δουλειά σου. Θα πάρω μια μπύρα εγώ και θα στα λέω. (ανοίγει ψυγείο) φτου ζεστάθηκαν και οι μπύρες. Δε πειράζει Ας είναι. ΚΑΤΙΑ. Να υποθέσω ότι έρχεσαι από μακριά? ΣΑΒΒΑΣ. Καλά υποθέσατε. Από Νεπάλ γύρισα ΘΕΟΦΙΛΟΣ. πρόσεχε που πατάς. ΣΑΒΒΑΣ. Γιατί γλιστράει? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. ¨όχι ακριβώς. Θα κάνω κοχλιούς και τα μισά σαλιγκάρια το σκάσανε και κυκλοφορούνε στο διαμέρισμα. ΣΑΒΒΑΣ. Γιατί το σκάσανε? φοβήθηκαν τη μαγειρική σου? Χα χα φέρε το φως θα στα μαζέψω εγώ. Θα κάνω σαφάρι σαλιγκαριών. Μετά το σαφάρι τίγρης στο Νεπάλ, έχω γίνει ειδικός στο σαφάρι. ΦΩΝΗ. (με φωνή αλλοιωμένη γυναικεία) Μεγάλωσε η παρέα βλέπω ΘΕΟΦΙΛΟΣ. τι έπαθε η φωνή σου εσένα? ΦΩΝΗ. Είμαι σε άλλη δόνηση. Γι αυτό με ακούς έτσι ψηλά. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Είπα κι εγώ μήπως από τον κεραυνό κι εσύ έχασες τη συχνότητά σου. (στον Σάββα) άρα γίνονται πτήσεις σήμερα έ Σάββα? ΣΑΒΒΑΣ. Χθες γύρισα. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Α, χθες. (απογοητευμένος) ΣΑΒΒΑΣ. Που λέτε φοβερή εμπειρία το Νεπάλ ΚΑΤΙΑ. Πως ήταν? ΣΑΒΒΑΣ. Να σαν κι εδώ (γελάει) σκοτεινά και τριτοκοσμικά. Εκεί έχει συνέχεια διακοπές ρεύματος, Όπου έχει ρεύμα, γιατί στα Ιμαλάια στα χωριουδάκια έχει μόνο κεριά. ΚΑΤΙΑ. ρομαντικό μου ακούγεται. Ανέβηκες δηλαδή στα Ιμαλάια? ΣΑΒΒΑΣ. Ανέβηκα στην Αναπούρνα μέχρι τα 7.200 έφτασα . ΚΑΤΙΑ. Αναπως…το είπες? ΣΑΒΒΑΣ. Αναπούρνα. Μετά το Έβερεστ η μεγαλύτερη κορυφή των Ιμαλαίων. Εκεί είναι και η φυλή των Καλάς. Φυλές αρχαίες του Νεπάλ ζούνε σε παραδοσιακούς οικισμούς αποκομμένοι από τον σύγχρονο πολιτισμό. (ο Σάββας με την Κάτια συζητάνε στο τραπέζι ο θεόφιλος συνεχίζει το μαγείρεμα και μιλάει με τη φωνή) ΦΩΝΗ. Φαίνεσαι αγχωμένος Πάυση ΦΩΝΗ. (συνεχίζει) δε με ξεγελάς εμένα σε έχω καταλάβει. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Είσαι μεγάλος ψυχολόγος. Όλα τα ψυχανεμίζεσαι ΦΩΝΗ. Σκέφτεσαι εκείνη αν θα έρθει ε? ΘΕΟΦΙΛΟΣ. τι άλλο να σκεφτώ, αν θα δέσει η σάλτσα? Ξέρεις αν θα έρθει έτσι δεν είναι? ΦΩΝΗ. Εγώ ξέρω το τέλος κάθε ιστορίας ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Γιατί δε μου λες τότε? Να γλιτώσω και την ταλαιπωρία του μαγειρέματος και την ψυχική αναστάτωση. ΦΩΝΗ. Αν σου το αποκαλύψω δεν θα έχει νόημα ούτε για σένα ούτε για κείνη. Πρέπει να το ζήσεις μόνος σου μέχρι το τέλος. Να το βιώσεις και να το αφήσεις να σε μεταμορφώσει. ΘΕΟΦΙΛΟΣ Εσένα τότε τι σε έχω? ΦΩΝΗ. για παρέα. Δε σε βοήθησα και στις δουλειές? (χτυπάει η πόρτα ο Θεόφιλος τινάζεται) ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Θα λιποθυμήσω. Αυτή είναι? ΦΩΝΗ. πήγαινε να ανοίξεις. (κάνει να σηκωθεί ο Σάββας αλλά τον κάνει νόημα ο Θεόφιλος ότι θα πάει αυτός να ανοίξει) (ανοίγει και μπαίνει μέσα η Αλεξάνδρα ντυμένη πιο καλλιτεχνικά τώρα όχι με τη ρόμπα της δουλειάς) ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Δεν άργησα. Αρχίσατε μήπως? (μπαίνουν στη κουζίνα συστήνονται με τους άλλους , πάντα με τα κεριά όλοι ) ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Το φαγητό παιδιά είναι έτοιμο. Αν πεινάτε μπορούμε να φάμε. Προσωπικά αν δε βιάζεστε θα ήθελα να περιμένουμε λίγο ακόμα, μήπως και έρθει η Φανή. Για να φάμε όλοι παρέα. Στο μεταξύ θα βάλω κάτι να πιούμε λίγο να μας χαλαρώσει. (βάζει ποτά για όλους και κάθεται βάζει ένα ποτήρι και για τη Φανή σε ένα άδειο κάθισμα) Ας βάλουμε και τη Φανή λίγο κρασάκι να είναι στην παρέα μας. Για λέγε ρε Σάββα για τα Ιμαλάια (στην Αλεξάνδρα) Χθες γύρισε από Νεπάλ ο Σάββας. ΣΑΒΒΑΣ. Καταπληκτική εμπειρία παιδιά. Να βρίσκεσαι στα 7.200 τόσο κοντά στον ουρανό, μακριά μόνος σου μακριά από τον πολιτισμό…. Άγριες και απότομες κορυφές να υψώνονται από πάνω σου….. Έπρεπε να δείτε την ανατολή όταν ξημέρωνε… Δεν μπορείτε να φανταστείτε με τι χρώματα έβαφε ο ήλιος τον ουρανό και τις χιονισμένες βουνοκορφές. Μια μαγεία. Εκεί πάνω ένιωσα ότι αξίζει να ζει κανείς για τέτοιες στιγμές που η ψυχή του γίνεται ένα με τη πλάση γύρω του και ενώνεται με το έργο του θεού. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Πανέμορφη εικόνα Σάββα. Απίστευτη εμπειρία πραγματικά. Το ίδιο ακριβώς αισθάνομαι όταν ζωγραφίζω. Αισθάνομαι ότι βγαίνω απ’ τον εαυτό Μου, δεν υπάρχω είναι μόνο αυτή η ενέργεια που οδηγεί το χέρι μου η ψυχή που βρίσκει τη μορφή της ξανά και ξανά σε κάθε άδειο τελάρο. Και κάθε φορά που τελειώνει ένας πίνακας , νιώθω αυτή την ολοκλήρωση, την εκπλήρωση, το νόημα της ζωής μου. ΚΑΤΙΑ. Περίεργο. Εγώ αισθάνομαι ακριβώς τα ίδια όταν κάνω σεξ.. ε έρωτα… Λες να είναι αυτό το νόημα της ζωής μου? Δεν τό ‘χα σκεφτεί. ΦΩΝΗ. (Στον Θεόφιλο) Είστε λίγο βαρετοί ή μου φαίνεται? Όλο ψάχνετε εξηγήσεις απολαύσεις , το νόημα της ζωής.. μπλα μπλα, μπλα γιατί δεν παίζετε κανένα παιχνίδι Να επικοινωνήσετε πιο δημιουργικά να ανοίξει κι η όρεξη ? ΘΕΟΦΙΛΟΣ Έχεις δίκιο θα τους προτείνω ένα παιχνίδι. (στους άλλους) Ξέρετε τι λέω παιδιά? Έτσι πως είναι σκοτεινά να παίζαμε ένα παιχνίδι. ΚΑΤΙΑ. Σαν τι δηλαδή κρυφτό? Θα σκοτωθούμε στο σκοτάδι ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Όχι. Προτείνω το παιχνίδι της αποκάλυψης. Έτσι όπως είναι σκοτεινά και κρυβόμαστε απ’ τους άλλους να αποκαλύψουμε τους εαυτούς μας. Όχι αυτούς τους φανερούς που ανεβαίνουν στα Ιμαλάια ή κάνουν σεξ (κοιτάει το Σάββα και την Κάτια) Εκείνους που κρατάμε στα σκοτάδια κρυμμένους. Να βγούμε απ’ τα καβούκια μας. Τι λέτε? Ας αποκαλυφθούμε!
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Σαν το θάρρος ή αλήθεια? ΘΕΟΦΙΛΟΣ . Εμείς θα το πούμε (σκέφτεται ) Φόβος και αλήθεια. Λοιπόν αρχίζω πρώτος ρωτάτε με ότι θέλετε. (πέφτει απόλυτο σκοτάδι τα κεριά σβήνουν όλα. Οι ερωτήσεις ακούγονται στα σκοτεινά. Εκείνος που αποκαλύπτεται κάθε φορά εμφανίζεται ντυμένος σα σαλιγκάρι και καθώς μιλάει φωτίζεται μόνο αυτός από φως.) (σκοτάδι ακούγεται η Κάτια να ρωτάει) ΚΑΤΙΑ. Ποιος είσαι ? Πες μας την αλήθεια σου ΘΟΦΙΛΟΣ. Εμφανίζεται στο φως ντυμένος σα σαλιγκάρι Είμαι ένας αδύναμος και φοβισμένος άντρας που έχει χάσει την γυναίκα που αγαπάει. Είμαι αυτός που ήθελε να την κάνει κτήμα του για να μη του φύγει ποτέ. Εκείνη ήταν άπιαστη και με την ελευθερία που δίνει η αγάπη, μου χάριζε την αποδοχή και την αφοσίωσή της. Εγώ ανασφαλής επηρεασμένος από κοινωνικές πεποιθήσεις, ήθελα να την ντύσω στα άσπρα και να την κλείσω σε κουτάκι να μου μεγαλώνει παιδιά. Νόμιζα ό τι έτσι θα εξασφάλιζα την αγάπη της για πάντα και την πίεσα για κάτι που δεν ήθελε ίσως, που φοβότανε? Δεν ξέρω. Και τώρα μετά από καιρό, νομίζοντας ότι δεν την αγαπάω πια και καθησυχάζοντας τον εγωισμό μου ότι δεν τη θέλω, σαν αξιολύπητος μαγειρεύω ό,τι μου ζήτησε, ελπίζοντας και πάλι να την κάνω δική μου, ενώ απλά θα μπορούσα να της πω όλα αυτά που αισθάνομαι και να ρισκάρω ή να τη χάσω ή να την κερδίσω. Αυτός είμαι . (πέφτει πάλι σκοτάδι) ΚΑΤΙΑ (ρωτάει την Αλεξάνδρα) Εσύ Αλεξάνδρα τι φοβάσαι? ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. (πέφτει επάνω της το φως) Η απόρριψη. φοβάμαι την απόρριψη. Φοβάμαι την επαφή με τους ανθρώπους, την κριτική τους. Νομίζω ότι δεν θα με αποδεχτούν, δεν είμαι ευχάριστη παρέα για να με θέλουνε. Κλείνομαι, τους αποφεύγω. Θα ήθελα να μπορώ να σχετίζομαι πιο εύκολα μαζί τους αλλά φοβάμαι. Ζωγραφίζω για να μπορώ να εκφράζομαι να επικοινωνώ. Είναι ο τρόπος που βρήκα για να συναντιέμαι με τους ανθρώπους. Μέσα απ’ τους πίνακες. Χωρίς να εκτίθεμαι άμεσα. Τους πίνακές μου μπορεί να τους απορρίψουν, εγώ όμως γλιτώνω την άμεση απόρριψή τους. Με πληγώνει όμως πιο πολύ η ατολμία μου να ανοιχτώ μαζί τους, γιατί έτσι δεν θα μάθω ποτέ αν με απορρίπτουν ή όχι στα αλήθεια. (πέφτει πάλι σκοτάδι). ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (στον Σάββα) εσύ Σάββα, ποιόν κρατάς κρυμμένο τι φοβάσαι? ΣΑΒΒΑΣ (πέφτει το φως πάνω στο Σάββα) Την αποτυχία. Την απογοήτευση. Ίσως. Ναι θέλω να κάνω μόνο σπουδαία πράγματα, να ωθώ τον εαυτό μου στα άκρα. Γι αυτό με συναρπάζουν τα ταξίδια και οι επικίνδυνες αποστολές. Όταν τα καταφέρνω σε κάτι δύσκολο, νιώθω σημαντικός. Θα ‘ηθελα όμως σαν εσένα Θεόφιλε να βρω τη δύναμη μια μέρα να πω σ’αγαπώ σε κάποιον σε κάποια. Να μπορούσα να φτιάξω για κάποιον έστω και μια ομελέτα. Να μπορούσα να τα καταφέρνω και στα μικρά και στα ασήμαντα. ( σβήνει το φως)
ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ (στην Κάτια) Εσύ τι φοβάσαι Κάτια? ΚΑΤΙΑ. Τι φοβάμαι? δεν ξέρω Μ’αρέσει να αρέσω στους άλλους, να μη χαλάω χατίρια. Τη μοναξιά όμως τη φοβάμαι. Ναι δε θέλω να μείνω μόνη μου. Μ’αρέσει να χάνομαι στον έρωτα, να εκμηδενίζομαι να νιώθω επιθυμητή. Αλλά είναι και αυτό το κενό που δεν ξέρω τι είναι, πώς να το ‘’χορτάσω’’ και όσο με γεμίζει ο έρωτας ενέργεια, άλλο τόσο νομίζω μου αδειάζει….. Πάντα κάτι θα μας διαφεύγει λοιπόν? ΘΕΟΦΙΛΟΣ Και τελευταία έμεινε η Φανή θέλω εγώ να τη ρωτήσω (γυρνάει στο άδειο κάθισμα όπου υποτίθεται προοριζόταν για τη Φανή και ρωτάει) Τι φοβήθηκες Φανή? Ποια γυναίκα μου έκρυβες τόσα χρόνια? (πέφτει φως πάνω στη θέση της Φανής, βρίσκεται ένα μεγάλο σαλιγκάρι) (αντί γι αυτήν απαντάνε υποθετικά για λογαριασμό της οι υπόλοιποι της παρέας) ΣΑΒΒΑΣ. Δεν σ’ αγάπησα. Το κατάλαβα μια μέρα πριν το γάμο μας. Ήμουν ανασφαλής Δε μπορούσα να πάρω την ευθύνη της ζωής μου των αισθημάτων μου. Μόνο στο τέλος βρήκα το κουράγιο να φύγω για να μη σε πληγώσω πιο πολύ. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ. Μπορεί όμως και να σε αγάπησα, γιατί έτσι ένιωθα όταν ήμουνα μαζί σου.. ΚΑΤΙΑ. Η μπορεί και να μη ξέρω ή να μη μπορώ να αγαπήσω, κάτι να με φοβίζει……να με γυρνάει πίσω σε μένα πάλι…… (μυρίζει καμμένο, είναι η σάλτσα από τα μακαρόνια που έχει αρχίσει να καίγεται) (εκείνη τη στιγμή έρχεται και το ρεύμα φωτίζεται το δωμάτιο) ΘΕΟΦΙΛΟΣ Να πάρει ξεχάσαμε τη σάλτσα. ΦΩΝΗ. Καυτές οι εξομολογήσεις σας. Πολύ συγκινήθηκα. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Δε μπορούσες να προσέχεις τη σάλτσα? ΦΩΝΗ. Με συνεπήρε η εξομολόγησή σας. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (απογοητευμένος στους άλλους) Μαντέψτε παιδιά… (συνεχίζει) Η σάλτσα κάηκε. Έχω να σας προσφέρω μόνο σκέτα μακαρόνια και φυσικά κοχλιούς ε πως σας φαίνεται? ΟΛΟΙ. Φυσικά όχι κοχλιούς. ΚΑΤΙΑ να μη τους στερήσουμε από τη Φανή. ΑΛΕΞΑΝΔΡΑ εγώ έτσι κι αλλιώς δεν πεινούσα για την παρέα ήρθα. Τώρα που ήρθε το φως λέω να γυρίσω στο έργο μου… ΣΑΒΒΑΣ. Κι εγώ πρέπει να φύγω να ξεκουραστώ λίγο ακόμα έχω τζετλανγκ από την ταξίδι. Ήρθα πιο πολύ να σου αφήσω το δωράκι μου από το Νεπάλ. Σου έφερα ένα πουλόβερ κασμιρένιο και λίγα αρωματικά στικ. Μυρίζουν φανταστικά. ΚΑΤΙΑ. Φεύγω κι εγώ . Άντε να σε αφήσουμε λίγο και σένα μόνο σου. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. (κάνει να τους συνοδεύσει) Ευχαριστώ πολύ παιδιά για την παρέα τελικά με βοήθησε πολύ η συντροφιά σας κι ας ήταν σκοτεινά κι ας μας κάηκε το φαγητό. (Φεύγουνε, γυρίζει μόνος στην κουζίνα και κάθεται στο τραπέζι. Τα ποτήρια είναι ακόμα εκεί για να δείχνουν τον αριθμό των ατόμων ( Ο Θεόφιλος κλείνει τα μάτια του σα σε περισυλλογή) ΦΩΝΗ. Μη κοιμάσαι δεν είσαι μόνος σου. ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Δεν έφυγες εσύ ακόμα? ΦΩΝΗ. Δεν ήθελα να σε εγκαταλείψω κι εγώ. Μη μείνεις τελείως μόνος σου. Να είναι κάποιος να σε προσέχει . ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Δε θα έρθει ε? ΦΩΝΗ. Μπορεί να μη μπορέσει ρε παιδί μου να μη τα κατάφερε ή κάτι να της έτυχε. ΘΕΟΦΙΛΟΣ . Είσαι πολύ καλός σε ευχαριστώ. Αν ήσουν άνθρωπος θα ήσουν φοβερός φίλος Παρόλα αυτά θα περιμένω λίγο ακόμα και μετά θα πάω για ύπνο. (σηκώνεται πάει και κάθεται στην πολυθρόνα με το ποτήρι του κρασιού) (Ακούγεται ένα ρολόι και το φως που χαμηλώνει σιγά σιγά. Ο Θεόφιλος φαίνεται να έχει αποκοιμηθεί. Ξαφνικά εμφανίζεται η Φανή εμείς τη βλέπουμε ζωντανή αλλά είναι σαν οπτασία σαν όνειρο στην ουσία. Δεν ξέρουμε αν ήρθε στην πραγματικότητα ή αν είναι φανταστική η συνομιλία) ΦΑΝΗ. Περίσσεψε κανένα πιάτο? Είμαι σίγουρη ότι τους έκανες πεντανόστιμους τους κοχλιούς. ΘΕΟΦΙΛΟΣ.( Πέφτει το ποτήρι από το ξάφνιασμα κι ανοίγει τα μάτια. Η Φανή στέκεται πάνω από την πολυθρόνα δεν κοιτάζονται. Κοιτάνε και οι δύο το κοινό αλλά συζητάνε μεταξύ τους) Γύρισες? ΦΑΝΗ. Ποτέ δεν έφυγα . όπου κι αν πήγα σε κουβαλούσα μέσα μου ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Πάντα κρυβόσουνα. ΦΑΝΗ όχι πια. Το έσπασα το καβούκι. Δε φοβάμαι πια τον πόνο Θα είμαι τώρα πια ολόδική σου μέχρι να ξαναφύγω…… (σβήνει το φως από πάνω της δε φαίνεται πια η Φανή, μόνο ο Θεόφιλος) ΘΕΟΦΙΛΟΣ. Αγάπη μου Γύρισες! (χαρούμενος και κλείνει τελείως το φως)
ΤΕΛΟΣΣΣΣΣΣΣΣΣ
|