ΟΡΕΣΤΕΙΑ 2006 Η ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΠΕΝΘΟΦΟΡΟΥΣΑ (ΤΣΟΥΙΚΟ ΓΑΛΗΝΗ) |
![]() |
![]() |
Παρασκευή, 22 Ιούλιος 2011 18:09 | |||
ΟΡΕΣΤΕΙΑ 2006 Η ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ ΠΕΝΘΟΦΟΡΟΥΣΑ ΤΣΟΥΙΚΟ ΓΑΛΗΝΗ
Πρόλογος συγγραφέα Συνήθως όταν θέλω να γράψω πάρα μα πάρα πολύ κάτι, σκέφτομαι συνεχώς οτι πρέπει δε και καλά να γράψω κάτι. Και μετά, η ιδέα απλά έρχεται. Η αλήθεια είναι πως αυτό το συγκεκριμένο έργο, θέλω να βγει πάρα πολύ καλό. Ίσως και αριστούργημα, σα φόρος τιμής στους αρχαίους τραγικούς που τόσο πολύ αγαπώ. Διέπραξα ιεροσυλία; Ας είναι... αλλά ελπίζω να ανταποκριθώ στις προσδοκίες μου...
Πράξη 1η
Πρόλογος (Μια υπόκωφη φωνή) Η σκηνή δεν φωτίζεται ακόμη ¨Κάποιο αρχαίο μυστικό κρύβει αυτό το σπίτι, κάποιο κακό.. Σάπιος είν’εδώ ο αέρας, πνίγεσαι... Η ενοχή πλανάται παντού, μπορώ και την ακουπάω... Και άραγε, είμαι σε θέση εγώ, μια Ευμενίδα να αποκαλύψω τους ενόχους και σαν μια άλλη Ερι-νύα να τους τιμωρήσω;¨
Σκηνή 1η ‘Ασπρο δωμάτιο. Κοπέλα ντυμένη σε απλό χωρίς κανένα σχέδιο, λευκό φό-ρεμα. Γυρισμένη με πλάτη στο κοινό. Καστανά μαλλιά, πιασμένα σε κοτσίδα. Καθ’ όλη την διάρεκαι του έργου δεν μιλάει καθόλου. Απ΄τα ηχεία και μόνο ακούγεται η φωνή που εκφράζει τις σκέψεις της. Όλες οι υπόλοιπες κινήσεις γίνονται με χέρια ή εκφράσεις προσώπου όποτε είναι γυρισμένη στο κοινό.
ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Κάθε μέρα είναι ίδια. Ποτέ δεν αλλάζει. Ο ήλιος σηκώνεται , κάνει την καθημερινή του διαδρομή ενώ πάνω στη Γη άνθρωποι πεθαίνουν, ζουν, ονειρεύονται. Όσο για’μενα; Η μέρα είναι πάντα ίδια. Κάθομαι μες στη φυλακή μου ενώ οι τύραννοι μου, οι δολοφόνοι... ( Ανοίγει πόρτα δωματίου. Μπάινει η ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ. Ψηλή, ξανθιά, σταρ του σινεμά. Φοράει γουνάκι. Στο ένα της χέρι κρατάει κινητό και μιλάει, ενώ στο άλλο έχει τσάντα βαρελάκι. Μόλις βλέπει την Ιφιγένεια, το κλεινει. Την πλησιάζει) ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (φωνή που δείχνει πραγματικό ενδιαφέρον) Εδώ είσαι πάλι πουλάκι μου ; Δεν βαρέθηκες κάθε μέρα το ίδιο και το ίδιο; Γιατί δεν βγαίνεις έξω να πάρεις λίγο καθαρό αέρα; Θα σου κάνει καλό να δει το προσωπάκι σου ο ήλιος! Δες τι άσπρο που είναι σαν αλέβαστρο το χρώμα του δέρματος σου. ( Στο άκουσμα της φωνής της τα χέρια της Ιφιγένειας αρχίζουν να τρέμουν) Χτυπάει το κινητό της Κασσάνδρας. ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: ( Το κοιτάει και αναστενάζει) Αχ, αυτός ο ατζεντής μου.... ( Απομακρύνεται απ΄την Ιφιγένεια καθώς μιλά) ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Σκύλα!Δολοφόνα! Εσύ και ο πατέρας μου!Τέρας ξεδιάντροπο! Αλόιμονο! Θεοί! Πώς ακόμη δεν σκίστηκε η γη στα δύο που υπάρχουν τέτοιοι άν-θρωποι σαν του λόγου σας! Οχιά! Φίδι φαρμακερό... (Ξαναχτυπά η πόρτα. Μπαίνει άντρας με μαύρο σακάκι. Κρατάει χαρτοφύλα-κα. Δείχνει αρκετά κουρασμένος. Είναι ο ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ) Ρίχνει μια βιαστικη ματιά στην Ιφιγένεια. Βλέπει και την Κασσάνδρα που ακριβώς εκείνη τη στιγμή κλείνει το κινητό. Της κάνει νόημα να πλησιάσει. Εκείνη έρχεται κοντά του, προσπαθώντας να μην χτυπάει τα τακούνια της στο πάτωμα) ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (δείχνωντας την Ιφιγένεια με νευμα κεφαλιού) Πως είναι; Πήρε τα φάρμακα της; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Ήρεμη δείχνει... Αλλά ποιός ξέρει τι σκέφτεται, τι κρύβεται πίσω απ’τα γαλήνια της ματια; Ώρες ώρες αρχίζω να πιστεύω πως ουτε εσένα πλέον αναγνωρίζει, πόσο μάλλον την Ηλέκτρα! Δεν αντιδρά καθόλου όταν μιλάμε... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (κουνώντας το κεφάλι του) Καημένο παιδί... Υπέστη τέτοιο τρομερό σοκ... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: ( κοιτάει την Ιφιγένεια) Άραγε θα επανέλθει ποτέ ξανά στην φυσική της κατάσταση; Θα ξαναμιλήσει ποτέ; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Και τι δε θα έδινα για να ξαναδώ το χαμόγελο να κοσμεί τα χείλη της Ιφιγένειας μου! Ώρες ώρες σκέφτομαι τι αμαρτία έχω διαπράξει, τι κακό έχω κάνει και τα πληρώνω μ’αυτή την τρέλα της; ( Η Κασσάνδρα χαιδεύει στοργικά τον ώμο του) ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Ηρέμησε! Ξέρω πάρα πολύ καλά πόσο καλός πατέρας είσαι. Δεν χρειάζεται να κατηγορέις τόσο βαριά τον εαυτό σου.. Ας φύγουμε τώρα. Έχω να σου πω για τις λεπτομέρειες για το επικείμενο πάρτυ που... ( Η πόρτα κλέινει ξοπίσω τους.) ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ : (μόνη) Ουρανοί! Πως επιτρέπετε και επικρατεί τέτοιο άδικο στον κόσμο; Πως ακόμη δεν έπεσε ο κεραυνός να τους κάψει; Άραγε θα ξυπνήσει πο-τέ η Νέμεσης και με το σπαθί της δικαιοσύνης θα τους τιμωρήσει; Ωωω... Δεν αντέχω άλλο αυτη την υποκρισία τους, που εκείνοι την αποκαλούν συμπόνοια... Αλλά ας κά-νω λίγη υπομονή ακόμη... Γιατί η υπομονή είναι προνόμιο των αθάνατων, όχι των θνητών.....
Σκηνή 2η σε βίντεο-γουόλλ
Μαύρος τοίχος. Ο ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ κάθεται μπροστά απο ένα τραπέζι . Λοξό φως τον φωτίζει . Φορά ένδυμα αρχαίων ( με ενδιαφέρει η έντονη σύνδεση της αρχαιότητας με το παρόν) Ασπρόμαυρη προβολή
ΦΩΝΗ : Όνομα και επίθετο; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Αγαμέμνονας Ατρείδης ΦΩΝΗ: Ηλικία; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: 42 χρονών. ΦΩΝΗ : Οικογενειακή κατάσταση; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Παντρεμένος. Η Κασσάνδρα είναι η δεύτερη γυναίκα μου. Έχω δύο κόρες.... ΦΩΝΉ: Εντάξει, εντάξει.. Ας μη μιλήσουμε ακόμη γι’αυτό... (Σιωπή) ΦΩΝΗ: Κύριε Ατρείδη.... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Ναι; ΦΩΝΗ: Τι πιστευετε οτι οδήγησε την Ιφιγένεια σ’αυτή την πράξη; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Κοιτάξτε κύριε... ΦΩΝΗ: Αλάστορας.. ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Κύριε Αλάστορα. Μισό λεπτό...(σκύβει μπροστά και κάνει πως περιεργάζεται κάτι). Ω, τι βλέπω! Είστε και μέλος παγκόσμιας Ένωσης Ψυχιάτρων! Τι ενδιαφέρον! Και αστυνομικός, και ψυχίατρος μαζί! ( του ξεφεύγει νευρικό γελάκι και κλείνει το προσωπό του μες στις παλάμες του) Με συγχωρείτε κύριε Αλάστορα, είμαι τόσο κουρασμένος... Όλες αυτές οι μέρες ήταν μια αληθινή κόλαση... Το πάρτυ για την προώθηση της νέας ταινίας της Κασσάνδρας ξέρετε.. Και ύστερα αυτό...(κοιτά αλλού) ΦΩΝΗ: Ηρεμήστε, ηρεμήστε... Δεν χρειάζεται να δικαιολογήσετε τον εαυτό σας κύριε Ατρείδη. Λοιπόν, πάμε ξανά απ΄την αρχή... Είπατε οτι η Ιφιγένεια δεν μι-λούσε καθόλου τα τελευταία χρόνια...
Σκηνή 3η ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Ολομόναχη. Πάλι γυρισμένη με την πλάτη στο κοινό. Ο χώρος το ίδιο δωμάτιο με πριν. Φωνή της: Τα τελευταία έξι χρόνια δεν έχω πει λέξη. Πόσο είμαι; 23. Αλλά τι σημασία έχει η ηλικία μου;Μήπως μπορεί να ισχυριστεί κανέις οτι με το πέρασμα του χρόνου γινόμαστε σοφότεροι ;Και ποιός μπορεί πάλι να ισχυριστεί οτι οι σκέψεις εν-ός οκτάχρονου παιδιού δεν περιέχουν περισσότερη σοφία απ’τις σκέψεις ενός γέρου; (Τρίξιμο πόρτας. Μπαίνει μια υπηρέτρια με καρότσι πάνω στο οποίο υπάρχει φαϊ. Το αφήνει δίπλα στο κορίτσι. Υποκλίνεται και βγαίνει. Η Ιφιγένεια γυρνάει το προσωπό της και φαίνεται το προφιλ της. Παραμένει σ’αυτή την στάση.) Φωνή: Το σπίτι μου είναι η φυλακή μου. Εγώ η ίδια καταδίκασα τον εαυτό μου σ’αυτό το μαρτύριο...Απο τότε που πέθανε ο αδελφός μου ο Ορέστης (ακού-γονται αναφιλήτά) η ζωή μου έχασε κάθε νόημα... Σαν σήμερα θύμαμαι... Θυμάμαι την ημέρα που τον βρήκα νεκρό ( το αναφιλητό δυναμώνει) Ήταν εκεί.. Στην κρεβα-τοκάμαρά του.. Ο όμορφος, ο έξυπνος, ο καλοσυνάτος αδελφούλης μου... Ήταν μο-νάχα 12 χρονών! Και ήταν νεκρός...( το αναφιλήτό γίνεται βούισμα ανέμου σταδια-κά) Εγώ.. Εγώ η άμοιρη τον βρήκα... Ουρανοί, δώστε μου δύναμη για να συνεχίσω... Ήταν νεκρός... Αίμα.. Παντού αίμα...Τρόμαξα τόσο πολύ, μα έκανα ένα βήμα μπροσ-τα..Αν μπορούσα να βοηθήσω τον αδελφό μου; Όχι. Ήταν πολύ αργά. Το χρυσό μα-χαίρι που τον είχαν καρφώσει προεξείχε απ’το στήθος του και΄γω...Και΄γω... (ξανα-κούγεται αναφιλητό) Αδελφούλη μου...Αδελφούλη μου! Συγχώρα με , δεν μπορούσα να σε βοηθήσω!Συγχώρα με!
Σκηνή 4η (βίντεο-γουόλ, ασπρόμαυρο)
( Η Κασσάνδρα Κάθεται στο ίδιο τραπέζι που είδαμε πριν τον Αγαμέμνονα. Κάνει πως κλαίει και φέρνει συχνά το μαντήλι στα μάτια της. Παρ’όλα αυτά το μακι-γιάζ της διατηρείται άψογο. Φοράει κ’αυτή χιτώνα) ΦΩΝΗ: Όνομα και επίθετο; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Κασσάνδρα-Πριάμου Ατρείδου ΦΩΝΗ: Ηλικία; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (χαμογέλωντας με νάζι) Ο, ελάτε τώρα! Δεν ρωτάνε ποτέ τέτοια πράγματα μια γυναίκα! ΦΩΝΗ: Εντάξει, εντάξει. Οικογενειακή κατάσταση; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Παντρεμένη, δύο παιδιά. Η Η... ΦΩΝΗ: θα μιλήσουμε παρακάτω γι’αυτό κυρία Ατρείδου. Πείτε μου κυρία Ατρείδου... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Ναι; ΦΩΝΗ: Τι πιστευετε οτι οδήγησε την Ιφιγένεια σ’αυτήν τη πράξη; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (παραμένει για λίγο σκεφτική) Βλέπετε, πάντα το ένιωθα μέ-σα μου πως αυτό το κορίτσι δεν ήταν και πολύ στα καλά του. Αλλά ο Αγαμέμνονας ποτέ δεν με άκουσε. Όχι πως εγώ επέμεινα πολύ! Ξέρετε, ανέλαβα εξ ολοκλήρου την ανατροφή των παιδιών όταν παντρευτήκαμε με τον Αγαμέμνονα...Μπορεί να είμαι μια σταρ του κινηματογράφου αλλά πίσω απ΄τις κάμερες είμαι μια κοινή μητέρα με αισθήματα! (χτυπάει το στήθος της με γροθιά) Τ΄αγαπούσα σαν δικά μου και αυτός είναι ενας απ΄τους λόγους που δεν κάναμε άλλα παιδιά με τον Μέμνονα... ΦΩΝΗ: (ανυπόμονα) Ναι, αλλά τι οδήγησε την Ιφιγένεια...; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ : (κουνάει το χέρι της) Ξέρω, ξέρω... Ποιός ενδιαφέρεται για τα άπλυτα μιας οικογένειας; Λοιπόν, απο τότε που η Ιφιγένεια είδε τον Ορέστη.. ΦΩΝΗ: Τον Ορέστη; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Ναι, το τρίτο παιδί. Πέθανε στα 17. Τον χτύπησε αμάξι. ΦΩΝΗ: (σκεπτική) Μάλιστα.... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Απο τότε λοιπόν που το καημένο κορίτσι είδε τον αδελφό της να πεθαίνει μπροστά στα μάτια της , κλείστηκε εντελώς στον εαυτό της. Καταλα-βαίνετε... ( η φωνή της χαμηλώνει) . Το σοκ πρέπει να ήταν ιδιαίτερα ισχυρό..Πρέ-πει να τρελλάθηκε εντελώς.. Απλά έπαψε να μιλάει και...
Σκηνή 5η
Ιφιγένεια , στον ίδιο χώρο. Έχει σηκωθεί απ΄την καρέκλα. Ωστόσο παραμένει γυρισμένη στο κοινό με πλάτη. Φωνή της: Τότε είναι που έπαψα εντελώς να βγαίνω έξω. Ο έξω κόσμος άρ-χισε να με τρομάζει. Όλοι αυτοί οι ήχοι... Κόρνες (ακούγονται κόρνες ενώ εκείνη τι-νάζεται τρομαγμένη) Σκύλοι ( γαυγίσματα), μηχανάκια και αυτοκίνητα...(διάφοροι ή-χοι μεγαλούπολης). ( Η Ιφιγένεια κλείνει τα αυτιά της για να μην ακούει.) Τι να βγω εγω να κάνω έξω; Τον ήρωα; Εγώ, ένα αδύναμο κορίτσι. Σίγουρα, δε θα μπορούσα να σώσω τον κόσμο. (κάνει ένα βήμα και απομακρύνεται απ΄το παράθυρο. Αρχίζει να κόβει βόλτες πάνω κάτω. ). Η ζωή μου έμοιαζε να΄χε χάσει κάθε νόημα... Ο όμορφος αδελφούλης μου τον οποίο αγαπούσα τόσο πολύ πέθανε...Θυμάμαι σαν σήμερα την ημέρα της κηδείας του... Παίζει μελαγχολική μουσική. Φωνή γυναικεία, αλλά όχι σαν αυτή που διηγεί-ται η Ιφιγένεια) Φωνή β: Έβρεχε. Άραγε γιατί πάντα βρέχει όταν γίνεται μια κηδεία; Και στην κηδεία της μαμάς έβρεχε... Και΄γω κρατούσα το χέρι του μπαμπά... Και όταν σήκωσα το κεφάλι μου και κοίταξα το πρόσωπό του παραξενεύτηκα...Είδα δάκρυα.. Πολλά, πολλά δάκρυα... Η..μήπως ήταν σταγόνες βροχής; (Ακούγεται μια δυνατή φωνή. Όλο χαρά. Είναι η Ηλέκτρα. Δεν έχει εμφανισ-τεί ακόμη στη σκηνή. ) Μαμά; Μπαμπά; ακούγεται η φωνή της. ( Ακούγεται δυνατό χτύπημα πόρτας. Μπαίνει στη σκηνή. Όμορφη, νέα. Πολύ μοδάτη. Καστανόξανθο μαλλί,. Αντικρύζει την Ιφιγένεια και έρχεται δίπλα της. Της πιάνει τα χέρια. ) ΗΛΕΚΤΡΑ: Εδώ είσαι αδελφούλα;.( τη φυλάει στο μέτωπο) Ο, έλα τώρα! Χαιρέτα την αδελφή σου! (Η Ιφιγένεια την κοιτάει αμίλητη. Χωρίς ίχνος συναισθήματος να αποτυπώνε-ται πάνω στο προσωπό της) Η Ηλέκτρα χαιδεύει τα μαλλιά της. ΗΛΕΚΤΡΑ: θα πάμε σήμερα βόλτα, στο υπόσχομαι! Είναι πάρα πολύ όμορ-φη μέρα! Στοιχηματίζω οτι έχεις να βγεις έξω απο τότε που έφυγα για σπουδές, έτσι δεν είναι; Θα δεις πόσο έχει αλλάξει η πόλη... ( Ακούγονται φωνές. Στον χώρο μπαίνει η Κασσάνδρα και ο Αγαμέμνονας.) Και οι δυο μαζί: Καλωσόρισες! Καλώς την! Κοριτσάκι μου.. Πως άλλαξες.... (Αγκαλιάζονται και φιλιούνται) Η Ιφιγένεια τους παρακολουθεί αμέτοχη και αμίλητη
Σκηνή 6η (βιντεο-γουόλλ)
(Ηλέκτρα. Στον ίδιο πάντα χώρο ανάκρισης. Κλαίει απαρηγόρητη ενώ φυσάει την μύτη της. Πρησμένα μάτια. Κουνάει το κεφάλι της σα να μη πιστεύει αυτό που συνέβη. ) ΦΩΝΗ: Όνομα και επίθετο; ΗΛΈΚΤΡΑ: Ηλέκτρα Ατρείδου (αναφιλητά) ΦΩΝΗ: Ηλικία; ΗΛΕΚΤΡΑ: 25 χρονών. ΦΩΝΗ: Οικογενειακή κατάσταση; ΗΛΕΚΤΡΑ: Άγαμη. ΦΩΝΗ: (Αφου παραμένει για λιγο σιωπηλή) Πείτε μου κυρία Ατρείδου, τι πιστευετε οτι οδήγησε την αδελφή σας στην πράξη αυτή; ( Η Ηλέκτρα κλαίει. Κουνάει ξανά το κεφάλι της) ΗΛΕΚΤΡΑ: Ειλικρινά...Δεν έχω ιδέα... Δεν γνώριζα καν οτι ακόμη μπορεί και μιλάει! Βλέπετε, έχει χρόνια...να μας μιλήσει (καταπίνει με δυσκολία, σκουπιζει τα δάκρυά της και πασαλείβεται με την μάσκαρα). Εννοώ σε κάποιο μέλος της οικο-γένειας.... ΦΩΝΗ: Η μητέρα σας ανέφερε προηγουμένως κάποιον Ορέστη... ΗΛΕΚΤΡΑ: Ναι, ναι.. Ο Ορέστης μας.. Όσο ήταν ζωντανός αυτός, η Ιφιγέ-νεια ακόμη κρατιόταν στα καλά της.. Μα έπειτα απ΄το δυστήχημα... Η καημένη... ΦΩΝΗ: Αρα δεν ήταν φόνος; ΗΛΕΚΤΡΑ: Φόνος; (σηκώνει απορημένη τα μάτια της) ΦΩΝΗ: Βλέπετε, μες στο μένος της, η αδελφή σας εξαπέλυε απειλές και βρυ-σιές ενάντια στους γονείς σας! Αν θυμάστε φώναζε ¨Δολοφόνοι!¨ ενώ κρατούσε απει-λητικά το ψαλίδι... ( Η Ηλέκτρα κουνάει το κεφάλι της. Κλαίει) ΗΛΕΚΤΡΑ: Όχι, όχι...Πιστέψτε με, η αδελφή μου ποτέ δεν το έλεγε αυτό αν ήταν στα καλά της...Είναι άκακη σαν αρνάκι, είναι ένας άγγελος.. Πείτε μου, μπορεί-τε να την βοηθήσετε;
Σκηνή 7η
Η Ιφιγένεια στο ίδιο δωμάτιο. Ολομόναχη. Έχει αφήσει ελεύθερα τα μαλλιά της. Τα χτενίζει αργά- αργά. ΦΩΝΗ ΤΗΣ: Θυμάμαι...Θυμάμαι.. πως απο τότε που θάψαμε τον αδελφό μου, αρρώστησα βαριά.. Ο πατέρας (ειρωνικά) ..Ο πατέρας, καταραμένη να΄ναι γενιά του, έφερνε τον έναν γιατρό μετά τον άλλον..Εξετάσεις, όλο εξετάσεις...Και μετά και άλλες... Και όλο μου έδιναν χάπια. Κάθε λογής χάπια... Στην αρχή ένιωθα αβοήθητη, σαν κούκλα... Έπαιρνα τα χάπια μου . Ένα μετά το άλλο. Κίτρινα, πράσινα, μπλε... Μα μετά (γελάκι νευρικό) κατάλαβα οτι είμαι χαζή που τους ακούω... Έπαψα να παίρνω τα φάρμακα μου...Βέβαια κανείς δεν το ξέρει, αλλά το ξέρω εγώ κ’αυτό είναι αρκετό... Διέλυα τα χάπια στο νερό και μετά τα πέταγα έξω... Όμως ποτέ δεν ένιωσα πόνο ξανά... Ύστερα απο κάποιο χρόνο, δε...(πιάνει το κεφάλι της σε κρίσης απόγνω-σης ) άρχισα να ονειρεύομαι την μανούλα... Όχι, όχι την Κασσάνδρα.. Μας μεγάλω-σε, μα αυτό δεν την έκανε μητέρα μας. Έβλεπα την...
Σκηνή 8η ( βίντεο-γούλλ)
( Η Ιφιγένεια. Στο κεφάλι στέμμα. Και αυτή με χιτώνα. Λιτά, ανάκατα μαλ-λιά. Κοιτάζει φοβισμένη το φως. Σηκώνει τα χέρια της για να προφυλαχτεί απ’αυτό)
ΦΩΝΗ: Όνομα και επίθετο; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: (κοιτάει γύρω της σα να’θελει να καταλάβει απο που έρχεται η φωνή) ΦΩΝΗ: Όνομα και επίθετο; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Ποιός είναι; Μαμά, εσύ είσαι; ΦΩΝΗ: ( φανερά μπερδεμένη ) Όχι, όχι. Όνομα και επίθετο; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Είναι κάποιο παιχνίδι αυτό που παί-ζούμε; (να γινει τονισμός στον χωρισμό των λέξεων για να τονιστεί το διφορούμενο) ΦΩΝΗ: Ναι. Λέγεται ερωτήσεις-απαντήσεις. Πάμε ξανά. Όνομα και επίθετο; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Ηλέκτρα. ΦΩΝΗ: (οργισμένη) Μα δεν είσαι η αδλεφή σου! Το δικό σου όνομα θέλου-με! ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Εσυ είπες να απαντάω! Και είπα όνομα! Θέλω να’μαι η Η Η-ΛΕΚΤΡΑ! ΦΩΝΗ: Όχι, οι ερωτήσεις αφορούν εσένα και μόνο εσένα. Πάμε ξανά; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Με λένε Ιφιγένεια. Και θέλω να πάω σπίτι. ΦΩΝΗ: ( Αρκετά κουρασμένη) Μακάρι να γινόταν αυτό. Αλλά δυστυχώς δεν θα γίνει. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: (προβληματισμένη) Γιατί αυτό; ΦΩΝΗ: Κανονικά εγώ και μόνο εγώ κάνω ερωτήσεις, παιδί μου. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Δεν είμαι παιδί σου. Έχω μητέρα και πατέρα. ΦΩΝΗ: Ωραία. Θέλεις να μου πεις για τους γονείς σου; ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Μισώ τον πατέρα μου( αίσθημα αποστροφής εμφανίζεται στο προσωπό της) γιατί σκότωσε την μητέρα μου. Και η μητέρα μου ήταν η πιο όμορφη γυναίκα στον κόσμο, η ωράια Ελένη....
Πράξη 2η
(Ένα τεράστιο δωμάτιο. Η Αίθουσα δεξιώσεων στο σπίτι των Ατρειδών, στο-λισμένη με πολλά αγάλματα, βάζα ,πλούσια διακόσμηση.) Παρακολουθούμε την Κασσάνδρα με μαλλιά στερεωμένα ψηλά, μοβ φόρεμα , να εξηγεί τι και πως θα στηθεί στον χώρο σε έναν νέο άνδρα ντυμένο με κοστούμι. Εκείνος την ακούει προσεχτικά ενώ σημειώνει τα πάντα σε ένα μπλοκ. Χτυπάει η πόρτα. Μπαίνει ο Αγαμέμνονας. Δείχνει κουρασμένος. Πάντα ντυ-μένος άψογα. Αφήνει στην άκρη τον χαρτοφύλακα. Η Κασσάνδρα τον πλησιάζει και τον φυλάει. Τινάζει τους ώμους του σα να θέλει να διώξει τη σκόνη) ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Πως πήγε η μέρα σου; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (κουνάει το κεφάλι του σα να μη την πολυπροσέχει. Ύσ-τερα κάνει νεύμα με το χέρι του που δείχνουμε συνήθως όταν τα πράγματα είναι έτσι και έτσι) ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Καλά. Τότε δε θα σε κρατήσω εδώ. Έλεγα να με βοηθήσεις αλλά... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: ( την διακόπτει) Η Ηλέκτρα; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Νομίζω πως πήγε...στο νεκροταφείο. Να δει τον τάφο της Κλυταιμνήστρας... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: ( την κοιτάει εξεταστικά) Συγνώμη. ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (κουνάει το χέρι της σα να του λέει ¨δεν πειράζει¨.) Απ΄την αρχή ήμασταν ειλικρινείς μεταξύ μας αγάπη μου, έτσι δεν είναι; Τα παιδιά χρειάζον-ταν μια μάνα, εγώ δέχτηκα τον ρόλο και... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (την αγκαλιάζει και την φυλάει) Και΄γω θα σου είμαι αι-ώνια ευγνώμων γι’αυτό. ( αποτραβιέται απότομα) Συγνώμη και πάλι...Το ξέρω πως ή-θελες αυτή η μέρα να’ταν αποκλειστικά δική σου...Αλλά νομίζω πως αυτό είναι αδύ-νατον στο σπίτι μας... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (γελάει ελαφρά) Καμιά φορά... Καμιά φορά λέω στον εαυτό μου οτι έχω τα πάντα που θα΄θελε να΄χει ένας κοινός θνητός. Ένα ζεστό σπίτι, υπέρο-χη δουλειά, υγιέστατα παιδιά και έναν σύζυγο που μ’αγαπάει... ( Ο Αγαμέμνονας αποτραβιέται και ρίχνει βλέμμα προς τη μεριά όπου υποτί-θεται οτι είναι το δωμάτιο της Ιφιγένειας) ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Εκείνη πως είναι; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (κουνάει πέρα δώθε το κεφάλι της) Υποθέτω πως είναι καλά. Γιατί ρωτάς; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Ανησυχώ μήπως ο ερχομός της Ηλέκτρας την τάραξε. (περνάει βιαστικά με το χέρι του το μέτωπο του) Ξέρεις... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (χαιδεύει το πρόσωπό του) Ω, δεν χρειάζεται να ανησυχείς. Παίρνει τα ηρεμιστικά της, δεν υπάρχουν ψαλίδια και οτιδήποτε άλλο αιχμηρό αντι-κείμενο κοντά της.. ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Και όμως...Μια παράξενη ανησυχία σφύγγει την καρδιά μου. Σαν να΄χω ένα προαίσθημα.... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (χαμογελάει ανέμελα) Είναι το πάρτυ. Είναι ο ερχομός της Ηλέκτρας. Όλες οι γκρίνιες μου, τα παραπονά μου. Όλα αυτά σε κάνουν να νιώθεις κουρασμένος και αγχωμένος...Μόλις όλα αυτά τελειώσουν, θα πάμε ένα ταξιδάκι ίσως... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Και η Ιφιγένεια; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Ω, μα θα βρούμε κάποιον να την προσέχει. Εξάλλου δε θα φύγουμε για πολύ καιρό..Μια βδομάδα το πολύ. ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (μοιάζει να το σκέφτεται λίγο) Ναι... Καλή ιδέα μου α-κούγεται (αναστενάζει) Αλλά μόλις τελειώσουμε με το υπέροχο πάρτυ σου (χαμογε-λάει αδύναμα και φυλάει την Κασσάνδρα στα χείλη. Πάει να απομακρυνθεί αλλά η Κασσάνδρα γραπώνεται απ΄το μανίκι του) ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Αγάπη μου! ( φωνή που μοιάζει με κραυγή απόγνωσης και με νότες πανικού) ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (την κοιτάει εξεταστικά) Τι είναι τώρα; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (μοιάζει να τα΄χει χαμένα και τα μάτια της τρέχουν πάνω κά-τω σαν να ψάχνει λέξεις να εκφράσει αυτό που θέλει αλλά δεν τολμά) Δεν ήθελα να στο πω αλλά... Αλλά μοιράζομαι τους ίδιους φόβους με΄σενα για την Ιφιγένεια... Και... Και..(τραυλίζει)..Γιατί δεν την στέλνουμε σε ένα ίδρυμα; Σπαράζεται η καρδιά μου που τη βλέπω κάθε μέρα έτσι, αδιάφορη για όλα, αμίλητη, αγέλαστη ( τα μάτια της βουρκώνουν). Γιατί να μην το κάνουμε; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (την αγκαλιάζει, σαν να την νανουρίζει) Ξέρεις πόσο δύσκολο μου είναι να το κάνω αυτό...(καθησυχαστικά). Είναι σαν να μου χώνουν μαχαίρι στην καρδιά! Είναι σάρκα απο την σάρκα μου και οστό απ΄το οστό μου! (αυτούσια πρόταση απ΄τον Πέτρο Κατσαϊτη ¨Ιφιγένεια εν ληξουρίω¨ την οποία έλεγα όταν ερμήνευσα τον ρόλο) ( την κοιτάει απολογητικά χαμογελώντας) Μη μου το ζητάς αυτό.. Ποτέ ξανά...
Σκηνή 2η Βιντεο-γουόλλ
(Αγαμέμνονας. Καθισμένος πάλι μπροστά απ΄το τραπέζι του ανακριτή. Φο-ράει πάλι χιτώνα. Το πρόσωπό του είναι ανέκφραστο. Τα χέρια του έχουν σκοινιά και κουνιούνται τις στιγμές που πρέπει. Μοιάζει με μαριονέττα).
ΦΩΝΗ: Ώστε η Ιφιγένεια ήταν παρούσα και στους δύο θανάτους; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (τα χέρια του κουνιούνται πέρα δώθε δίνοντας την εντύ-πωση οτι είναι θυμωμένος. Το πρόσωπο ΠΑΝΤΑ ανέκφραστο) Καταλαβαίνετε, ήταν μικρή όταν είδε την μητέρα της να πνίγεται...Δεν νομίζω οτι ο θάνατος της Κλυταιμ-νήστρας αποτυπώθηκε στην μνήμη της... ΦΩΝΗ: Δεν είστε ο ειδικός για να το κρίνετε αυτό... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (το πρόσωπό του στρέφεται αργά δεξιά) Υποθέτω πως έχετε δίκιο.. ΦΩΝΗ: (ειρωνικά) Και υποθέτω πως αγνοείτε το γεγονός οτι εδώ και καιρό η Ιφιγένεια έχει σταματήσει να ακολουθεί την θεραπεία που της συνέστησε ο γιατρός! ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: ( τινάζει ψηλά τα χέρια του. Σπασμωδικές κινήσεις) Μα τι λέτε τώρα; Η Ιφιγένεια παίρνει πάντα, κάθε μέρα τα φάρμακά της... ΦΩΝΗ: Δυστυχώς δεν το κάνει κύριε Ατρείδη. Μέσα σε μια στιγμή διαύγειας μας αποκάλυψε πως δεν παίρνει εδώ και καιρό τα χάπια της και πως διαλύοντας τα σε νερό, τα ρίχνει έξω απ΄το παράθυρο... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (υψώνει τα χέρια του) Ο, δύστυχος! Τι έκανα και το πληρώνω; ΦΩΝΗ: Δυστυχώς δεν είμαι σε θέση να το γνωρίζει κύριε Ατρείδη.Προφα-νώς γνωρίζετε το ρητό ¨αμαρτιές γονέων τέκνοις παιδεύουσι¨. Αλλά οτι και να κά-νουμε τώρα, είναι αργά.. Η Ιφιγένεια πλέον βρίσκεται σε μια κατάσταση η οποία εί-ναι μην αναστρέψιμη. Σταματώντας την αγωγή της, προκάλεσε ανεπανόρθωτη βλάβη στον εγκεφαλό της. Πάσχει απο διατάραξη προσωπικότητας και πολύ φοβάμαι πως έ-χει χάσει παντελώς την αίσθηση του χρόνου και της πραγματικότητας.. ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (κουνιέται απελπισμένος). Ο δύστυχος! Τι έπαθα ;Τι έ-παθα; ΦΩΝΗ: Κύριε Ατρείδη, λυπάμαι αλλά πρέπει να την κλείσετε σε τρελοκο-μείο πρωτού κάνει μεγάλο κακό στον εαυτό της ή σε’σας.... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Ο, δύστυχος ! Τι έπαθα, τι έπαθα; (με πικρία)
Σκηνή 3η
( Το ίδιο δωμάτιο. Η Κασσάνδρα περπατάει πάνω κάτω στον χώρο της δεξίω-σης ενώ δείχνει σκεπτική. Χτυπάει η πόρτα. Μπαίνει η Ηλέκτρα. Στο ένα χέρι κρα-τάει μπουκέτο λουλουδιών. Δείχνει χαρούμενη και ανέμελη) ΗΛΕΚΤΡΑ: Ο μπαμπας μου είπε οτι θα σε έβρισκα εδώ. Αυτά για’σενα μα-νούλα....(πλησιάζει και της δίνει το μπουκέτο ενώ την φυλάει στο μάγουλο) Η Κασσάνδρα τα δέχεται ενώ την κοιτά χαμογελώντας και με ευγνωμοσύνη. Βουρκώνει για μια στιγμή ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Ευχαριστώ. Ξέρεις πόσο σημαντικό είναι που σε έχω σήμερα μαζί μου.. ΗΛΕΚΤΡΑ: (την κοιτάζει έκπληκτη) Μα.. Δεν χρειάζεται να με ευχαριστείς . Ήταν το μόνο που μπορούσα να κάνω για να σ’ευχαριστήσω για τόσους κόπους σου και τις θυσίες που εκανες όλα αυτά τα χρόνια... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Ξέρεις πως...Ω, μου είναι τόσο δύσκολο.. Ξέρω οτι άφησες τα μαθηματά σου για να έρθεις εδώ μόνο και μόνο επειδή έχω κάποιες ανησυχίες και... ΗΛΕΚΤΡΑ: ( την αγκαλιάζει) Δεν χρειάζεται να πεις τίποτα άλλο. Αρκετά. Μας μεγάλωσες σαν να ήσουν η αληθινή μας μητέρα. Και ξέρεις πως η αγάπη που εισπράττεις είναι πέρα για πέρα αληθινή... ( Η Κασσάνδρα απελευθερώνεται απ΄την αγκαλιά της και αρχίζει να κλαέι) ΗΛΕΚΤΡΑ: (την κοιτάζει έκπληκτη) Μητέρα; Τι συμβαίνει μητέρα; Μάλω-σες με τον πατέρα; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (απομακρύνεται και κάθεται σε μια καρέκλα. Κουνάει αρνη-τικά το κεφάλι της) Αν ήξερες πόσο.. Πόσο με στεναχωρεί η κατάσταση της αδερφής σου.. ΗΛΕΚΤΡΑ: Μα μητέρα, αυτό δεν είναι δικό σου φταίξιμο! Έκανες και ακό-μη κάνεις οτι είναι ανθρωπίνως δυνατό για να ξαναγίνει η Ιφιγένεια καλά...Αλλά όλοι μας... (σωπαίνει για λίγο) Όλοι μας ζούμε με αυταπάτες.. Όλα αυτά τα χρόνια.. Όλα αυτά τα χρόνια κουβαλάμε στις καρδιές μας ένα αβάσταχτο βάρος ( τα μάτια της βουρκώνουν) Μανούλα μου, μανούλα... (ξεσπάει σε κλάματα) Το πιστεύεις οτι την κοιτάζω στα μάτια και λες και κάποιος πήρε την ψυχή της; Το ξέρω οτι δεν με αναγ-νωρίζει μα εγώ προσπαθώ (χαμογελάει αδύναμα) προσπαθώ να πείσω τον εαυτό μου οτι με θυμάται...Οτι γνωρίζει οτι είμαι η αδελφή της που κάποτε της έπλεκε τα κοτσι-δάκια και της έλεγε παραμύθια τα βράδυα. Την κοιτάω και δεν μπορώ να πιστέψω οτι είναι η Ιφιγενειά μου.... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (πιάνει το χέρι της και το χαϊδεύει στοργικά) Ξέρεις τη λένε; Λένε ...(συνεχίζει ψυθιριστά) πως στην αρχαιότητα οι θεοί ήταν τόσο ζηλιάρηδες που τιμωρούσαν τους θνητούς για την υπερβολική τους ευτυχία. Άσχημο παραμύθι, έτσι δεν είναι; Λες και΄σας να σας ζήλεψαν οι θεοί; Τόσο όμορφες,... Νέες... Μα θνητές. Θνητές στις οποίες δεν επιτρεπόταν να’ναι πιο μακάριες απ΄τους θεούς (ρουφάει δυ-νατά τη μύτη της και σκάει σε νευρικό γέλιο ) Μα τι λέω θέε μου; Ακούγομαι σαν τρελή, σα μια γριά που τα΄χει χάσει εντελώς! ΗΛΕΚΤΡΑ: ( χαμογελάει και΄κεινη καθώς σκουπίζει τα μάτια της) Αχ, μη τα λες αυτά μανούλα! ( βγάζει απ΄την τσάντα της καθρεύτη και ξεσπάει σε δυνατότερα γέλια) Κοίτα πως γίναμε, λες και πέρασε μια μπόρα! Πάω να φτιαχτώ.. Δε θέλω να με δει έτσι ο πατέρας...
Σκηνή 4η βίντεο-γουόλλ (Κασσάνδρα. Στον ίδιο χώρο. Φοράει κ’αυτή χιτώνα. Σκοινιά στα χερια της που παραπέμπουν σε μαριονέττα. Μισάνοιχτο στόμα σαν να εκφράζει έκπληξη. ) ΦΩΝΗ: Ώστε η Ιφιγένεια υποκρινόταν τόσο καλά όλο αυτό τον καιρό.. ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (κουνάει υπάκουα το κεφάλι της πάνω κάτω δείχνωντας πως συμφωνεί.) ΦΩΝΗ: (σκεπτική) Μάλιστα, μάλιστα.. Τώρα κατανοώ λίγο την κατάσταση.. Μάλιστα... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ:(αργά) Όπως σας τα ξανάπα και πριν, κανείς δεν ενδιαφέρε-ται για τα άπλυτα μιας οκογένειας....Εμείς απλά ζούσαμε όλο αυτόν τον καιρό υποκ-ρίνοντας πως όλα ήταν υπέροχα.. ΦΩΝΗ: Κύρια Πριάμου, μπορείτε να μου πείτε γιατί ποτέ σας δεν υποπτευ-θήκατε οτι η κατάσταση της Ιφιγένειας εξακολουθεί να χειροτερεύει αντί να καλυτε-ρεύει; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (ανοίγει έκπληκτη το στόμα της. Σείει τα χέρια της οργισμέ-νη) Θέλετε να μου πείτε δηλαδή οτι εγώ είμαι υπεύθυνη για την κατάσταση της; (φω-νάζει) ΦΩΝΗ: (προσπαθώντας να ακούγεται καθησυχαστική) Όχι, όχι κυρία Πριά-μου.. Με παρεξηγήσατε... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Δεν σας παρεξήγησα καθόλου.! Όταν της παρέχουμε τα κα-λύτερα φάρμακα, τις καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και... ΦΩΝΗ: Μηδέν προσοχή... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Βλέπετε; Πάλι επιρρίπτετε σε’μενα τις ευθύνες! (χτυπάει το χέρι της στο τραπέζι) ΦΩΝΗ: Μα ελάτε τώρα! Γιατί προσπαθείτε να κρυφτείτε πίσω απ’το δάχτυ-λό σας; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ:Μα τι λέτε τώρα; Ξέρετε, η Ιφιγένεια έχει ένα σωρό ανθρώ-πους τριγύρω της! Υπηρέτριες που πάντα φροντίζουν να΄χει οτι θέλει! Έχει εμάς.... ΦΩΝΗ: Που όλο αυτόν τον καιρό την είχατε σπίτι σας χωρίς να ενδιαφέρεστε πραγματικά γι’αυτήν! ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Όταν το παιδί σε μικρή ηλικία βλέπει δύο απ΄τα αγαπημένα του πρόσωπα να πεθαίνουν μπροστά στα μάτια του, νομίζω οτι η ψυχή του στιγματί-ζεται για πάντα. Η αγωγή και τα φάρμακα δεν είναι παρά μια ψευδαίσθηση για τους τριγύρω.... ΦΩΝΗ: Βλέπω σε αντίθεση με τον σύζυγό σας δεν πιστεύετε οτι η Ιφιγένεια δεν στιγματίστηκε απ’αυτά τα γεγονότα... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (με πικρία) Δεν ήταν και τόσο μιρκή. Όταν πνίγηκε η Κλυ-ταιμνήστρα, εκείνη ήταν πέντε χρονών. Ενώ ο Ορέστης παρασύρθηκε απ’το αυτοκί-νητο όταν εκείνη ήταν 16 χρονών. Ξέρετε...( σιωπά για λίγο ) πιστευω οτι ο θάνατος του Ορέστη ήταν το οριστικό χτύπημα πυ την έκανε να χάσει κάθε επαφή με τον έξω κόσμο.. Θαρρείς.. Θαρρείς (χαμόγελο πικρίας εμφανίζεται στα χείλη της) πως ήταν ε-ρωτευμένη μαζί του, τόσο πολύ τον αγαπούσε... Θυμάμαι σαν σήμερα την ημέρα αυ-τή... Με πήρε τηλέφωνο ο Αγαμέμνονας.. Η φωνή του ήταν τόσο ήρεμη που αμέσως κατάλαβα οτι κάτι είχε συμβεί..¨Τα παιδιά¨; ρώτησα νιώθοντας να γεμίζω με αγωνία ενώ για μια στιγμή ο κόσμος έχασε όλα τα χρώματα του...Μου είπε τη διεύθυνση και πήγα όσο πιο γρήγορα μπορούσα..Μετά βίας κουνούσα τα πόδια μου. Τον αγαπούσα και΄γω πολυ τον Ορέστη.. Όμορφο παιδί, ευγενικό.. Μελετηρός. Χαμογελαστός, με τόσα όνειρα για μέλλον...Αν ήταν δεμένος με την Ιφιγένεια; Πολύ, πάρα πολύ...( ανα-στενάζει). Τον περνούσε 5 χρόνια και τον υπεραγαπούσε όπως σας το ξανάπα...Ναι, τον αγαπούσε.... (Σιωπή απλώνεται για λίγο) ΦΩΝΗ: Και μετά; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Α ναι...( τινάζεται σα να΄χε ξεχαστεί που βρίσκεται) Όταν ήρθα, ο Αγαμέμνονας απλά την κοίταζε. Η Ιφιγένεια κρατούσε στην αγκαλιά της τον Ορέστη, Αχ... (κλείνει τα μάτια της) Απαίσιο θέαμα. Αίματα, παντού αίματα... Τον κρατούσε στην αγκαλιά της χωρίς να υπάρχει ίχνος δακρύων στα μάτια της...Και ότ-αν επιτέλους μας κοίταξε, τρόμαξα... Ήταν σαν να μην υπήρχαμε για’κείνη.. Εκείνη την ημέρα...Η Ιφιγένεια πέθανε μαζί με τον Ορέστη...
Σκηνή 5η
( Ο χώρος της δεξίωσης. Έχουν ετοιμαστεί τα πάντα. Στήθηκαν μπουφέδες, βάζα με λουλούδια. Τα πάντα λάμπουν και αστράφτουν έτοιμα να υποδεχτούν τον κόσμο) Στον χώρο βλέπουμε την Ηλέκτρα. Φτιάχνει τα λουλούδια σε ένα βάζο. Δείχνει σκεπτική. Χτυπάει πόρτα και μπαίνει ο Αγαμέμνονας.) ΗΛΕΚΤΡΑ: (γυρνάει) Εσύ είσαι; ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (κάνει ένα βήμα πίσω και την κοιτάει προσεκτικά) Πέρασε τόσος λίγος χρόνος , μόλις τρεις μήνες που έφυγες εξωτερικό και άλλαξες τόσο πολύ. Κοριτσάκι μου... Είμαι τόσο περήφανος για’σενα... ΗΛΕΚΤΡΑ: (χαμηλώνει το βλέμμα της) Πατέρα... Δεν θα΄θελα καθόλου να μιλήσουμε γι’αυτά που θα σου πω. Αλλά.. Πολύ φοβάμαι πως είναι κάτι που πρέπει να συζητήσουμε πριν ξαναφύγω...(σωπαίνει για λίγο). Μπαμπά, μίλησα πριν απο λίγο με την μητέρα... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (αποφευγοντας να την κοιτάει) Θυμάσαι τι ωραία περ-νούσαμε όταν ήσασταν μικρά; Κάθε Χριστούγεννα βάζαμε ένα τεράστιο δένδρο στη μέση του σαλονιού και... ΗΛΕΚΤΡΑ: (υψώνοντας τον τόνο της φωνής) Πατέρα, σε παρακαλω! Μην αποφεύγεις την συζήτηση! Αυτή η συζήτηση πρέπει να γίνει... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (την κοιτάει) Νομίζεις πως εγώ δεν σκέφτομαι καθόλου την αδελφή σου Ηλέκτρα; Κάθε νύχτα προσεύχομαι θερμά να ξαναβρεί τα λογικά της, να γίνει η παλιά Ιφιγένεια που ήταν πριν τον θάνατο του Ορέστη! Νομίζεις οτι μου είναι εύκολο να την αποχωριστώ; Εκείνη μου θυμίζει την ευτυχία που είχαμε όταν ήταν ακόμη ζωντανή η μητέρα σας! Τώρα που έφυγες και΄συ για σπουδές , μου είναι ακόμη πιο δύσυκολο να αποχωριστώ την Ιφιγένεια... ΗΛΕΚΤΡΑ: (ψυθιρύζοντας και καλύπτοντας με παλάμες το προσωπό της) Συγνώμη πατέρα...Δεν το ήξερα... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: ( βαριανασαίνοντας) Την αγαπώ την Κασσάνδρα, Η-λέκτρα. Και γνωρίζεις και΄συ πως εκείνη σας αγαπάει σαν τα παιδία της... ΗΛΕΚΤΡΑ: (ψυθιρίζοντας) Το ξέρω.... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Πόσες νύχτες πέρασα άγρυπνος προσπαθώντας να κατα-λάβω γιατί με τιμωρούν οι θεοί; Τι έκανα και τους δυσαρέστησα; Έχασα πρώτα τη γυναίκα μου, μετά τον γιό, μαζί και την κόρη... Και τώρα χάνω και΄σενα.. Ξέρω, δεν μπορώ να σε κρατήσω δίπλα μας.... ( Η Ηλέκτρα τον πλησιάζει και τον σφυχταγκαλιάζει) ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Εύχομαι να μπορούσα να γυρίσω πίσω τον χρόνο. Να ήμουν κοντά σας σε΄κείνες τις διακοπές που πνίγηκε η μητέρα σας... Μα ξέρεις πως δεν είμαστε σε θέση να αλλάξουμε το πεπρωμένο μας.. Ότι ήταν να γίνει, έγινε... Ίσ-ως εκείνη η άρνηση μου να σας συνοδεύσω στις διακοπές στάθηκε η αιτία για όλα όσα ακολούθησαν.. Ένα μικρό πεισματάκι μου στάθηκε ο λόγος που κατατράφηκε η οικογένειά μου..(γελάει πικρά). Προτίμησα να δουλέψω παρά να έρθω μαζί σας! Τι αλλαζόνας, θέε μου... ΗΛΕΚΤΡΑ: Πατέρα, μην κατηγορείς τόσο σκληρά τον εαυτό σου... ( Ο Αγαμέμνονας πιάνει το προσωπό της και την κοιτάει κατάματα) ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (ψυθιριστά) Ξέρεις πως τον πρώτο καιρό κόντεψα να τρελλαθώ απ΄τις τύψεις; Αλλά.. Αν δεν είχα εσάς.. Ίσως και να είχα αυτοκτονήσει... (Ξαφνικά ακούνε την πόρτα να ανοίγει. Η Ηλέκτρα αποτραβιέται τρομαγμέ-νη. Μπαίνει η Κασσάνδρα. Δείχνει χαρούμενη.) ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Επιτέλους! (αναστενάζει ευχαριστημένη) Τελείωσαν και οι προετοιμασίες! Λοιπόν; Πως σας φαίνεται; (μοιάζει να μην παρατηρεί την αναστάτω-ση στα προσωπά της Ηλέκτρας και του Αγαμέμνονα) ΗΛΕΚΤΡΑ: Είναι υπέροχα μητέρα! (κάνει ένα βήμα μπροστά) Τώρα το συ-ζητούσαμε με τον πατέρα... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (κουνάει καραφατικά το κεφάλι του) Πράγματι! Τα πάν-τα έχουν στηθεί με απίστευτα λειτουργικό τρόπο!Είμαι σίγουρος οτι το πάρτυ θα΄ναι για μέρες talk of the town! ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ : (ξαναστενάζει με χαρά) Αχ, είμαι τόσο χαρούμενη!( τους πλησιάζει και πιάνει τα χέρια της) Και πάνω απ’όλα θα έχω εσάς δίπλα μου!
Σκηνή 6η βίντεο-γουόλλ
(Ηλέκτρα. Τα χέρια με σκοινιά. Το προσωπό της φανερώνει οργή. Ντυμένη με χιτώνα. Σείει οργισμένη τις γροθιές της) ΗΛΕΚΤΡΑ: (οργισμένη) Μα τι λέτε τώρα; ( υψώνει την φωνή της) Υπονοεί-τε οτι η αδελφή μου ήταν ερωτευμένη με τον αδελφό μου και γι’αυτό έχασε τα λογικά της; ΦΩΝΗ: Αυτό είναι κάτι που άφησε να εννοηθεί η μητέρα σας δεσποινίς... ΗΛΕΚΤΡΑ: (ανοίγει ξαφνιασμένη το στόμα της) Η μητέρα; Αδύνατον! Ποτέ δεν θα μπορούσα να πιστέψω οτι η Κασσάνδρα ισχυρίστηκε κάτι τέτοιο για την Ιφι-γένεια..(δαγκώνει νευρικά τα χείλη της και στρέφει αργά το προσωπό της) ΦΩΝΗ: Κυρία Ατρείδου...( η φωνή στάζει μέλι) Είναι κάτι που έχετε να πείτε και ισως... Δεν τολμάτε; ΗΛΕΚΤΡΑ: (μοιάζει να παλεύει με τον εαυτό της) Όχι, όχι... Δεν μπορώ να το κάνω.. Όχι... ΦΩΝΗ: (γίνεται απειλητική) Υπήρχαν..γράμματα; ΗΛΕΚΤΡΑ : (γυρνάει ξανά το κεφάλι της και κοιτάει ευθέια γεμάτη έκπλη-ξη) Γράμματα; Για ποιά γράμματα μου μιλάτε; ΦΩΝΗ: Ω, ελάτε τώρα! Νομίζω οτι γνωρίζετε πολύ καλύτερα απο μενα για ΠΟΙΑ (τονίζει έντονα την λέξη) γράμματα μιλάω.. ( Η Ηλέκτρα τον κοιτάει με μάτια που γίνονται υγρά. Τα χείλη της τρέμουν) ΗΛΕΚΤΡΑ: Θέλετε να μου πείτε οτι παίρνετε στα σοβαρά αυτά που γράφει ένα ψυχικά διαταραγμένο άτομο; ΦΩΝΗ: Δεσποινίς Ατρείδου, άβυσσος η ψυχή του ανθρώπου. Όλα αυτά τα χρόνια νομίζατε οτι η αδελφή σας έχει χάσει την ικανότητα να μιλάει ΚΑΙ (τονίζει ξανά την λέξη) εξακολουθεί να παίρνει τα φάρμακά της. Και μόλις χθες μάθατε την φρικτή αλήθεια! Γιατί δεν θέλετε να βοηθήσετε την αδελφή σας; ΗΛΕΚΤΡΑ: (τον κοιτά εξεταστικά για λίγο) Αλλά δεν θα την βοηθήσω, έτσι δεν είναι; Πείτε μου... Θα την κλείσουν σε τρελοκομείο; (Σιωπή σαν απάντηση) ΗΛΕΚΤΡΑ: (σκύβει το κεφάλι της) Τότε... Δεν υπάρχει κανένα νόημα να μι-λήσω... Οτιδήποτε και να βγει απ΄το στόμα μου θα στραφεί εναντίον της, όχι υπέρ της. ΦΩΝΗ: Μα γιατί επιμένετε κυρία Ατρείδου; ΗΛΕΚΤΡΑ: (σηκώνει ψηλά το κεφάλι της). Γιατί την αγαπώ. Και γιατί δεν θα αφήσω την τιμή της οικογένειας να πάει χαμένη...
Σκηνή 7η
( Αίθουσα δεξιώσεων. Πολλά φώτα, πολύς κόσμος, πολύς σαματάς. Η Κασ-σάνδρα ποζάρει για τους φωτογράφους. Παίρνει ναζιάρικες πόζες, μοιράζει χαμόγελα δεξιά και αριστερά. Στο ένα της χέρι κρατάει ποτήρι σαμπάνιας . Ντυμένη λαμπερά Παραπέρα στέκονται η Ηλέκτρα με τον Αγαμέμνονα. Η Ηλέκτρα φοράει στράπλες μαύρο φόρεμα, βραδινό. Στο λαιμό της: ασημένιο περίτεχνο κολιέ. Τα μαλ-λιά ψηλά. Κρατάει ποτήρι σαμπάνιας και με τα δύο της χέρια. Δείχνει νευρική. Δίπλα της ο Αγαμέμνονας ντυμένος σε μαύρο σμόκιν. Προσπαθεί να δείχνει ήρεμος. Κρα-τάει δίπλα στο στόμα του το ποτήρι και ετοιμάζεται να πιεί.) ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Πανέμορφη δεν είναι; ΗΛΕΚΤΡΑ: Ναι, ναι..(κάπως βιαστικά. Κοιτάει ολόγυρα) Έχω... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (εκεί που είναι έτοιμος να πιει τη σαμπάνια την απο-μακρύνει απ΄το στόμα) Άσχημο προαίσθημα; (ανταλλάζουν ματιές) Και΄γω, και΄γω... (ξεσφύγγει το γιακά του) ΗΛΕΚΤΡΑ: Πατέρα... (σταματάει αβέβαιη) ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Όλα θα πάνε καλά. Θα δείς... ( Η προσοχή τους στρέφεται στην Κασσάνδρα που είναι ο λόγος για τον οποί-ο οργανώνουν την δεξίωση. Εκείνη δείχνει να απολαμβάνει το όλο σκηνικό) ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ Α: Κυρία Πριάμου, θα μας μιλήσετε λίγο για την και-νούργια σας ταινία; ΔΗΜΟΣΙΟΓΡΑΦΟΣ Β: Θα κάνετε κάποιες δηλώσεις; ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: ( με νάζι) Ο ναι! Φυσικά! Μα όλα στην ώρα τους! Κύριοι, γιατί βιάζεστε; Το πάρτυ κρύβει πολλές εκπλήξεις! Ας είμαστε υπομονετικοί έστω και για λίγο...(συνεχίζει να ποζάρει) ΗΛΕΚΤΡΑ: (κοιτάει τον Αγαμέμνονα) Πατέρα, γιατί δυσκολεύομαι να αναπνεύσω; Βαρύς έγινε ξαφνικά ο αέρας εδώ μέσα..(κάνει πως δυσκολεύεται να εισπνεύσει) ( Ο Αγεμέμνονας την πιάνει απ’τους ώμους) ΑΓΑΜΈΜΝΟΝΑΣ: Ηλέκτρα; Ηλέκτρα; (δείχνει ανήσυχος) ΗΛΕΚΤΡΑ: (ανοίγει τα μάτια της ) Αχ.. Είμαι εντάξει. Όλες αυτές οι προε-τοιμασίες , το ταξίδι που έκανα και δεν ξεκουράστηκα καθόλου , μου προκάλεσαν αυτή την δυσφορία.. Βάλε με να καθήσω πατέρα... (Προχωρούν μαζί όταν ακούγεται μια διαπεραστική κραυγή που μοιάζει να μην άνηκε σε άνθρωπο και είναι γεμάτη με πόνο και απόγνωση) ΗΛΕΚΤΡΑ: Τι ήταν αυτό πατέρα; (Στρέφουν ταυτόχρονα τα πρόσωπα τους στην πόρτα που συνδέει με το εσω-τερικό του σπιτιού και παγώνουν στη θέση τους. Οι φωνές γύρω σταματούν απότομα λες και κάποιος έδωσε εντολή να σωπάσουν. Όλοι γυρνούν τα βλεμματά τους στο ση-μείο όπου ακούστηκε η κραυγή) ΦΩΝΗ Α (απ΄τα ηχεία) : Τι ήταν αυτό; ΦΩΝΗ Β: Σαν ουρλιαχτό ακούστηκε... (Όλοι κουνούν τα κεφάλι τους με απορία, ακούγονται οι πρώτοι ψίθυροι) ΗΛΕΚΤΡΑ: (ψιθυρίζει) Πατέρα..Πατέρα... ( Ο Αγαμέμνονας εξακολουθεί να κοιτάει αμίλητος την πόρτα. Μοιάζει να΄χει μαρμαρώσει. Τα χείλη του όμως τρέμουν) Στο άνοιγμα της πόρτας στέκεται η Ιφιγένεια. Φοράει λευκό φόρεμα ενώ τα μαλλιά της είναι λιτά. Θυμίζει άγριο ζώο, τόσο χαμένη δείχνει. Το ένα της χέρι είναι παρατεταμένο, σαν να θέλει να προφυλαχτεί. Κρατά σ’αυτό ένα χρυσό ψαλίδι. Το βλέμμα της τρέχει πάνω κάτω. Επιτέλους αντικρύζει την Κασσάνδρα που ΄χει παγώσει στη θέση της) ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: (αργά και χαμηλόφωνα) Εσύ.. Εσύ.. Εσύ! (ουρλιάζει) ( Η Κασσάνδρα σηκώνει το χέρι της σα να θέλει να προφυλαχτεί) ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: ( τρέμει ολόκληρη) ΕΣΥ! ( ενώ σείει απειλητικά το ψαλίδι) ΟΧΙΑ! Φίδι φαρμακερό! Δολοφόνοι! ΔΟΛΟΦΟΝΟΙ! (ουρλιάζει, ξεσπάει σε κλάμματα και πέφτει στα γόνατα της) Όλοι αλληλοκοιτάζονται ενώ τα φλας δίνουν και παίρνουν. Η Κασσάνδρα τρέμοντας ολόκληρη απλώνει το χέρι της ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Κόρη μου... Κόρη μου (τραυλίζοντας) Ακούγονται χλιαρά χειροκροτήματα. ΦΩΝΗ Α (απ΄τα ηχεία) : Μέρος του προγράμματος είναι όλο αυτό; ΦΩΝΗ Β: (ψιθυριστά) Υποθέτω πως ναι . Μη στέκεσαι! Χειροκρότησε! ( Τώρα ακούγονται δυνατά χειροκροτήματα απο παντού. Μέσα στο πλήθος α-κούγονται ¨Μπράβο!¨, ¨Καταπληκτικό!¨. Η Κασσάνδρα παρακολουθεί εμβρόνητη την Ιφιγένεια, μέχρι να συνέλθει ο Αγαμέμνονας απ΄το σοκ. Αφήνει την Ηλέκτρα δίπλα σε μια καρέκλα, με κοφτές και γρήγορες κινήσεις πλησιάζει την Ιφιγένεια και αφου την πιάνει μαλακά απ΄τη μέση, την βγάζει απ΄το χώρο. Τα χειροκροτήματα γίνονται ολοένα και πιο δυνατά, ενώ στο πλήθος ακούμε σφυρίγματα. Η Κασσάνδρα παρακολουθεί αμίλητη ενώ παραπέρα η Ηλέκτρα πασχίζει να σηκωθεί απ΄το πάτωμα χωρίς να τα καταφέρνει)
Σκηνή 8η Βίντεο-γουόλλ
(Ανοίγει απότομα το φως, πάντα λοξά για να βλέπουμε τον πρωταγωνιστή του κομματιού. Είναι η Ιφιγένεια που μοιάζει να ξαφνιάζεται απ΄το φως. Φοράει ακάνθινο στεφάνι ενώ είναι ντυμένη πάντα σε αρχαίο ένδυμα. Δεν έχει σκοινιά και κινείται ελεύθερη. Ανάκατα τα μαλλιά της.) ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: (τινάζεται ξαφνιασμένη) Που είμαι; Που με φέρατε; (κοιτάει ολόγυρα τρομοκρατημένη) Τι μου κάνατε; Ορέστη! Ορέστη! (φωνάζει σα να σκού-ζει) Ορέστη... ΦΩΝΗ: Ησύχασε! Ησύχασε! Δεν χρειάζεται να καλείς τους νεκρούς... ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: Ορέστη! Ορέστη! Έλα και προστατεψέ με! ΦΩΝΗ: (κουρασμένη) Σου είπα να μην τον καλείς άδικα! Είναι νεκρός ο Ορέστης. ΙΦΙΓΕΝΕΙΑ: (τινάζεται σα να την χτύπησε ηλέκτροσόκ) Είναι..νεκρός; Όχι! Όχι! ΌΧΙ! Φέρτε μου το σώμα του για να επιβεβαιωθώ με τα ίδια μου τα μάτια! Να χαιδέψω για τελευταία φορά τα μεταξένια μαλλιά του, να αγκαλιάσω τον ευγενικό λαιμό του, να σμίξουν τα χείλη μας σε ένα τελευταίο φιλί....(κλαίει και ουρλιάζει) ΨΕΥΤΕΣ! ΨΕΥΤΕΣ! Μου τον πήρατε!(τινάζεται και χτυπιέται ενω τραβάει τούφες απ΄το μαλλί της) ΦΩΝΗ: Ηρεμήστε την! Ηρεμήστε την! Η Ιφιγένεια εξακολουθεί να χτυπιέται και να ουρλιάζει. Βλέπουμε ΜΟΝΟ χέρια να πιάνουν την Ιφιγένεια και να της κάνουν ένεση Η Ιφιγένεια σταδιακά αφου παύει να φωνάζει, αποκοιμιέται. Δείχνει ήρεμη και γλυκιά στον ύπνο της. ΦΩΝΗ: (γεμάτη συμπόνια) Καημένο παιδί...Τόσο αθώο και τόσο πεθαμένο .. Ακόμη δεν γνώρισες τις χαρές της ζωής και ήδη σου απαγορεύτηκε η είσοδος στον παράδεισο της νιότης...
Σκηνή 9η
Βλέπουμε τις πλάτες της Ηλέκτρας, του Αγαμέμνονα και της Κασσάνδρας. Στέκονται μπροστά απο ένα δωμάτιο απ΄το οποίο τους χωρίζει τζάμι. Πίσω διακρίνουμε την μορφή της Ιφιγένειας που ζωγραφίζει πάνω σε καμβά ΗΛΕΚΤΡΑ: Καημένη... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Τουλάχιστον τώρα μου φαίνεται πιο ευτυχισμένη.. (Αλληλοκοιτάζονται) ΗΛΕΚΤΡΑ: Είναι φυλακισμένη σε έναν ολοδικό της κόσμο... ΦΩΝΗ ΑΠΟ ΗΧΕΊΑ: Καλημέρα. Βλέπω πως ήρθατε για επίσκεψη... ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: Ποιός θα το πίστευε; (με πικρία) ΗΛΕΚΤΡΑ: Η τρέλλα της Ιφιγένειας τελικά στάθηκε η καλύτερη διαφήμιση για την ταινία της μητέρας . Την επόμενη , όλες οι εφημερίδες έγραφαν διθυραμβικά σχόλια για ¨ρεσιτάλ ερμηνείας¨ που έδωσε στο πάρτυ υποδυόμενη μια μητέρα ενός ψυχικά δαταραγμένου παιδιού.. ΚΑΣΣΑΝΔΡΑ: (φυσάει τη μύτη της) Είναι τραγικό. Ο πόνος μας στάθηκε η αιτία της τόσο μεγάλης επιτυχίας της ταινίας μου.... ΦΩΝΗ: Τουλάχιστον βγήκαν δύο καλά απ’όλη αυτή την υπόθεση. Η Ιφιγέ-νεια βρίσκεται επιτέλους σε περιβάλλον που της αρμόζει, ενώ εσείς κυρία Πριάμου για άλλη μια φορά ανδείξατε το ταλέντο σας σε τραγικούς ρόλους. ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (αφου γυρνάει αργά το προσωπό του) Ο πόνος δε θα φύγει ποτέ ,έτσι; (Καμία απάντηση) ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: Και εκείνη δε θα γίνει ποτέ ξανά... η ίδια Ιφιγένεια; ( καταπίνει με δυσκολία) ΦΩΝΗ: (καθησυχαστικά) Μακάριοι είναι όσοι εγκατέλειψαν αυτόν τον κόσμο... ΑΓΑΜΕΜΝΟΝΑΣ: (με πίκρα) Και εκείνοι που εγκατέλειψαν τον εαυτό τους...(ακουμπάει το τζάμι ενώ δυνατές ανάσες ανάμικτες νε χτύπους καρδιάς ακούγονται σε όλο τον χώρο) Η Κασσάνδρα απ΄την μία πλευρά και η Ηλέκτρα απο την άλλη, τον πιάνουν απ΄τους ώμους και απομακρύνονται αργά.
Πραξη 3η
Καπνοί στη σκηνή που δίνουν αίσθηση της ΟΜΙΧΛΗΣ. Μια λευκοντυμένη φιγούρα με πρόσωπο καλλυμένο με λευκό μαντήλι ξεπροβάλλει ΦΩΝΉ; Ποιός θα μου πει που βρίσκομαι; Ποιός θα μου πει ποιός είμαι; Χάθηκα στα όρια μεταξύ του ονείρου και της πραγματικότητας...Κατασπαράχθηκα από τους εφιάλτες μου και τις αγωνίες μου... Αυτός ο αέρας με πρόδωσε. Δεν ήταν φίλος μου, αλλά εχθρός μου..( σωπάινει για λίγο) Σκύλες της λύσσας! Εμπρός! Ορμήστε και τιμωρήστε τους ενόχους! Μοιράστε την θεία δικαιοσύνη και ανταμείψτε τους αγνόψυχους! Εμπρός! (σηκώνει τα χέρια της και τα σείει) Διότι εγώ ήδη τιμωρήθηκα (πέφτει στα γόνατά της) τυφλωμένη απο αγάπη και απο τρέλα (τραβάει το πέπλο και αποκαλύπτεται το πρόσωπο της Ιφιγένειας ). Εγώ, είς τον αιώνα των αιώνων Πενθο-φορούσα.......
|