Σχετικά άρθρα
ΔΑΚΡΥΓΟΝΑ |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | ||||||||||||||||
Παρασκευή, 05 Νοέμβριος 2010 21:10 | ||||||||||||||||
Δακρυγόνα του Αλέξη Σταμάτη
Από το δελτίο τύπου
Το έργο Ένας μεσήλικας φέρνει στο σπίτι του ένα νεαρό κορίτσι λιπόθυμο από τα δακρυγόνα και της παράσχει τις πρώτες βοήθειες. Σύντομα θα διαπιστώσουμε πως ο άντρας κρύβει ένα τραυματικό παρελθόν που σχετίζεται με ένα κλεισμένο παράθυρο και με μια χαμένη πρώην σύζυγο, και βιώνει μία αναζωπύρωση αυτού του προβλήματος η οποία, αν κρίνουμε από τα μηνύματα των φίλων του στον τηλεφωνητή, τον έχει απομονώσει από τον κοινωνικό του κύκλο. Ο άντρας προτείνει στην κοπέλα να της παραχωρήσει το μεγάλο του σπίτι που φαίνεται να την ενδιαφέρει ιδιαίτερα κι επίσης διαπιστώνουμε πως, όπως κι η μικρή έτσι κι η απολεσθείσα σύζυγος, είναι ζωγράφοι. Σε ένα πρώτο στάδιο υποθέτουμε πως ο άντρας έχει γοητευτεί από την νεαρή γιατί του θυμίζει τη γυναίκα του. Λίγο αργότερα όμως θα διαπιστώσουμε πως εκείνος θεωρεί ότι είναι η κόρη του την οποία είχαν δώσει για υιοθεσία και η οποία μεγάλωσε με τους θετούς της γονείς. Στην πορεία μαθαίνουμε ότι η σύζυγος πήδηξε από το παράθυρο όταν έμαθε πως εκείνος είδε στο δρόμο ένα κορίτσι που της έμοιαζε και ερευνώντας γι’ αυτό διαπίστωσε πως υπήρχαν, εκτός της έντονης ομοιότητας πολλά κοινά σημεία με τη δική τους κόρη. Περιττό να σημειώσουμε εδώ πως το ζεύγος που έδωσε το παιδί για υιοθεσία ήταν πολύ φτωχό αλλά στην πορεία πλούτισε. Μετά από μερικές κρίσεις οιδιπόδειου και άρνηση να τον αποδεχτεί ως πατέρα, η νεαρή κοπέλα και ενώ έξω βρίσκεται σε εξέλιξη μια ακόμα διαδήλωση, έχει με τον υποτιθέμενο πατέρα την τελική της αναμέτρηση ενώ δεν μαθαίνουμε ποτέ αν είναι ή δεν είναι η θυγατέρα του ώριμου άντρα με τους πολλούς φόβους. Αλλά δεν είναι και το μόνο ερώτημα που μας γεννάει αυτή η σκηνική soap opera. Τι επί της ουσίας σχέση έχουν οι διαδηλώσεις με το δράμα των ηρώων; Γιατί ο άντρας δεν φεύγει ενώ διαρκώς βρίσκεται σε κατάσταση αναχώρησης; Υποθέτω δεν έχουν τελειώσει οι ατάκες του. Γιατί το κορίτσι δέχεται να μείνει στο σπίτι ενός παράξενου άγνωστου με μηδαμινό ενοίκιο, εφ όσον ξέρει πως αυτός την παρακολουθεί, αν υποθέσουμε βέβαια πως δεν έχει τάσεις αυτοκαταστροφής; Γιατί ο άντρας θυμώνει μαζί της επειδή επέστρεψε νωρίτερα από το συμφωνημένο με στόχο να τον συναντήσει από περιέργεια, λες και δεν θα γεννούσε περιέργεια στον οποιοδήποτε η συμπεριφορά του; Γιατί η γυναίκα η οποία είχε μια κανονική ζωή για εικοσιπέντε χρόνια, ξαφνικά μόλις εμφανίστηκε κάποια που μοιάζει να είναι η κόρη της, πήδηξε από το παράθυρο; Γιατί ο άντρας νοιώθει φόβο αντί να νοιώθει ενοχές; Τι σχέση είχαν τα παραμύθια με λύκους και σκυλιά με τις διαπλοκές της σχέσης των ηρώων; Και τι είναι τελικά αυτό το παλιό σπίτι; Νεοκλασικό με στολίσματα στα ταβάνια και μεγάλους χώρους ή ρετιρέ με ωραία θέα; Οι ψυχογραφίες των ηρώων είναι στοιχειωδώς σκιαγραφημένες και μάλλον υποταγμένες στην ανάγκη του συγγραφέα να προκαλέσει «σοκ και δέος» στο κοινό με διαρκείς ανατροπές. Οι διάλογοι προσπαθούν να είναι theater in face χωρίς να το κατορθώνουν αφού παραμένουν αδύναμοι και διεκπεραιωτικοί κι οι μονόλογοι γίνονται μελό μέσα από έναν ανούσιο συναισθηματισμό που εκτονώνεται σε σχεδόν αναίτιες συγκρούσεις. Οι οποίες το μόνο που υποδηλώνουν πιθανώς είναι πως οι δύο ήρωες έχουν απωθημένη οργή και ψυχωτικό ταπεραμέντο ενώ εν τέλει το δράμα τους ξεσπάει σχεδόν χωρίς καμιά ουσιαστική αιτιολόγηση ή συνειδητή αναμέτρηση. Πατέρας και κόρη έρχονται αντιμέτωποι είκοσι-πέντε χρόνια μετά και το μόνο που δεν συζητούν είναι οι πραγματικές απώλειες που προκάλεσε ο αποχωρισμός τους. Τα συναισθήματα κλιμακώνονται σε ένταση αλλά όχι και σε εσωτερικό βάθος. Οι συγκρούσεις μένουν μετέωρες γιατί δεν έχουν υπόβαθρο. Το αυτονόητο διαρκώς επεξηγείται ενώ το ακατανόητο παραμένει στο σκοτάδι. Ένα αδέξιο δράμα δωματίου που δεν εξερευνάει τους τραγικούς όρους και αυτοαναλώνεται σε ναρκισσιστικές παρακρούσεις. Η παράσταση Ο πολύ καλός σκηνοθέτης, δεν μπόρεσε να οργανώσει το υλικό του και τα έξυπνα ευρήματά του παρέμειναν μετέωρα αφού δεν είχαν συνδετικό ιστό και συνέπεια. Οι φωτιστικές πηγές του έργου που είναι οι διάφοροι φωτισμοί του δωματίου, η γεωγραφία του χώρου που διαρκώς αλλάζει λόγω της αναμενόμενης μετακόμισης του ήρωα, οι διαρκείς μετακινήσεις και δράσεις του ήρωα ο οποίος προσπαθεί να οργανώσει τη μετακόμισή του ή ίσως τη ζωή του, η λιτότητα των ηχητικών και άλλων ερεθισμάτων αποτελούν τα ενδιαφέροντα στοιχεία της σκηνοθεσίας τα οποία όμως δεν έχουν χωνευτεί σ’ ένα κοινό και καλά οργανωμένο πλαίσιο κλιμακούμενης δράσης. Οι ηθοποιοί δεν κατάφεραν να διασώσουν το έργο από τις αδυναμίες του, ούτε να αποδώσουν με φυσικότητα τους αδούλευτους μονολόγους και ήταν ερμηνευτικά άνευροι κι αμήχανοι, προτείνοντάς μας μέσα από τους υποκριτικούς τους κώδικες, το συναισθηματικά προφανές αντί του απροσδόκητου. Συμπαθητικά τα λιτά σκηνικά του Χρυσικού, θα μπορούσαν να είχαν αναδειχτεί καλύτερα.
Παίζουν: Δανάη Παπουτσή
Θέατρο της Οδού Κεφαλληνίας
|