Σχετικά άρθρα
ΕΥΓΕΝΙΑ ΑΠΟΣΤΟΛΟΥ 2018 |
Συντάχθηκε απο τον/την Μαρία Κυριάκη | |||
Πέμπτη, 19 Απρίλιος 2018 07:09 | |||
Ευγενία Αποστόλου
Η ταλαντούχα ηθοποιός με την λεπτεπίλεπτη εμφάνιση, την έξοχη κινησιολογία και την ικανότητα να μεταμορφώνεται από ρόλο σε ρόλο είναι επίσης πτυχιούχος της Γαλλικής Φιλολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ αποφοίτησε από τη Δραματική Σχολή Βεάκη σπουδάζοντας παράλληλα φωνητική και χορό. Συνεργάστηκε ως ηθοποιός με διάφορους σκηνοθέτες όπως οι: Δ. Μαυρίκιος, Λ. Κονιόρδου, Γ. Χουβαρδάς, Γ. Μόσχος, Κ. Τσιάνος, Μ. Δούνιας, Ν. Κοντούρη, Π. Μιχαηλίδης, Β. Αρδίττης, J. Lassalle, Greg. Ingold, Μ. Κάλμπαρη, Τ. Ράνζος, Κ. Πολυχρονοπούλου, Αυγ. Ρεμούνδος, Σ. Βαρδάκης, Β. Δούκα, Ν. Αρμάος, Δ. Φραγκιόγλου, Μ. Λαμπίρη, στο Εθνικό θέατρο, το Κρατικό θέατρο Βορείου Ελλάδος και το ελεύθερο θέατρο, σε έργα σύγχρονου και κλασσικού ρεπερτορίου ελλήνων και ξένων συγγραφέων. Έπαιξε στις τηλεοπτικές σειρές : «Σκιές στο Περιστύλιο» ( Δ. Παντελιάς), «Ερόικα» ( Π. Κοκκινόπουλος), «Κόκκινος Κύκλος» (Χρ. Δήμας), «Μια νύχτα σαν κι αυτή» (Γ.Κορδέλλας), «Καλά ξεμπερδέματα» (Ε. Παπανικόλας), «Σαν το σκύλο με τη γάτα» (Α. Μορφονιός. Α. Τέμπος Κ. Σπυρόπουλος), «Εσύ αποφασίζεις» (Π. Θωμαίδης) κ.α. Στον κινηματογράφο έπαιξε στις ταινίες «ΜΠΙΓΚ ΧΙΤ» και «ΠΕΝΤΡΟ ΝΟΥΛΑ» του Κάρολου Ζωναρά και στις ταινίες μικρού μήκους «Daltonman» του Κωνσταντίνου Τσιόδουλου και «Φυγή» της Λάουρα Νέρι. Διδάσκει επίσης μαθήματα Θεατρικής έκφρασης. Φέτος την είδαμε στο ρόλο της Ματζ, στο έργο του Ρόναλντ Χάργουντ «Ο Αμπιγιέρ» σε σκηνοθεσία Μανόλη Δούνια και ως μητέρα του Μακρυγιάννη στην παράσταση «Γιάννη μ’» σε σκηνοθεσία Κατερίνας Πολυχρονοπούλου. Μίλησε μου για την ηρωίδα που ενσάρκωσες στη σκηνή του VAULT, την μάνα του Μακρυγιάννη, μια γυναίκα χαμένη στην αχλή του χρόνου αλλά ταυτόχρονα και ένα πρόσωπο που μοιάζει σαν να αναδύεται από το σήμερα της Ελληνικής επαρχίας. Βασιλική Τριανταφύλλου. Έτσι λέγεται η γυναίκα που έφερε στον κόσμο τον Γιάννη Τριανταφύλλου, μετέπειτα Μακρυγιάννη. Δεν υπάρχουν πολλές λεπτομέρειες για τη ζωή και την προσωπικότητά της, ούτε καν η απεικόνιση της μορφής της… Μόνο κάποια στοιχεία μέσα από τις αφηγήσεις του ίδιου του Μακρυγιάννη. Από αυτά τα λίγα στοιχεία όμως, και κρίνοντας και από τον γιο, καταλαβαίνω ότι πρέπει να ήταν μια γυναίκα αγωνίστρια που έζησε τη ζωή παλικαρίσια, κάτω από σκληρές συνθήκες. Αγρότισσα, σ’ ένα μικρό χωριό, γέννησε στο χωράφι, έχασε τον άντρα της πολύ νωρίς από τους Τούρκους, μεγάλωσε μόνη της παιδιά, ξεσπιτώθηκε, άρχισε από την αρχή και επιβίωσε σε μια περίοδο πολέμου όπου ο θάνατος και η βία χτυπούσαν την πόρτα καθημερινά. Μια γυναίκα δυνατή, που τη φαντάζομαι να έχει τη σπιρτάδα και τη σοφία των απλών ανθρώπων. Ο συγγραφέας του έργου, Γιώργος Μεσολογγίτης την τοποθετεί σε έναν κόσμο πιο σύγχρονο, με στοιχεία τεχνολογίας, οπότε ναι, θα μπορούσε να είναι και μια γυναίκα που ζει στη σημερινή επαρχία και αφηγείται γεγονότα της ελληνικής ιστορίας, η οποία δυστυχώς διαπιστώνουμε ότι διαρκώς επαναλαμβάνεται.
Με ποιο τρόπο σε άγγιξε αυτή η γυναίκα που ανήκει σε μια άλλη ηλικία, σε μια άλλη εποχή και σε έναν άλλο κόσμο; Ναι, είναι πάντα ένα ζήτημα το πώς μπορείς να πλησιάσεις την ψυχή, τη ζωή ενός χαρακτήρα με βιώματα εντελώς διαφορετικά από τα δικά σου και να πεις την ιστορία του με τρόπο που να ενδιαφέρει τον θεατή… Καταρχήν με συγκινεί η έννοια του «αγωνίζομαι» σαν στάση ύπαρξης. Και στη Βασιλική Τριανταφύλλου, με συγκίνησε η στάση ζωής της και το πώς αυτή η απλή, αγράμματη γυναίκα, γαλούχησε ένα τέτοιο πνεύμα… Αγωνίστηκε για την επιβίωση σε εξαιρετικά δύσκολες συνθήκες και μεγάλωσε τα παιδιά της με περηφάνια, τα δίδαξε να ζουν τίμια και χωρίς φόβο, εμφυσώντας τους την έννοια της ελευθερίας. Σε μια Ελλάδα που αγωνιζόταν να απαλλαγεί από τον τούρκικο ζυγό και που όταν τα κατάφερε, εξελίχθηκε σε μια χώρα χρεωμένη, υπό τον ζυγό των ξένων δανειστών. Μέσα σ’ όλα αυτά βίωσε τον εμφύλιο και την αγωνία για τη ζωή των παιδιών της. Δεν υπήρξε πρόθεση να υποδυθώ μια γυναίκα μεγαλύτερης ηλικίας. Εδώ η μάνα είναι σύμβολο. Και η στιγμή που με φέρνει πιο κοντά της είναι το τραγούδι της… (ποίηση του Μακρυγιάννη, μελοποιημένη από τον Σταύρο Τσουμάνη) Ίσως γιατί πέρα από συναισθηματισμούς και ψυχολογικές προσεγγίσεις, το τραγούδι έχει έναν κραδασμό που ξυπνάει συλλογικές μνήμες και ανοίγει ένα παράθυρο προς την αληθινή ελευθερία…
Πως συνεργάστηκες με την σκηνοθέτιδα σου; Με την Κατερίνα Πολυχρονοπούλου έχουμε αναπτύξει μέσα από τις συνεργασίες μας μια σχέση με αλληλοεκτίμηση, εμπιστοσύνη, συμφωνίες, δημιουργικές διαφωνίες, ανοιχτωσιά και πολλή αγάπη.
Μίλησε μου για την άλλη ηρωίδα που ενσαρκώνεις φέτος. Ποια είναι, πως λειτουργεί σε σχέση με τον ιδιόμορφο περίγυρό της και τι είναι αυτό που κρύβει μέσα από την τυπική, επαγγελματική και λίγο νευρωτική συμπεριφορά της; Στο Θέατρο οδού Κεφαλληνίας Β’ Σκηνή, παίζω την Ματζ, στο έργο του Ρόναλντ Χάργουντ «Ο Αμπιγιέρ». Μια ιστορία βασισμένη στην σχέση ενός ξεπεσμένου πλέον Σαιξπηρικού ηθοποιού με τον αμπιγιέρ του, κατά τη διάρκεια του δευτέρου παγκοσμίου πολέμου. Όλοι οι χαρακτήρες του έργου έρχονται κάποια στιγμή αντιμέτωποι με υπαρξιακά ερωτήματα: ποιος είμαι, τι κάνω, τι έχω κάνει… Η Ματζ είναι η διευθύντρια σκηνής, το άγρυπνο βλέμμα που φροντίζει για τα πάντα και έχει την ευθύνη για την άψογη διεξαγωγή τους, ο άνθρωπος που βρίσκεται πίσω από τα φώτα της σκηνής, έχοντας επιλέξει να μείνει στο παρασκήνιο του θεάτρου και της ζωής. Πίσω όμως από τη μάσκα της τυπικότητας, της οργάνωσης και της ψυχραιμίας που πολλές φορές αγγίζει τα όρια της ψυχρότητας κρύβεται μια τρυφερά αφοσιωμένη και πληγωμένη γυναίκα που έχει αγαπήσει πολύ και βαθιά. Έχει πολύ ενδιαφέρον για μένα αυτή διπλή όψη, αυτό που φαίνεται και το κρυμμένο, αυτές οι δύο αντίρροπες δυνάμεις, καθώς επίσης και οι στιγμές που αποκαλύπτεται η ρωγμή της.
Πως δουλέψατε με τον σκηνοθέτη σου και με τους εξαιρετικούς συναδέλφους σου; Αρμονικότατα θα έλεγα. Κι αυτό οφείλεται κατά έναν μεγάλο βαθμό στον Μανώλη Δούνια ο οποίος σκηνοθέτησε το έργο φέρνοντας ενδιαφέρουσες προτάσεις, με χιούμορ, δίνοντας ελευθερία στους ηθοποιούς αλλά και όντας επίμονος εκεί που έπρεπε, πάντα μέσα από την ευγένεια που τον χαρακτηρίζει! Αλέξανδρος Μυλωνάς και Μάνος Βακούσης στους ρόλους του Σερ και του Αμπιγιέρ αντίστοιχα, Άννυ Λούλου, Νίκος Καλαμό, Δημήτρης Μαργαρίτης, όλοι υπέροχοι συνεργάτες, δουλέψαμε με κέφι, ψυχραιμία στα δύσκολα και κυρίως ωραία τρέλα. Μίλησε μου για την εμπειρία του να διδάσκεις θέατρο σε ερασιτέχνες και πως βλέπεις πως επιδρά στη ζωή και στην εξέλιξη τους αυτή η εμπειρία; Μόνο θετικά μπορώ να μιλήσω γι’ αυτήν την εμπειρία… Έχουμε ζήσει παρέα στιγμές συνειδητοποιήσεων, έχουμε γελάσει, έχουμε κλάψει, έχουμε αγαπηθεί… Το θέατρο λειτουργεί βιωματικά, είναι μια λειτουργία που συμβαίνει εκείνη τη στιγμή, έτσι πολλές φορές επιδρά πιο άμεσα κι έχει σαν αποτέλεσμα κάποιες διαδικασίες να γίνονται πολύ πιο γρήγορα. Μπορεί ας πούμε μέσα από ένα παιχνίδι ρόλων ή έναν αυτοσχεδιασμό να καταλάβεις συμπεριφορές σου, να μπεις στη θέση του άλλου και να την κατανοήσεις, να τολμήσεις να πεις και να κάνεις αυτά που νομίζεις ότι δεν μπορείς, έστω και μετά από διαστήματα ψυχοθεραπείας. Και βεβαίως η επαφή με τα ίδια τα κείμενα, τους συγγραφείς, την ποίηση, επεκτείνουν τους ορίζοντες και οδηγούν σε πιο πνευματικά μονοπάτια. Έχω παρακολουθήσει ανθρώπους να κάνουν αλλαγές στη ζωή τους, να μεταμορφώνονται, να ξεπερνάνε εμπόδια, να βάζουν στην άκρη φόβους τους, να ανοίγουν την καρδιά τους, το μυαλό τους, το σώμα τους. Και αυτό με κάνει να νιώθω χρήσιμη και μου δίνει μεγάλη χαρά.
Πως προσεγγίζεις ένα ρόλο και με ποιο τρόπο αντιλαμβάνεσαι την διαφορετική ψυχοσύνθεση της ηρωίδας σου ώστε να την ζωντανέψεις στη σκηνή; Ξεκινάω από το μαύρο. Και σιγά-σιγά αρχίζουν ν' ανάβουν φωτάκια. Είναι σημαντικό να αφήνεις ανοιχτές πιθανότητες, να τολμάς, να δοκιμάζεις, να κάνεις λάθος, να μη φοβάσαι να εκτεθείς. Είναι σαν τις σχέσεις κι αυτό… Αν είσαι διαθέσιμος να πέσεις στα βαθιά, δημιουργείς και μια καλύτερη προοπτική στο να κατανοήσεις ποιος είναι ο άλλος, πώς σκέφτεται, γιατί αντιδράει έτσι. Ψάχνεις να βρεις έναν τρόπο να επικοινωνήσετε. Ψάχνεις να βρεις κομμάτια του εαυτού σου. Μάλλον το ένστικτο με οδηγεί στην αρχή. Βεβαίως στην πορεία γίνεται μια μελέτη του ποιος είναι αυτός ο άνθρωπος, ποιο είναι το περιβάλλον του, η κατάστασή του, τα χαρακτηριστικά του, ποιο είναι το βιογραφικό του τέλος πάντων, για να μπορέσει να μπει μέσα σε ένα πλαίσιο. Με τα χρόνια αναπτύσσεις και μια τεχνική… Κι έτσι αρχίζει να εγκαθίσταται όλη αυτή η εργασία και να λειτουργεί στο υποσυνείδητο. Ο στόχος βέβαια είναι, όταν φτάσεις επάνω στη σκηνή, να ξεχαστείς, να φύγουν τα πλαίσια και να αφεθείς τελικά στο πολυπόθητο «δεν σκέφτεσαι τίποτα και απλώς κάνεις». Με τον αυθορμητισμό και τη διάθεση ενός παιδιού που μπαίνει στο παιχνίδι με όλο του το είναι.
Τι είναι για σένα το πιο σημαντικό ώστε να δεχτείς μια συνεργασία; Ευτυχώς τώρα πια έχει φύγει από το προσκήνιο το δίλημμα «Μήπως να το κάνω για τα λεφτά;». Παραμένει λοιπόν ο ζωντανός πυρήνας, η ποιότητα των συνεργατών, οι όμορφες συναντήσεις με ανθρώπους που γνωρίζω αγαπώ και εκτιμώ, με ανθρώπους που δεν έχω γνωρίσει ακόμα αλλά θα έχουν κάτι να μου πουν, θα θελήσουμε κάτι να πούμε από κοινού, σεβόμενοι τους εαυτούς μας και το ίδιο το θέατρο. Γιατί ακόμα και τα σπουδαία κείμενα έχει σημασία ποιος τα προσεγγίζει και με ποιον τρόπο.
Τι θα άλλαζες αν μπορούσες στο θεατρικό κατεστημένο της χώρας μας; Το ψέμα. Τι σημαίνει για σένα το χειροκρότημα; Το θέατρο είναι μια ζωντανή δράση. Ένα ραντεβού με τον θεατή όπου κάτι συμβαίνει εκείνη τη στιγμή, κάτι στο οποίο συμμετέχουν και οι δύο πλευρές. Το χειροκρότημα, κυρίως μέσα από τη θερμοκρασία του, είναι μια ένδειξη του κατά πόσο πέτυχε η συνάντηση. Ο θεατής, αν πραγματικά τον έχεις λάβει υπ' όψιν σου κι έχεις δώσει ότι καλύτερο μπορείς, ένιωσε, διασκέδασε, συγκινήθηκε κι έχει να πάρει τροφή για σκέψη. Μια στιγμή επιβεβαίωσης και φευγαλέας δόξας ότι κάτι καταφέραμε να κάνουμε όλοι μαζί εδώ απόψε.
Στην πορεία σου στο θέατρο, τι σε έχει συγκινήσει πιο πολύ και τι είναι αυτό που σε εξοργίζει; Πάντα με συγκινεί η ίδια η διαδικασία του θεάτρου και το πώς μπορεί κανείς να διευρύνεται διαρκώς μέσα από αυτήν. Με συγκινεί η επαφή με τα κείμενα, το πώς μπορεί αυτά να πάρουν ζωή, η αναζήτηση, ο κόσμος που σου ανοίγεται, ακόμα και η αβεβαιότητα που σε κρατάει σε εγρήγορση. Με συγκινεί η επαφή με τους ανθρώπους που για κάποιο διάστημα γινόμαστε σχεδόν οικογένεια και μοιραζόμαστε κοινούς στόχους, ευαισθησίες, ανησυχίες, για να χωρίσουν τέλος οι δρόμοι μας ή και να διατηρηθεί η φιλία μας μέσα στο χρόνο. Κάτι που μπορεί να με εξοργίσει είναι η αγένεια, η έλλειψη σεβασμού, οι εγωιστικές συμπεριφορές και η αδικία που προκύπτει από αυτά.
Ο Ηράκλειτος είχε πει: «Πόλεμος πατήρ πάντων». Ποια είναι η γνώμη σου για τους πολέμους; Τι αλλαγές φέρνουν και τι τραυματικά σοκ δημιουργούν στον άμαχο πληθυσμό καθώς στις μέρες μας αυτός πληρώνει πιο βαριά το τίμημα τους. Μου έρχεται στο μυαλό η φράση του Μακρυγιάννη: "Άμα γίνει ο άνθρωπος ανθρωποφάγος, όλοι προσφάι στο τραπέζι είμαστε". Δυστυχώς ο πόλεμος είναι στη φύση του ανθρώπου. Μια ιστορία της ανθρωπότητας γεμάτη πολέμους. Ακραίοι εθνικισμοί, θρησκευτικοί φανατισμοί, επεκτάσεις, επιβολή εξουσίας, μανία για ιδιοκτησία και χρήματα. Επακόλουθα μιας υλιστικής στάσης ζωής που εκμηδενίζει την ίδια τη Ζωή. Υπάρχει βέβαια πάντα και η πλευρά που αντιστέκεται και πολεμάει για την ελευθερία και τα ανθρώπινα δικαιώματα. Αλλά και στις δύο πλευρές κοινός τόπος είναι ο βίαιος θάνατος, ο φόβος και ο εκφυλισμός της ανθρώπινης ύπαρξης, σε άμαχους και μαχόμενους. Σήμερα, πίσω από τους πολέμους και τις εγκληματικές αυτές πράξεις κρύβεται και μια τεράστια παγκόσμια βιομηχανία όπλων. Και βεβαίως ο αντίκτυπος είναι τρομακτικός και σε υλικό αλλά και σε ψυχολογικό επίπεδο. Για τους ίδιους τους στρατιώτες που πολλές φορές εξαναγκάζονται, για τον πλανήτη που καταστρέφεται και για τον άμαχο πληθυσμό, τα παιδιά κυρίως, που αντί να γεύονται την ομορφιά, βιώνουν φρίκη και καταστροφή, βλέπουν τη ζωή τους και την παιδική τους αθωότητα να κομματιάζεται μέσα σε μια στιγμή.
Τι επιρροή πιστεύεις πως ασκεί το θέατρο κι η τέχνη γενικότερα στους ανθρώπους και τι θα συνέβαινε αν η ανθρωπότητα δεν είχε μια τέτοια δημιουργική ροπή; Αν η ανθρωπότητα έφτανε κάποτε στο σημείο να μην έχει ανάγκη την Τέχνη, μπορεί αυτό να σήμαινε ότι έχει φτάσει και σε τέτοια επίπεδα υψηλής νόησης και πνευματικότητας που θα πλησίαζε ίσως την τελειότητα! Πάντως από την αρχαιότητα, η τέχνη του θεάτρου ξεκίνησε έχοντας θεραπευτικές προεκτάσεις, γι' αυτό και δίπλα στα αρχαία θέατρα υπήρχε και ένα Ασκληπιείο. Το θέατρο ήταν μέρος της θεραπείας και της αναζήτησης του Εαυτού. Στη σημερινή πραγματικότητα η Τέχνη είναι κατά τη γνώμη μου ένα σημαντικό κεφάλαιο. Μπορεί να αρθρώσει λόγο, να δημιουργήσει ρεύματα, να διευρύνει τη σκέψη και να γίνει βάλσαμο ψυχής,
|